Η ώρα της αλήθεια έφτασε. Μετά από αρκετή έρευνα και αρκετά στοιχεία θα σας παρουσιάσουμε όσα δεν ξέρετε για τους Ρομά.
Ξεκινάμε λοιπόν με το πιο εύκολο… Ένας Ρομά ή καλύτερα μια Ρομά μπορεί να γίνει πολύτεκνη μέσα σε 3 χρόνια χωρίς καν να γεννήσει παιδί. Πως;
Απλά με 2 μάρτυρες, πηγαίνει σε ένα αστυνομικό τμήμα και δηλώνει οτι…γέννησε κάτω απο ένα δέντρο. Γιατί αυτό;
Πάμε να δούμε τι λέει το τρίτο δικαιολογητικό για να γίνει η ληξιαρχική πράξη γέννησης
Δελτίο Γέννησης – Πιστοποιητικό από τον γυναικολόγο-μαιευτήρα ο οποίος δηλώνει πότε και που έγινε ο τοκετός. Σε περίπτωση αδυναμίας προσκόμισης του παρόντος πιστοποιητικού χρειάζεται υπεύθυνη δήλωση τρίτου ατόμου που παραστάθηκε στον τοκετό. Και κάπου εδώ εμφανίζονται οι 2 μάρτυρες και δηλώνουν οτι όντως το παιδί γεννήθηκε κάτω απο ένα δέντρο.
Η οικογένεια Ρομά παίρνει το χαρτί και έχει ληξιαρχική πράξη γέννησης και έχει ένα εικονικό παιδί. Και θέλετε να μάθετε το καλύτερο;
Το παιδί που δηλώνουν είναι ΠΑΝΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙ… Γιατί;
Γιατί αν δηλώσουν αγόρι κάποια στιγμή θα τους έρθει χαρτί για στρατό. Οπότε δηλώνουν ψεύτικο παιδί κορίτσι και από εκείνη τη μέρα κανείς δεν ασχολείται. Αν ζητηθεί από την αστυνομία να δουν το παιδί (πράγμα αδύνατον) παίρνουν ένα μωρό από άλλον Ρομά. Είπατε τίποτα;
Δεύτερον, έχεις ποτέ αναρωτηθεί τι θα γινόταν αν συμπεριφερόσουν στο παιδί σου όπως συμπεριφέρεται ένας Ρομα στο δικό του; Σε πόσα φανάρια έχεις δει 4-5 χρόνων παιδί Ρομά να πουλάει χαρτομάντιλα χωρίς παπούτσια και βρώμικο;
Προσωπικά βλέπω κάθε μέρα. Πόσες φορές έχουμε δει πατέρα Ρομά να βαράει το παιδί του και τη γυναίκα του; Πάρα πολλές φορές. Αν εσύ έκανες αυτά στο παιδί σου ξέρεις τι θα γινόταν;
Θα έχανες την επιμέλεια του παιδιού σου και το παιδί σου θα πήγαινε σε ίδρυμα μέχρι να μεγαλώσει, έχει συμβεί ποτέ αυτό σε κάποιον Ρομά; Η απάντηση είναι ΟΧΙ.
Οι Ρομά αποτελούν μια πληθυσμιακή ομάδα που λαμβάνει πολλά προνοιακά επιδόματα. Πολλές οικογένειες, μάλιστα, ζουν ουσιαστικά από αυτά. Επίδομα φτώχειας, πολυτέκνου αλλά και για ατυχήματα που παθαίνουν συχνά λόγω του τρόπου ζωής τους και χρόνιες ασθένειες.
Μετά από έρευνα μόνο στην περιοχή του Βόλου, αποκαλύφθηκε ότι 14 Ρομά εισέπρατταν παρανόμως οικογενειακά επιδόματα ύψους 211.000 ευρώ. Είναι κοινό μυστικό, άλλωστε, ότι ο αριθμός των παιδιών που δηλώνονται από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα στους κόλπους των Ρομά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Η Κάρτα Αλληλεγγύης, που θεσμοθετήθηκε από το υπουργείο Εργασίας για να ανακουφίσει πολλές οικογένειες που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας, καταλήγει σε δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό σε Ρομά, καθώς πάρα πολλοί εξ αυτών εμφανίζονται να πληρούν τα κριτήρια.
