Η μητέρα του ενός από τους τέσσερις καταγγέλλοντες που πήγαν στις Αρχές για να πουν τα περιστατικά ασέλγειας και ξυλοδαρμού στην Κιβωτό του Κόσμου, ανοίγοντας τον Ασκό του Αιόλου μίλησε αποκλειστικά στο T-live και στη Ρένα Κουβελιώτη.
Η μητέρα αυτή δεν είχε τη δύναμη να πάει να κάνει καταγγελία, ωστόσο κάθε βράδυ προσευχόταν, όπως είπε, να βρεθούν και να τιμωρηθούν οι ένοχοι, οι άνθρωποι εκείνοι που βασάνιζαν τα παιδιά…
«Τα παιδιά ήταν χτυπημένα με φουσκωμένο μάγουλο, με το ένα μάτι μαυρισμένο… Το παιδί μου ήταν μαυρισμένο στο μάγουλο, σαν να είχε στραβώσει το πρόσωπό του από το ξύλο. Κατάλαβα τι γίνεται. Φοβόταν το παιδί μου να το πάρω σπίτι. Έβγαζαν τα παιδιά μέσα στην ημέρα να πάνε για δουλειά και τα κλείδωναν στο δωμάτιο το βράδυ» είπε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά στον Πατέρα Αντώνιο, είπε: «Δεν τον είδα. Μετά που πήρα το παιδί, τον είδα και μου είπε ότι του είπαν πως έφυγε. “Σας λένε ψέματα” του απάντησα. Δεν με πίστεψε. Το παιδί μου πήγαινε συχνά για μπάνιο με τον πατέρα Αντώνιο. Είχε λεφτά το παιδί ο 19χρονος που έκανε την καταγγελία για σεξουαλική κακοποίηση. Έλεγε στον γιο μου ότι τα χρήματα του τα έδινε ο πάτερ. Του είχε αγοράσει ακριβό κινητό και παπούτσια. Κάθε μέρα 50 ευρώ, 200 και 300…».
Την πραγματική αιτία νοσηλείας του στο νοσοκομείο αποκάλυψε ο Ηλίας Μαμαλάκης με ένα κείμενό του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Λίγο μετά την περιπέτεια με την υγεία του και το εξιτήριο από το νοσοκομείο, που νοσηλεύτηκε, ο σεφ άφησε ένα μακροσκελές μήνυμα στο Facebook. Ανάμεσα σε όσα έγραψε, τόνισε ότι αισθάνεται τυχερός που γιορτάζει τα γενέθλιά του ζωντανός.
Συγκεκριμένα, ο Ηλίας Μαμαλάκης έγραψε:
«Αλλιώς τα είχα σκεφτεί τα γενέθλιά μου. Πιο γιορτινά με κόσμο. Όχι σε αναμονή σ’ ένα ξενοδοχείο. Όμως λέω όμως. Αισθάνομαι τυχερός που τα γιορτάζω ζωντανός. Αργότερα η γιορτή. Να ξέρετε ότι χρωστάω τεράστια ευγνωμοσύνη στο κρατικό νοσοκομείο Λευκωσίας που σ’ ένα αγώνα ταχύτητας με κράτησαν στην ζωή.
Όχι δεν ήταν τροφικό θέμα. Αθώο το φαγητό. Άλλη φορά θα σας εξηγήσω την περίπλοκη. Περί τοξίνης πρόκειται. Να πλένετε συνεχώς τα χεράκια σας και να προσέχετε τι πιάνετε. Ελπίζω σε μερικές μέρες να ξαναβγώ δυνατός. Έχω δουλειές μεγάλες και σοβαρές.
Σύμφωνα με πληροφορίες του ThessToday.gr το άψυχο σώμα της ανακάλυψαν απανθρακωμένο μέλη του ΟΦΚΑΘ που είχαν πάρει μέρος στις έρευνες από χθες το βράδυ. Πιο συγκεκριμένα, η σορός εντοπίστηκε σε εγκαταλελειμμένη οικοδομή στο χωριό Γαλαρινό Χαλκιδικής, δίπλα στο σπίτι της φίλης της όπου φιλοξενούνταν το προηγούμενο διάστημα. Τα πρώτα στοιχεία μάλιστα, δείχνουν ότι η σορός έπεσε φλεγόμενη από τον τρίτο όροφο του εγκαταλελειμμένου κτιρίου.
Στο σημείο κατέφθασαν δυνάμεις της Ελληνικής Αστυνομίας όπου και προχώρησαν στον αποκλεισμό του σημείου. Εντοπίστηκαν καμένα μάλιστα, κάποια από τα προσωπικά αντικείμενα της άτυχης γυναίκας, όπως το κινητό της, ο αναπτήρας και τα ρούχα της.