Είναι σύνηθες φαινόμενο, μας λένε εκπαιδευτικοί, να εγγράφονται στα δημόσια σχολεία παιδιά των Ρομά χωρίς, όμως, να παρακολουθούν τα μαθήματα. Αυτό συμβαίνει επειδή για να λαμβάνουν οι γονείς το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης προϋπόθεση είναι τα παιδιά τους να είναι ενταγμένα στο σύστημα υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Κάποιοι από αυτούς, μάλιστα, εισπράττουν επιδόματα κάθε είδους παρότι είναι εύποροι. Τα εισοδήματά τους, όμως, είναι κατά κανόνα αδήλωτα. Με τον τρόπο αυτό στερούν επιδόματα από πραγματικά άπορες οικογένειες, οι οποίες ουδέποτε έτυχαν κάποιας ιδιαίτερης μεταχείρισης.
Καλά το άλλο σίγουρα το διαβάσατε… Ετοιμάζει ο Σύριζα να τους βάζει στα ΤΕΙ μόνο με απολυτήριο λυκείου. Και ενώ το δικό σου παιδί φίλε μου θα διαβάζει ολη μέρα, θα χρεώνεσαι εσύ σε φροντιστήρια, θα έρχεται ο Ρομά και θα παίρνει μια θέση σε ΤΕΙ χωρίς εξετάσεις ακόμα και αν πέρασε με 9.5.
Ο δήμαρχος Μενιδίου και αρκετοί κάτοικοι δήλωσαν «Οταν προσπαθούσαμε να γκρεμίσουμε τους αυθαίρετους καταυλισμούς, οι άνθρωποι που σήμερα κυβερνούν και τότε ήταν εν δυνάμει κυβερνώντες μάς εμπόδιζαν συστηματικά. Μας έλεγαν ρατσιστές και έφτασαν μέχρι και να μας καταγγείλουν στην Υπατη Αρμοστεία».
Πράγματι, δεν έχει περάσει και τόσος καιρός από τότε που όλοι εκείνοι που σήμερα καταγγέλλουν το άβατο των καταυλισμών της Δυτικής Αττικής, το υπερασπίζονταν μετά μανίας. Λειτουργώντας σαν αυτόκλητοι σωτήρες συνέβαλαν στην εδραίωση του καθεστώτος ανομίας.
Το Τμήμα Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ είχε από το 2013 ταχθεί ενάντια στην εκκένωση των αυθαίρετων καταυλισμών, χαρακτηρίζοντας τη μεταφορά των Ρομά «εκπατρισμό και διωγμό από την οικία τους». Δεν δίσταζαν, μάλιστα, να καλέσουν κάθε κρατικό όργανο «να απέχει από κατασταλτικές ενέργειες». Κατά πολλούς, εκεί οφείλεται η τωρινή αμηχανία της κυβέρνησης και η τάση της να υποβαθμίσει το τραγικό περιστατικό.
Επίσης, η Ειδική Γραμματεία Κοινωνικής Ενταξης των Ρομά, «καλείται να αντιμετωπίσει την ακραία φτώχεια και τη βελτίωση συνθηκών διαβίωσης των Ρομά». Αξιοσημείωτο, όμως, είναι ότι ενώ στην Ελλάδα έχουν διοχετευτεί εκατομμύρια ευρώ από κοινοτικά κονδύλια είναι η πρώτη φορά που για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται και εθνικά κονδύλια.
Ενώ, σύμφωνα με τον αρμόδιο υπουργό Νίκο Τόσκα, δεν υπάρχουν διαθέσιμα κονδύλια ούτε καν για ραντάρ ελέγχου στις εθνικές οδούς, με απόφαση του υπουργού Εσωτερικών Πάνου Σκουρλέτη εγκρίθηκε η καταβολή ποσού συνολικού ύψους 838.094,74 ευρώ, μεταξύ άλλων, και για χρηματοδότηση «Κέντρων Στήριξης Ρομά και Ευπαθών Ομάδων» κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2016.
Τελειώνουμε μόνο με μία πρόταση…
Θες να περάσεις και εσύ καλά σε αυτή τη ριμαδοχώρα; Δήλωσε ότι είσαι Ρομά… Τα επιδόματα σε περιμένουν.
Απόφαση δικαστηρίου απαγορεύει να χτυπούν οι καμπάνες της εκκλησίας τις ώρες κοινής ησυχίας, με το πρόστιμο να επιβάλλεται για κάθε χτύπο.
Περίεργο και όμως αληθινό είναι το γεγονός ότι δικαστική απόφαση απαγορεύει να χτυπάνε οι καμπάνες της εκκλησίας σε συγκεκριμένες ώρες και επιβάλλει πρόστιμο για κάθε χτύπο τους!
Πιο συγκεκριμένα, το Μονομελές Πρωτοδικείου Σύρου αποφάνθηκε ότι δεν επιτρέπεται ο χτύπος καμπάνας εκκλησίας σε ώρες κοινής ησυχίας, ούτε για λατρευτικούς σκοπούς.
Πώς ξεκίνησε η υπόθεση με τις καμπάνες
Στη Δικαιoσύνη προσέφυγε κάτοικος της Μήλου, το σπίτι της οποίας βρίσκεται δίπλα σε ενοριακό ναό και η οποία, όπως αναφέρεται στη δικαστική απόφαση, υποστήριξε ότι «εξαιτίας των εκπομπών ήχου το κωδωνοστασίου έχει υποστεί βλάβη η ψυχική της υγεία, με αποτέλεσμα να προσβάλλεται παράνομα η προσωπικότητά της», όπως αναφέρει το dikastiko.gr.
Όπως αποδείχτηκε, ο συγκεκριμένος ενοριακός ναός διατηρεί κωδωνοστάσιο στον Τριοβάσαλο Μήλου και «έχει ρυθμίσει με αυτοματοποιημένο τρόπο να χτυπούν οι καμπάνες ακόμα και τις ώρες κοινής ησυχίας, όχι μόνο για να ειδοποιούν τους πιστούς για τις τελούμενες ακολουθίες αλλά και για τη σήμανση ωρών και ημιώρων, σε τέτοια ένταση ώστε να εκπέμπονται θόρυβοι πέρα από τα ανεκτά όρια».
Η ενάγουσα προσκόμισε ιατρική βεβαίωση
Η ενάγουσα προσκόμισε ιατρική βεβαίωση αποδεικνύοντας ότι ο θόρυβος της καμπάνας επιδεινώνει διαρκώς την υγεία της σε σημείο πια που δυσκολεύεται ακόμα και ουσιωδώς στην εκπλήρωση των εργασιακών της υποχρεώσεων ως ελεύθερης επαγγελματία.
Σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, «η κατάσταση που δημιουργείται με τη χρήση της καμπάνας του ναού ως ρολογιού επιδεινώνει τα προβλήματα της υγείας της αιτούσας και δεν είναι υποχρεωμένη να το ανέχεται, ενώ η σύνδεση της καμπάνας με το ρολόι δεν εξυπηρετεί στην πραγματικότητα κανένα ουσιώδη σκοπό. Η λατρευτική αποστολή της καμπάνας είναι ένα καλεί τους πιστούς στη Θεία Λειτουργία, πράγμα που η αιτούσα δεν το αμφισβητεί καθόλου. Ζητάει να υποχρεωθεί προσωρινά η παύση του κωδωνοστασίου του ναού ως ρολογιού με παραγωγή ήχου και να επιτρέπεται χρήση του κωδωνοστασίου μόνο για την εξυπηρέτηση των θρησκευτικών και λειτουργικών αναγκών που προστατεύονται από άρθρο του Συντάγματος με εξαίρεση της ώρες κοινής ησυχίας. Η εξαίρεση αυτή δεν ισχύει για τις δεσποτικές και θεομητορικές εορτές».