«Στο πρώτο κτίριο που ψάξαμε δυστυχώς τη βρήκαμε νεκρή» λέει ο ΟΦΚΑΘ
Ο Πρόεδρος του ΟΦΚΑΘ Χρήστος Ράμος δήλωσε στο ThessToday.gr ότι σήμερα το απόγευμα αναπτύχθηκε μια ειδική ομάδα εθελοντών για την εξαφάνιση της 31χρονης, με τη συνδρομή της 34χρονης φίλης της. «Καλέσαμε τις φίλες της αγνοούμενης σήμερα το απόγευμα για μια εκτενέστερη κουβέντα και από τη συζήτηση που είχαμε, μας είπαν ότι έχει δύο ακατοίκητα σπίτια κοντά στην περιοχή της που δεν ψάχτηκαν. Έτσι, φτιάξαμε μια ομάδα εθελοντών των επτά ατόμων με φακούς στις 7 το απόγευμα και στο πρώτο κτίριο που ξεκινήσαμε τις έρευνες εντοπίσαμε δυστυχώς νεκρή τη γυναίκα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, αύριο, Τρίτη, η αδελφή της 31χρονης θα καταφθάσει στη Θεσσαλονίκη μαζί με τον σύζυγό της.
Το ιστορικό της τραγωδίας
Υπενθυμίζεται ότι η 31χρονη σταμάτησε να δίνει σημάδια ζωής από την περασμένη Παρασκευή, όταν σύμφωνα με τις πληροφορίες του ThessToday.gr έφυγε από το σπίτι της φίλης της αφήνοντας ένα σημείωμα πίσω στο οποίο εξηγούσε τους λόγους της εξαφάνισης.
Οι αρχές από την πρώτη στιγμή «κύκλωσαν» το σενάριο ερωτικής απογοήτευσης, καθώς στο σημείωμα αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, κατά το οποίο το προηγούμενο διάστημα η 31χρονη φέρεται να είχε αναπτύξει προσωπική σχέση.
Γνώρισε το σκάκι στο νηπιαγωγείο και στα εννιά της η Μαριάντα Λάμπου έγινε πρωταθλήτρια Ευρώπης στα κορίτσια κάτω των δέκα ετών, πρώτη ανάμεσα σε 65 κορίτσια από 30 χώρες.
«Το σκάκι μου άρεσε από την αρχή και ήθελα να το μάθω πολύ και γενικώς και το συνέχισα με άρεσε πολύ γιατί το αγαπούσα», είπε στην ΕΡΤ για τη νίκη της στην Αττάλεια της Τουρκίας.
«Αισθανομαι πολυ όμορφα. Τα περισσότερα παιδιά έπαιζαν καλά, ήταν από τους πρώτους στις χώρες τους και είχα 8 νίκες και μια ισοπαλία. Έπαιξα χαλαρά το σκάκι και πήγα καλά» είπε η 9χρονη πρωταθλήτρια.
Πριν κατακτήσει την Ευρώπη, η Μαριάντα Αθλητικό Πολιτιστικό Όμιλο Αίγλη Παπάγου ήταν πέντε φορές πρωταθλήτρια Ελλάδος.
Ο πρόεδρος του ήταν Ομίλου, Ιωάννης Παναγάκος, ήταν ο πρώτος της δάσκαλος. «Μεγάλες επιτυχίες, η μεγαλύτερη ότι είναι διαμάντι στο χαρακτήρα. Ήταν ότι είχε πάθος μεράκι πολύ».
Η οικογένεια Λάμπου έχει και άλλον ένα πρωταθλητή. Ο Χάρης, ο μικρός αδελφός της Μαριάντας, είναι πρωταθλητής Ελλάδος στα παιδιά κάτω των 8 ετών.
«Μου αρέσει επειδή είναι ένα άθλημα όχι με το σώμα αλλά με το μυαλό» λέει ο Χάρης.
Για την ιδιαίτερη φροντίδα της Κυρίας και Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, οι Πατέρες της Ιεράς Νέας Σκήτης, μου διηγήθηκαν το ακόλουθο γεγονός:
Το έτος 1942, που η Γερμανική κατοχή, είχε επιφέρει μεγάλη συμφορά στην Πατρίδα μας και η πείνα και στέρηση των υλικών αγαθών και ιδιαίτερα η έλλειψη τροφίμων θέριζε κυριολεκτικά τους αδελφούς μας Έλληνες, οι Μοναχοί του Αγίου Όρους, από την φροντίδα και μέριμνα της Παναγίας Μητέρας μας και μητέρας όλου του κόσμου δεν αισθάνθηκαν την έλλειψη των αγαθών, όπως οι άλλοι αδελφοί μας στον κόσμο βρισκόμενοι, που από την πείνα πέθαιναν κάθε μέρα και τους μάζευαν από τον δρόμο τα κάρα και ομαδικά τους ενταφίαζαν.