Να τονιστεί ότι η ενάγουσα δεν ζήτησε την να απαγορευτεί η χρήση της καμπάνας για θρησκευτικούς και λατρευτικούς σκοπούς της εκκλησίας.
«Χτύπος» και πρόστιμο
Σύμφωνα με το δικαστήριο, «για κάθε παράνομο χτύπημα της καμπάνας, ο ιερός ναός θα καταβάλει στην αιτούσα ως χρηματική ποινή το ποσό των 200 ευρώ».
Από τις απαγορεύσεις εν ώρα κοινής ησυχίας το δικαστήριο εξαίρεσε τις εξής μεγάλες γιορτές: Περιτομή, Θεοφάνεια, Υπαπαντή, Βαΐων, Άγια Πάθη, Ανάσταση, Ανάληψη, Πεντηκοστή, Αγ. Πνεύματος, Μεταμόρφωση, Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, Χριστούγεννα, Ευαγγελισμός, Ζωοδόχος Πηγή, Κατάθεση της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου, Κοίμηση της Θεοτόκου, Κατάθεση της Τιμίας Ζώνης, Γέννηση της Θεοτόκου, Αγία Σκέπη της Θεοτόκου, Εισόδια της Θεοτόκου και Σύναξις της Θεοτόκου.
Τη βάπτιση της 8 μηνών κόρης τους πραγματοποίησαν σήμερα το πρωί 26/10 στην Ιερά Μονή Ευαγγελιστρίας στη Σκιάθο ο Γιώργος Αγγελόπουλος και η Δήμητρα Βαμβακούση.
Το ζευγάρι επέλεξε το μυστήριο να πραγματοποιηθει στον τόπο καταγωγής του Γιώργου Αγγελόπουλο, έναν τόπο που αγαπούν πολύ και οι δυο και περνούν μεγάλο μέρος του χρόνου.
Η κόρη του Γιώργου Αγγελόπουλου και της Δήμητρας Βαμβακούσηπήρε δυο ονόματα, Ουρανία (από την αείμνηστη μητέρα του Γιώργου Αγγελόπουλου) και Μαρία από την Παναγία.
Η Δήμητρα Βαμβακούση επέλεξε ένα λευκό κοντό φόρεμα και λευκά σνίκερς για να είναι άνετη, ενώ ο Γιώργος Αγγελόπουλος ντύθηκε πιο κλασσικά με ένα γκρι κουστούμι, με το χρώμα που επικρατούσε στον στολισμό να είναι το ροζ.
Επιλογή τους ήταν– σε αντίθεση με τον γάμο του – η βάφτιση της κόρης τους να γίνει σε στενό οικογενειακό κύκλο, όπως και έγινε. (δες εδώ τις φωτογραφίες του TLIFE)
Λίγες ώρες μετά το μυστήριο η Δήμητρα Βαμβακούση δημοσίευσε μια πολύ τρυφερή φωτογραφία με τη νεοφώτιση στον προσωπικό της λογαριασμό στο instagram.
Δείτε τη φωτογραφία:
Γιώργος Αγγελόπουλος – Δήμητρα Βαμβακούση: H βάφτιση της κόρης τους στην Σκιάθο
Ο Γιώργος Αγγελόπουλος και Δήμητρα Βαμβακούση βρίσκονται στην Σκιάθο για έναν πολύ ξεχωριστό λόγο, καθώς σήμερα Σάββατο 26 Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκε η βάφτιση της κόρης τους.
Η τελετή έγινε στην Ιερά Μονή Ευαγγελιστρίας και οι γονείς της μικρής έφτασαν από νωρίς.
Η κόρη του Γιώργου Αγγελόπουλου και της Δήμητρας Βαμβακούση, πήρε δυο ονόματα, Ουρανία (από την αείμνηστη μητέρα του Γιώργου Αγγελόπουλου) και Μαρία από την Παναγία.