Έτσι λοιπόν δυο χρόνια υστέρα από τον Αλβανικό πόλεμο με τους Ιταλούς, που οι Γερμανοί κατέλαβαν την Πατρίδα μας και είχαμε γενικό αποκλεισμό από τρόφιμα, οι Πατέρες της Νέας Σκήτης μου είπαν, δεν είχαμε αλεύρι παρά μόνο για δυο ζύμες, το οποίο άμα θα τελείωνε, τι θα γινόμαστε τότε; Είχαμε στην συνοδεία μας εκτός από τον πατέρα Θεοφύλακτο και τον μακαρίτη τον Γερο – Γαλακτίωνα στο σπίτι μας, είπε ο Παπά Ιωακείμ ο Σπετσέρης. ότι στην συνοδεία μας είχαμε ακόμη ένα άτομο και φτάσαμε σε τρομερή απογοήτευση.
Αυτός ο μακαρίτης τώρα και τότε γέροντας μας Ιωακείμ, άνθρωπος του Θεού με πολλή μεγάλη πίστη στον Θεό και γενναία ψυχή, προικισμένος με πνεύμα υπομονής, Πίστεως και αγάπης προς όλον τον κόσμο, μας έδινε θάρρος και μας έλεγε: «Μη λυπήστε παιδιά μου, δεν θα μας αφήσει ο Θεός.
“Εμείς έχουμε την Παναγία μητέρα του Θεού, βοηθό, η οποία, σύμφωνα με την υπόσχεσή της, θα φροντίσει για μας”.
Αλλά εάν παραχωρήσει ο Θεός να στερηθούμε τα υλικά αγαθά και να πεινάσουμε δεν θα πάθουμε τίποτε μεγάλο κακό, γιατί αν με υπομονή καί δίχως γογγυσμό υποφέρουμε ο,τι κακό θα μας βρει, τούτο θα είναι καλό και ωφέλιμο για την ψυχική μας σωτηρία. Εμείς σαν Μοναχοί, πρέπει να κάνουμε κουράγιο, να έχουμε την ελπίδα μας στο θεό και στην Κυρία Θεοτόκο και με το υπόδειγμά μας να δίνουμε θάρρος και στον άλλο κόσμο που υποφέρει πολύ περισσότερο από μας».
Από τις ζύμες το αλεύρι, με πολλή μεγάλη οικονομία καί μέτρο, περάσαμε από τον Απρίλη μέχρι τον Αύγουστο, οπόταν άρχισαν οι καθημερινές Παρακλήσεις της Παναγίας για το 15) Αύγουστο.
Ψωμί δεν είχαμε πλέον καθόλου, ο τότε γείτονας μας Πάτερ Αρσένιος Μαντζαρόλας, που τον είχε η Σκήτη μυλωνά, εκτός του ότι αυτός δεν είχε καθόλου ψωμί, αλλά είχε πάρει δανεικά και χρωστούσε στον έναν και στον άλλον, ολόκληρη φουρνιά 15—20 ψωμιά, χωρίς να μπορεί να τα επιστρέψει.
Στο δικό μας σπίτι αυτός, λέγει η Συνοδεία του πατρός Ιωακείμ Σπετσέρη, πολύ σπάνια ερχόταν, σχεδόν ποτέ, γιατί ο Γέροντας μου πάντα τον συμβούλευε και του έλεγε να σταματήσει τα ταξίδια που συχνά έκανε στον κόσμο, για το νεαρό της ηλικίας του και για τους κινδύνους που διατρέχει ο μοναχός στον κόσμο περιφερόμενος.
Ήτανε δώδεκα του μηνός Αυγούστου, η ώρα έξι (6) το μεσημέρι, ώρα Βυζαντινή (ή οποία κατά την δύση του ηλίου θα πρέπει πάντοτε σε όλες τίς εποχές του έτους να δείχνει ο ωροδείκτης 12), ακούμε να κτυπάει η πόρτα.
Έτρεξε ο Πάτερ Ιάκωβος για να ανοίξει. Είδε τον Πατέρα Αρσένιο Μαντζαρόλα να κτυπάει, του άνοιξε και στην ερώτηση που του έκανε: «Πώς τέτοια ώρα πάτερ Αρσένιε, τι σου συμβαίνει; η οσιότητά σου δεν ερχότανε τον καλό καιρό και τώρα μεσημεριάτικα τι συμβαίνει;».