Η Δήμητρα Βαμβακούση επέλεξε ένα λευκό κοντό φόρεμα και λευκά σνίκερς για να είναι άνετη, ενώ ο Γιώργος Αγγελόπουλος ντύθηκε πιο κλασσικά με ένα γκρι κουστούμι.
Το ζευγάρι έχει επιλέξει – σε αντίθεση με τον γάμο του – η βάφτιση της κόρης τους να γίνει σε στενό οικογενειακό κύκλο, ενώ νονός της μικρής θα είναι ο Νίκος Πρέκας, ξάδελφος του Γιώργου Αγγελόπουλου.
Με αφορμή τον ρόλο της στη νέα σειρά του Alpha, «Τιμωρός» η Μαρίνα Καλογήρου μίλησε στην εκπομπή «Καλύτερα δε γίνεται» και στη δημοσιογράφο Ναταλία Αργυράκη.
Η ηθοποιός αναφέρθηκε στα διαστήματα αποχής της από την υποκριτική αλλά και την πρωτεύουσα, καθώς και στην περίοδο που υποδυόταν την Έλλη Λαμπέτη.
«Έχω μείνει 1 χρόνο στη Σέριφο, 1,5 χρόνο στη Χαλκιδική, 1,5 χρόνο στα Χανιά… Στη Σέριφο πήγα γιατί όταν ήμουν μικρή είχα καταφέρει να χτίσω ένα σπίτι και πήγα εκεί γιατί έμεινα τελείως χωρίς χρήματα. Στη Χαλκιδική πήγα με αφορμή ένα καταπληκτικό σχολείο που υπάρχει εκεί, για τον γιο μου. Στα Χανιά πήγα με αφορμή μια δουλειά αλλά έμεινα μετά 1,5 χρόνο» αποκάλυψε η Μαρίνα Καλογήρου.
«Αυτό που με τρομάζει, όπως όλους τους γονείς, είναι το διαδίκτυο, η οθόνη. Τα παιδιά δε ζουν πια» είπε σε άλλο σημείο η ηθοποιός.
«Πήγαινα στην Τρίτη Λυκείου όταν έκανα την πρώτη μου δουλειά, το 1996 στο “Λόγω Τιμής”… Δε με αναγνωρίζουν στον δρόμο… Όταν έπαιζα την Έλλη Λαμπέτη, είχαμε μια πρεμιέρα για τη σειρά, είχαν στρώσει ένα κόκκινο χαλί με κάμερες. Εγώ τότε δεν ήξερα καθόλου να πλασάρω τον εαυτό μου, να ντύνομαι ωραία, ήμουν σαν κοριτσάκι, είχα πάει με ένα τζινάκι και ένα μπλουζάκι, ό,τι να ναι. Λέω, “είμαι η πρωταγωνίστρια, αν περάσω από εκεί θα με σταματήσουν όλοι” και λέω, “κοίτα κάτω και πέρνα”. Δε με κατάλαβε κανείς.
Τότε είχα βάλει και σαν όρο στο συμβόλαιό μου να μη δώσω καμία συνέντευξη. Ένιωθα μια τεράστια ευθύνη. Το μόνο που μπορούσα να κάνω είναι να την αισθανθώ και να παίξω…» ανέφερε επίσης η Μαρίνα Καλογήρου.
Πάντα προσηνής και ακμαιότατος στα 86 του, ο αγαπητός καλλιτέχνης μάς αφηγήθηκε τις στιγμές που σημάδεψαν την πολυκύμαντη ζωή του και την περιπετειώδη πορεία του στην ελληνική μουσική σκηνή.
Γεννήθηκα όχι μέσα στη φυλή μου, γεννήθηκα –χωρίς να το παρεξηγήσετε– με Έλληνες στη Λιβαδειά το 1936, σε μια γειτονιά που είχε όλες τις τάξεις. Υπήρχαν οι πλούσιοι, η ελίτ που λέμε σήμερα, τότε δεν υπήρχε αυτή η λέξη, η μεσαία τάξη, οι φτωχοί και οι πιο φτωχοί. Ανήκα στους πιο φτωχούς, στην κατώτερη φυλή, στους πληβείους.
• Εγώ θυμάμαι από τεσσάρων χρονών τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, θυμάμαι ακριβώς όταν έγινε η κήρυξη του πολέμου, τους συγγενείς μου που βγάζαν φωτογραφίες με τα κορίτσια της γειτονιάς γιατί νόμιζαν ότι πήγαιναν σε πανηγύρι. Δεν ήταν μόνο οι συγγενείς μου, όλοι έτσι έκαναν, θυμάμαι περιστατικά πολλά.
• Ήταν δύσκολα χρόνια. Με πενήντα λεπτά ρύζι που έβαζε ο μπακάλης σε ένα χωνάκι από εφημερίδα η μάνα μου έκανε και δυο και τρία φαγητά να μας θρέψει. Τότε δεν ψώνιζαν οι άντρες, αλλά οι γυναίκες. Με φωνάζαν Κωστάκη και με έστελναν να πάρω άνιθο ή μαϊντανό, ό,τι είχαν ξεχάσει. Μου περισσεύανε δεκάρες, αλλά η μάνα μου μού έλεγε «πρόσεχε, να είσαι περήφανος, να μη δέχεσαι να παίρνεις τα ρέστα».
• Όταν πήγα σχολείο ήμουν εννιά χρονών, με βρίζανε και με έλεγαν «ο γύφτος». Πήγα στη μάνα μου, τη Ζωή, και λέω «μαμά, είμαστε γύφτοι;». «Όχι, παιδί μου», μου λέει, «εμείς είμαστε άρχοντες». «Γιατί είσαι σκούρος;», με ρώταγαν τα παιδιά, «γιατί γυρίζεις, βρε, όλο στον ήλιο», μου έλεγε η μάνα μου, αλλά εγώ όταν γύριζα σπίτι έβλεπα ότι ήμουν σκούρος παντού. Τα παιδιά που με βρίζανε τα χτύπαγα και, αφού τα χτύπαγα, με διώχνανε από το σχολείο. Η Λιβαδειά είχε τέσσερα δημοτικά, με διώξανε από όλα. Τελικά κατάφερα και τέλειωσα το δημοτικό, αλλά είχα καταλάβει ότι ήμουνα στο περιθώριο.
Εγώ είχα άλλες αρχές, δεν ξέρω καμία γυναίκα να γεννήθηκε πόρνη, η γυναίκα γίνεται πόρνη και η αιτία είμαστε οι άντρες, χειρότερο πράγμα από εμάς τους άντρες δεν υπάρχει όταν δεν έχεις παιδεία. Βλέπεις ανθρώπους μορφωμένους και μόλις δουν μια γυναίκα αρχίζουν και λένε βλακείες για να κάνουν εντύπωση, δεν έχουν αγωγή αυτοί οι άνθρωποι.
• Όταν ήμουν μικρός δεν τραγουδούσα, ούτε όργανο έπαιζα, αλλά είχα μεγάλη αγάπη για το σινεμά, το σπίτι μου ήταν κοντά στο σινεμά, έβλεπα τα πάντα. Αλλά διάβαζα εξωσχολικά. O Kαραγκιόζης απαγορευόταν τότε να παίζεται γιατί οι καραγκιοζοπαίχτες ήταν αριστεροί, ήταν η εποχή με το δεύτερο αντάρτικο, σκότωνε ο πατέρας το παιδί και έγιναν όλα αυτά τα φριχτά πράγματα.