Εκείνος σχεδόν κλαμένος του απάντησε: «Σώπα, π. Ιάκωβε, και έλα έξω στην απλωταριά — στην βεράντα— στον εξώστη, να δεις τα θαύματα της Κυρίας Θεοτόκου καί την φροντίδα που έχει για μας τους Μοναχούς της η Παναγία μας.
Πράγματι βγήκαμε και οι δυο στην απλωταριά και είδαμε τα κατάρτια ενός πλοίου. Ιδού μου λέγει, π. Ιάκωβε, η Παναγιά μας έφερε σιτάρι! Εγώ είπα: «Πώς το έμαθες αυτό Π. Αρσένιε; πήγες στην παραλία, κατέβηκες κάτω και το είδες;».
Ο Αρσένιος τότε μου είπε: «Πάτερ μου εγώ δεν πήγα στην παραλία, αλλά επειδή, όπως γνωρίζεις, δεν έχω καθόλου ψωμί και χρωστάω τόσα στους Πατέρες και ντρέπομαι να τους δω, αποφάσισα αύριο τα ξημερώματα να φύγω και με τα πόδια σιγά σιγά από τη στεριά να φτάσω στην πατρίδα μου την Σπάρτη.
Η συνέχεια του εκκλησιαστικού κειμένου για την Παναγία
Έτσι, με τη σκέψη αυτή, ξάπλωσα στο ντιβάνι μου να ξεκουραστώ νηστικός και πολύ στενοχωρεμένος. Μόλις αποκοιμήθηκα ή μισο-ξύπνιος ήμουνα, βλέπω την μάνα μου, η οποία ήρθε και μου είπε, τι έχεις παιδί μου και είσαι έτσι λυπημένος; «Μάνα, της είπα, τι άλλο θέλεις να έχω, δεν έχω καθόλου ψωμί, μάνα πεινώ. Κι αυτή μου είπε πάλι: «Και γι’ αυτό θέλεις να φύγεις από το Όρος; της είπα, ναι, γι’ αυτό.
Και που λογαριάζεις να πας παιδί μου; δυστυχισμένο παιδί, δεν είμαι εγώ η Κυβερνήτης του Όρους;
Τόσους αιώνες το προστάτευα, το συντηρώ και το διαφυλάττω, το Όρος ολόκληρο και τους εν αυτώ υπομένοντας πατέρες, δεν τους έχω και τους φροντίζω σαν τέκνα μου αγαπητά; Και πώς είναι δυνατόν να αθετήσω την υπόσχεσίν μου αυτήν; Ιδού σας έφερα κάτω ένα Καΐκι με σιτάρι, σήκω κατέβα και πάρε».
Εγώ σε αυτά είπα: «Μητέρα μου, πώς θα πάρω το σιτάρι αφού δεν έχω χρήματα;
Κι αυτή μου είπε: «Το γνωρίζω κι αυτό παιδί μου, αλλά εδώ κάτω είναι ο Γέρο – Συμεών ο δούλος μου με την συνοδεία του, κι αυτός δεν έχει σιτάρι και στενοχωριέται, πλην όμως σε μένα έχουν την ελπίδα τους. Πήγαινε σ’ αυτούς και θα σου δώσουν χρήματα και να τους πεις να κατέβουν κι αυτοί κι όλοι οι Πατέρες να πάρουν.
Αυτά μου είπε κι έφυγε Π. Ιάκωβε. Έλα λοιπόν κι εσύ πάμε μαζί κάτω να πάρουμε σιτάρι. Να το Καΐκι. Όπως βλέπεις δεν ήταν αυτή η μητέρα μου, αλλά ολοφάνερα ήταν η Παναγία η μεγάλη μας Μητέρα.
Ο Πατήρ Ιάκωβος έτρεξε στον Γέροντα μας και του είπε «δώσε Γέροντα στον Παντελεήμονα χρήματα και σακιά, κι εμείς με τον Π. Αρσένιο φεύγουμε για την παραλία να προλάβουμε να πάρουμε λίγο σιτάρι, μήπως μας φύγει το Καΐκι.
Όταν κατεβήκαμε στην θάλασσα, βρήκαμε τους Καπεταναίους στην Καλαμιά, εκεί που τώρα είναι ο αρσανά του Παπα – Βαρλαάμ. Οι ναυτικοί ήταν καθισμένοι και έλεγαν: «Πατέρες εμείς δεν έχουμε σιτάρι για πούλημα.
Εμάς, από την Καβάλα μας αγγάρευαν οι Γερμανοί να πάμε είδη πολέμου στον Κολυνδρό και μας επέτρεψαν να πάρουμε σιτάρι 300 οκάδες για κάθε οικογένεια. Αυτό έχουμε, αλλά επειδή κι εσείς δεν έχετε καθόλου θα σας δώσουμε να πάρετε από 30 οκάδες κάθε άτομο, για οικονομηθήτε τώρα».
Ρώτησαν τον Π. Αρσένιο, πόσοι μοναχοί είστε εσείς; Ο Π. Αρσένιος είπε εγώ είμαι μόνος μου. Καλά είπαν θα πάρεις 30 οκάδες. Ο π. Αρσένιος είπε, σας ευχαριστώ.
Εσείς Π. Ιάκωβε πόσοι είστε;
Αυτός απάντησε, εμείς είμαστε πέντε (5) γιατί είχαμε και τον Γερο – Βαρθολομαίο.
Εσείς τότε θα πάρετε, είπαν οι Καπεταναίοι, εκατόν πενήντα (150) οκάδες. Και είπαμε δόξα να έχει ο Θεός, σας ευχαριστούμε.
Φύγανε τότε όλοι κι εγώ έμεινα εκεί. Οι άλλοι με την βάρκα πήγανε στο Καΐκι ζύγισαν το σιτάρι και το φέρανε έξω στην παραλία.
Οι Γερμανοί αξιωματικοί, δεν τους «είπαν τίποτε. Όταν ήρθαν έξω, τότε οι άνθρωποι που είχαν το Καΐκι είπαν: «Πατέρες, οι Γερμανοί φοβούνται και δεν θέλουνε να φύγουμε τώρα που είναι ακόμη ημέρα, αλλά θέλουν να φύγουμε τα μεσάνυχτα, γι’ αυτό μήπως μπορούσαμε, με την ευκαιρία αυτή, εμείς να προσκυνήσουμε τα άγια Λείψανα που έχετε εδώ στην Σκήτη σας;
Ο Π. Ιάκωβος τους είπε: «ευχαρίστως μπορείτε, βεβαίως, να έρθετε επάνω». Ο Δίκαιος μας, που τότε ήταν ο Γέρο – Ανατόλιος, ο οποίος έμενε στην Καλύβη του αγίου Σπυρίδωνος, είναι δικός μας και θα σας αφήσει να προσκυνήσετε, ελατέ πάμε. Τους πήρε κι ανεβήκαμε όλοι μαζί.
Όταν φτάσαμε στο προσκυνητάρι λέει ο Καπετάνιος:
«Πατέρες μήπως μπορούσατε να μας δώσετε λίγο καφέ, μια-δυο οκάδες και να σας δώσουμε σιτάρι; Εμείς τους είπαμε πολύ καλά να σας δώσουμε, για τόσο λίγο πράγμα δεν γίνεται λόγος. Ο Καπετάνιος τότε είπε, καλά, αλλά με τι τιμή θα μας τον δώσετε;
Εμείς, τους είπαμε, τώρα τελευταία αδελφοί, τον καφέ τον αγοράσαμε προς 50 δραχμές την οκά και το σιτάρι έχει δέκα δραχμές, εσείς θα μας δώσετε πέντε οκάδες σιτάρι για κάθε οκά καφέ. Ο Καπετάνιος τότε είπε: «όχι Πατέρες αυτό δεν είναι δίκαιο, αλλά θα σας δώσουμε για κάθε οκά του καφέ είκοσι οκάδες σιτάρι, έτσι πάει, αυτή είναι ή τιμή του τώρα.
Ο Π. Ιάκωβος τους είπε, όχι αδελφοί, αυτό είναι αισχροκέρδεια και δεν το θέλει ο Δεσπότης Χριστός, δεν είναι σωστό πράγμα και εκείνοι είχανε τις αντιρρήσεις τους, για να μας δώσουν όσο αυτοί θα κρίνουν σωστό, αυτό και έγινε για να ικανοποιηθούν όλοι.
Τότε εγώ είπα, Πάτερ Ιάκωβε, τι καθόμαστε, πάμε σύντομα επάνω, γιατί αργήσαμε κι ο Γέροντας μας θα ανησυχεί και θα νομίζει πως πάθαμε τίποτε.
Ο ναύκληρος τότε είπε: «Έχετε κι άλλον Γέροντα; του είπαμε ναι, έχουμε και είναι άγιος άνθρωπος, τότε αυτός είπε: «Πατέρες όλο το σιτάρι που έχουμε στο Καΐκι μας θα μείνει εδώ για όλους τους αδελφούς σας».
Πήγαμε στο Κυριακό της Σκήτης, προσκύνησαν οι ναυτικοί τα άγια Λείψανα κι εμείς κάναμε θερμή δοξολογία και ευχαριστία με παράκληση και με ολονύχτια αγρύπνια, ευχαριστήσαμε την προστάτιδα του Αγίου Όρους, Κυρία και Δέσποινα Θεοτόκο και την παρακαλέσαμε με πίστη και θερμά δάκρυα να καταπαύσουν οι πόλεμοι και να ειρηνεύσει ο κόσμος και έτσι οί ναυτικοί με τους Γερμανούς έφυγαν κατασυγκινημένοι και πολύ ευχαριστημένοι, όπως μας βεβαίωσαν.