• Ο παππούς μου ήταν ο Κώστας Καραγιάννης, φοβερή φυσιογνωμία, σπουδαίος μουσικός, από τους διασημότερους δημοτικούς κλαρινίστες της εποχής του, με ένα σπίτι μεγάλο, δίπλα στο δικό μας το μικρό, που έρχονταν από παντού οι μουσικοί να τον συναντήσουν. Και αυτός και ο Γιαούζος, άλλος συγγενής, έκαναν σχολή, αν έχουμε τη δημοτική μουσική είναι γιατί οι γύφτοι τη διαιωνίζουν σε πανηγύρια, αν οι μουσικοί είναι εκατό, οι γύφτοι είναι ενενήντα. Εσείς κοιτάτε το χρώμα, αλλά στη φυλή υπάρχουν ομορφιές. Και είναι πολλοί που έχουν αυτή την καταγωγή μα δεν τη λένε, έχουν περάσει δύσκολα, δεν αντέχεις να το αποκαλύψεις μέσα σε ένα περιβάλλον.
Το προσπέκτους της δικής μου ζωής είναι η Αγία Γραφή, εκεί που δεν υπάρχει πίεση και καταδυνάστευση, και διαβάζοντάς τη μπορώ να ζω και να αντέχω τις δοκιμασίες. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
• Και ο πατέρας μου, ο Ευάγγελος Χατζής, υπηρετούσε τη δημοτική μουσική, έπαιζε σαντούρι, αλλά του άρεσε και η κλασική μουσική. Και τι έπαιζε στο σαντούρι; Ραψωδίες του Λιστ, τα «Παραμύθια του Όφενμπαχ», «Τραβιάτα», «Τόσκα», αυτά τα άκουγα από παιδί μαζί με τα δημοτικά. Του άρεσε η ευρωπαϊκή μουσική, διάβαζε μουσική, παρτιτούρες, πήρα από αυτόν μια προίκα μεγάλη. Ήταν πολύ τίμιος άνδρας ο πατέρας μου, ήταν αγράμματος και έμαθε γράμματα με εμάς, και στη μάνα μου έλεγε «το παιδί εσύ θα το δέρνεις, γιατί εγώ πηγαίνω για γάμους και πανηγύρια και έρχομαι μετά από δυο-τρεις μέρες. Θα το δέρνεις γιατί το βράδυ θα το αγκαλιάζεις, εγώ που θα έρχομαι θα το συμβουλεύω». Κράτησα όλες αυτές τις συμβουλές μέχρι σήμερα.
• Αγαπούσα πολύ την οικογένεια, όταν κέρδισα λεφτά πήρα στη μάνα μου σπίτι, αυτό με ένοιαζε, να έχουν και οι αδελφές μου ένα σπίτι, ένα σταυρουδάκι, ένα ρολογάκι, γι’ αυτούς ζούσα, και αν με ενδιέφεραν τα χρήματα ήταν όχι για να πλουτίσω, αλλά για να τακτοποιήσω την οικογένεια. Παντρεύτηκα μια Γερμανίδα και μια Γαλλίδα και έχω έξι παιδιά. Με τις ξένες, που με ρωτάτε πώς τις διάλεξα, δεν υπήρχε προκατάληψη ότι είμαι γύφτος. Εσείς σοκάρεστε που το λέω έτσι, αλλά έτσι είναι. Τις γυναίκες της φυλής μου τις έβλεπα σαν αδελφές μου, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα μαζί τους, το θεωρούσα ανήθικο.
• Τότε, όταν τελείωνες το δημοτικό, έδινες εξετάσεις για το γυμνάσιο, ήταν οκτώ τάξεις. Εγώ έδωσα και πέρασα, αλλά ήταν αδύνατον να πραγματοποιήσω το όνειρό μου γιατί ήμασταν πολύ φτωχοί. Ούτε σήμερα θέλω να το αποκαλύψω, δεν θα πω. Και αφού το όνειρό μου είχε βουλιάξει, έδωσα εξετάσεις να πάω σε μια τεχνική σχολή να γίνω μηχανικός, στον Ήφαιστο στην Αθήνα.