Για την αγαπημένη του σύζυγο, την οποία έχασε το 2007, καθώς και την επαγγελματική του διαδρομή μίλησε από καρδιάς ο Πάνος Σόμπολος στην κάμερα της εκπομπής «Δύο στη μία» και τον δημοσιογράφο Ιορδάνη Παπακυριακού την Κυριακή στην ΕΡΤ.
Πιο συγκεκριμένα, ο Πάνος Σόμπολος εξομολογήθηκε πως «πολλά γεγονότα με πείραζαν όταν έβλεπα θύματα μικρά παιδιά. Στον αέρα όμως δεν λύγιζα ποτέ, μα ποτέ, γιατί έχουμε και τους θεατρινισμούς. Κάνουμε ότι λυγίζουμε για να κάνουμε τηλεθέαση. Πολλές φορές δυστυχώς κυνηγάμε την τηλεθέαση και ξεφεύγουμε από την δημοσιογραφική δεοντολογία».
«Δυστυχώς η οικογένεια μού έλειψε. Ήταν τέτοιο το ρεπορτάζ που δεν είχα την δυνατότητα να είμαι κοντά στην οικογένεια μου. Ευτυχώς η σύζυγος μου, η Τζένη που έχασα το 2007, εκείνη στάθηκε και κράτησε την οικογένεια. Αυτή ήταν η μάνα και ο πατέρας. Αν δεν είχα αυτή την γυναίκα δεν θα είχα ούτε οικογένεια, ούτε σπίτι, ούτε και ξέρω τι θα μπορούσα να είμαι τώρα. Την χάσαμε δυστυχώς πολύ νωρίς από καρκίνο και δεν πρόλαβε να δει εγγόνια και πολλά πράγματα που έπρεπε να δει» συμπλήρωσε ο Πάνος Σόμπολος στο ψυχαγωγικό μαγκαζίνο της δημόσιας τηλεόρασης.
Δεν τραγούδησαν τον εθνικό ύμνο του Ιράν πριν από την έναρξη του αγώνα με την Αγγλία για το Παγκόσμιο Κύπελλο το μεσημέρι της Δευτέρας, οι ποδοσφαιριστές της εθνικής ομάδας της χώρας, σε μια προφανή ένδειξη υποστήριξης προς τους διαδηλωτές και στα δικαιώματα των γυναικών στην Ισλαμική Δημοκρατία.
Iranian team refused to sing the official Iranian anthem at #FIFAWorldCup2022 as a sign of support for protesters in their homeland.
Admire everyone who is fighting for freedom and democracy! The price of freedom is so high but it's the only option. pic.twitter.com/veLe2DPCgr
Στα πλάνα που έκαναν τον γύρο του κόσμου, όλοι οι παίκτες της αρχικής ενδεκάδας έμειναν σιωπηλοί και ανέκφραστοι ενώ έπαιζε ο ύμνος.
What BeIN sport and Qatari media refuse to show; Iran fans show support for the #MahsaAmini protests at their nation's match against England in #Qatar. Protest by Iranian fans – booing their regime's national anthem ahead of match against England. #IranProtests@nytimes@GBNEWSpic.twitter.com/QYSS8rMOs9
Όπως καταγγέλλει λέει στο newsit.gr πρώην φιλοξενούμενη σε επαρχιακή δομή της «Κιβωτού του Κοσμού, «με είχαν στην απομόνωση και ξεχνούσαν να μου φέρουν φαγητό και νερό».
Η 16χρονη περιγράφοντας τα όσα βίωσε κατά τη διάρκεια της παραμονή στις εγκαταστάσεις της ΜΚΟ, κάνει λόγο για συνθήκες τρομοκρατίας, ρατσισμού αλλά και για εκδικητικές συμπεριφορές από εργαζόμενους.
«Ζούσα στην Κιβωτό του Κόσμου έξι χρόνια, από τα 7 μου χρόνια μέχρι τα 13. Μετά με έδιωξαν και τα τελευταία δύο χρόνια μένω σε ξενώνα. Οι καταστάσεις δεν ήταν καθόλου καλές, όλη μέρα είχε τιμωρίες, έπρεπε να δουλεύεις και αν δεν το κάναμε δεν μας άφηναν να φάμε, δεν μας έδιναν χαρτζιλίκι και δεν μας άφηναν να βγαίνουμε με τους φίλους μας», λέει στο newsit.gr η 16χρονη και συμπληρώνει: «Μας έβαζαν να μαζεύουμε κουκουνάρια, τα βάζαμε σε σακούλες και μας τα ξανά έριχναν κάτω για να τα ξαναμαζέψουμε και όλο αυτό μέσα στον ήλιο. Ήταν κανόνας στην δομή και αν δεν το έκανε κάποιος ή του έβαζαν τιμωρία, ή δεν έτρωγε, ή καθόταν για την υπόλοιπη μέρα στο δωμάτιό του».
«Τα παιδιά άλλου χρώματος τα είχαν συνέχεια στην κουζίνα»
Συνεχίζοντας την αφήγηση της μιλάει για το βάναυσα χτυπήματα που είχε δεχτεί από παιδαγωγούς της προκειμένου να συνετιστεί, ενώ αναφέρεται και στις ρατσιστικές συμπεριφορές εργαζομένων.
«Μέχρι και τρεις μέρες μπορεί κάποιο παιδί να μην είχε φάει αν δεν έκανε τις δουλειές. Με είχαν χτυπήσει. Με χτυπούσαν και μετά είχαν την απορία γιατί τους χτυπάω εγώ και προσπαθούσαν να με βγάλουν τρελή όταν τα έλεγα και δεν με άκουγε κανένας», αναφέρει η πρώην φιλοξενούμενη σε επαρχιακή δομή της “Κιβωτού του Κόσμου” και προσθέτει: «Με χτυπούσαν οι παιδαγωγοί, αν παράκουγα κάποιον κανόνα, το έκαναν και στα άλλα παιδιά αυτό.
Η δομή ξεχωρίζει επίσης τα παιδιά, είναι πολύ ρατσιστές με τα έγχρωμα παιδιά, τους έβαζαν περισσότερη δουλειά, τους μιλάνε πιο άσχημα. Για παράδειγμα ένα παιδί που έμενε στην κιβωτό και ήταν μελαμψός, το είχαν όλη μέρα στην κουζίνα αντί να βγει έξω να παίζει. Υπάρχουν επίσης διακρίσεις, κάποια παιδιά έχουν δικό τους πρόγραμμα και δεν ακολουθούν τους κανόνες. Ο πατέρας Αντώνιος τα ήξερε όλα αυτά, του είχα μιλήσει άπειρες φορές και πολλές φορές κλαίγοντας κιόλας και μου είχε πει χαρακτηριστικά “δεν βάζω εγώ τους κανόνες, ότι πει το κράτος”.
Οι τιμωρίες και η απομόνωση
Η ίδια μπήκε δύο μήνες στην απομόνωση και κάποιες φορές έμεινες νηστική, καθώς οι υπεύθυνοι ξεχνούσαν να την πάνε φαγητό. «Καθόμουν σε μια καρέκλα και αν έφευγα χωρίς να σηκώσω το χέρι μου για να πάρω άδεια, θα έπαιρνα τιμωρία επιτόπου, αυτοί ήταν για παράδειγμα οι κανόνες. Επίσης, απαγορεύεται να πας τουαλέτα χωρίς άδεια. Απαγορεύονταν τα κινητά για να μην μιλάμε με τους γονείς μας, απαγορευόταν να σου μιλάνε τα άλλα παιδιά ενώ σε έχουν βάλει τιμωρία. Μια από τις τιμωρίες ήταν να κάθεσαι στην γωνία με το ένα πόδι ψηλά, μπροστά σε όλους, για να σκεφτείς το λάθος σου και ήταν και η απομόνωση. Η απομόνωση ήταν κάτι μικρά σπιτάκια. Εμένα, με είχαν εκεί για δύο μήνες σε ένα από αυτά τα δωμάτια, ξεχνούσαν να μου φέρουν φαγητό και νερό κάποιες φορές, δεν επιτρεπόταν να διαβάζω ούτε βιβλίο εκεί, μόνο να βλέπω τέσσερις τοίχους για δύο μήνες. Με έβαλαν τιμωρία γιατί ένας εργαζόμενος της δομής με είχε χτυπήσει και επειδή του το ανταπόδωσα με έβαλαν εκεί. Έβλεπα τα άλλα παιδιά να πηγαίνουν στο λούνα παρκ και εμένα με είχαν αφήσει πίσω και ας έκλαιγα».
Η 16χρονη εκδιώχθηκε από τη δομή της «Κιβωτού του Κόσμου», όταν τόλμησε να εκμυστηρευτεί στα συγγενικά της πρόσωπα τον εφιάλτη που βίωνε.«Μου είχαν πει ότι σε περίπτωση που μιλούσα, κανένας δεν θα με πίστευε γιατί ήμουν πολύ μικρή. Όταν είχε έρθει ο αδερφός μου με τον πατέρα μου να με δουν, τους τα είπα όλα και είχε κάνει φασαρία ο πατέρας μου. Σχεδόν μετά από αυτό έφυγα, έφυγα γιατί ξεκίνησα να τα λέω παραέξω όσα γινόντουσαν και με έδιωξαν».
Κιβωτός του κόσμου: Η Μίνα Σπυροπούλου- Καρέλια, δωρήτρια της δομής της Καλαμάτας, αποκαλύοτει άγνωστες πτυχές γύρω από την παραχώρηση του ακινήτου και την συμπεριφορά της πρεσβυτέρας.
«Αποφασίσαμε να κάνουμε αυτή τη δωρεά στην Κιβωτό και ξεκινήσαμε να ανακατασκευάζουμε το πρώτο σπίτι ώστε να είναι κατάλληλο για τα παιδιά. Φτιάξαμε γραφεία παιδαγωγών, γραφείο με computer, μεγάλη τραπεζαρία , playroom , επαγγελματική κουζίνα, πυρόσβεση κτλ.» λέει η κυρία Σπυροπούλου – Καρέλια στο iefimerida τονίζοντας ότι ο π. Αντώνιος και η σύζυγός του αδιαφορούσαν για την πρόοδο των εργασιών.
«Δεν μπορούσα ούτε να τους βρω στο τηλέφωνο να συνεννοηθούμε για τα τεχνικά θέματα του σπιτιού. Μέχρι που μια μέρα με πήρε τηλέφωνο η πρεσβυτέρα, γιατί αυτή έκανε κουμάντο και μου ζήτησε στο ακίνητο να φτιάξουμε και αρχαίο θέατρο. Της εξήγησα ότι εμείς φτιάχνουμε χώρο για τα παιδιά και ότι υπάρχει πνευματικό κέντρο στην πόλη όπως και το κάστρο αν θέλουν να τα πηγαίνουν. Τότε μου έκλεισε το τηλέφωνο. Εγώ νόμισα ότι κόπηκε η γραμμή και ξαναπήρα αλλά απάντησε ο οδηγός τους – γιατί είχαν οδηγούς παιδιά που είχαν μεγαλώσει στις δομές- και μου είπε ότι δεν μπορεί να μου μιλήσει γιατί ήταν απασχολημένη. Επειδή δεν μου άρεσε καθόλου αυτή η συμπεριφορά μίλησα με τον δικηγόρο μου και ζητήσαμε το ακίνητο πίσω. Αυτοί βέβαια δεν το έδωσαν γιατί δεν είχαμε σκεφτεί να έχουμε τέτοιο όρο στη δωρεά . Τότε -πριν ακόμα πάρουν τις άδειες- έφεραν τα πρώτα παιδιά στην Καλαμάτα για να μην χάσουν το σπίτι».
Τα περασμένα Χριστούγεννα «τους έστειλα τα χρήματα για τα ρούχα και τα παπούτσια αφού πρώτα είχα ζητήσει να μάθω πόσα παιδιά ήταν εκεί και τα μεγέθη των ρούχων και των παπουτσιών. Από το ποσό αυτό ξόδεψαν μόνο 3.800 ευρώ. Όταν το έμαθα ζήτησα να επιστραφούν τα υπόλοιπα χρήματα όπως και έγινε. Στα νούμερα παπουτσιών μου είχαν ζητήσει και νούμερο 45 και τους λέω ποιο παιδί φοράει 45; Αφού μας είχαν πει ότι θα φιλοξενούν παιδιά από 5 έως 15 ετών κορίτσια και αγόρια, αλλά έφεραν μόνο αγόρια. Τότε μου είπαν ότι έχουν και μεγαλύτερα παιδιά».
«Επιθυμία μας ήταν να γεμίσουν τα σπίτια με παιδιά και να υπάρχουν υπεύθυνα άτομα για την διαπαιδαγώγησή τους και να περιβάλλονται από αγάπη που τόσο τους είχε λείψει. Ας φροντίσει το κράτος να έχει την εποπτεία και να συνεχίσουν να φιλοξενούνται παιδιά. Να φροντίσει να μην πάνε χαμένες οι δωρεές οι οποίες εδώθησαν για τα ταλαιπωρημένα παιδιά και όχι για τις ορέξεις κάποιων, αν βέβαια αυτό αποδειχθεί», αναφέρει ακόμη η Μίνα Σπυροπούλου – Καρέλια η οποία μαζί με την κόρη της το 2018,αποφάσισαν να δωρίσουν στη δομή το οικόπεδο 32 στρεμμάτων με δύο ακίνητα στη μνήμη του συζύγου και πατέρα τους, του καπνοβομήχανου Κωνσταντίνου Καρέλια.