• Όταν ήρθα στην Αθήνα, είχαμε νοικιάσει ένα δωματιάκι με την αδελφή μου, εκείνη πήγαινε στην τρίτη γυμνασίου. Δούλευα σε ένα μηχανουργείο και μετά βρήκα ότι ήταν καλή δουλειά στα σκουπίδια, στον Άγιο Ιερόθεο, εκεί ήταν γεμάτο ντενεκέδες που τους πρεσάραμε και γινόντουσαν μπάλες για το χυτήριο.
• Εκεί που νοικιάζαμε, σπιτονοικοκυρά ήταν μια γυναίκα που δούλευε σε σπίτια και είπε ότι ήθελαν σε ένα σπίτι υπηρέτη άντρα, όχι γυναίκα. Έτσι πήγα στα δεκατέσσερα να δουλέψω στο σπίτι ενός αρεοπαγίτη, του Δούνια, στην πλατεία Κάνιγγος, και έμαθα να κάνω παρκέ, να φτιάχνω καφέ, να σιδερώνω, μάζευα το νερό σε κιούπια. Σε αυτό το σπίτι πρώτη φορά έφαγα σουτζουκάκια με πουρέ, τον κάνανε σε ένα μεγάλο ξύλινο γουδί, με γάλα. Δοκίμασα και μου άρεσε τόσο πολύ, αλλά δεν ήθελα να το φάω, ήθελα να μπορούσα να το πάω στη μάνα μου και στον πατέρα μου, είναι ζωντανή αυτή η ανάμνηση και συγκινούμαι που το συζητάμε.
• Μου είχαν δώσει ένα δωμάτιο σε μια σοφίτα μια σταλιά, ίσα που χώραγε το κρεβάτι. Όμως γύρω-γύρω ήταν βιβλία. Και τι δεν διάβασα εκεί, γιατί τα βιβλία είχανε πολλά λεφτά τότε. Εκεί μέσα διάβασα μέχρι την «Πολιτεία» του Πλάτωνα, και άλλα που ήταν απαγορευμένα, και Μαρξ και Ένγκελς. Όταν διαβάζεις αυτά, βλέπεις ότι δεν υπάρχει σύστημα που να μην είναι προδομένο από γεννησιμιού του. Αγάπησα πολύ το διάβασμα και μου έσωσε με έναν τρόπο τη ζωή, αλλά έπαψε και να με ενδιαφέρει οποιοδήποτε πολιτικό σύστημα, οποιοδήποτε θρησκευτικό σύστημα. Το προσπέκτους της δικής μου ζωής είναι η Αγία Γραφή, εκεί που δεν υπάρχει πίεση και καταδυνάστευση, και διαβάζοντάς τη μπορώ να ζω και να αντέχω τις δοκιμασίες.
Ο Κώστας Χατζής με τη Μαρινέλα το 1976.
• Με ενοχλεί όταν ακούω «είμαι χριστιανός» και δεν έχουν διαβάσει την Αγία Γραφή, «είμαι δημοκράτης» χωρίς να έχουν διαβάσει τι είναι η δημοκρατία. Αν στην υδρόγειο υπάρχουν δυο-τρεις λαοί που ξεχωρίζουν, ο ένας είναι ο Έλληνας. Αλλά δεν έχουμε παιδεία. Υπάρχουν Έλληνες που μεγαλούργησαν, που δεν τους ξέρουμε σήμερα, κανένας δεν ασχολείται. Ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρής, ο Μητρόπουλος, η μεγάλη Κάλλας, πού είναι αυτοί; Ποιος τους ξέρει σήμερα, με εξαίρεση ίσως την Κάλλας; Κανένας δεν ασχολείται να μάθουν και οι επόμενοι.
• Διάβασα πολύ, όχι για να λέω ότι έχω γνώσεις, αλλά για να δικαιολογήσω αυτό που ήθελα να γράψω. Εμένα με μάγεψαν ο Παλαμάς και ο Σικελιανός, ο Παπαδιαμάντης, ο Σουρής, ο Σούτσος, ο Γρυπάρης, οι ποιητές όλοι και αυτά τα «έκλεψα» στη στιχουργική μου. Κακοφαίνεται στη γυναίκα μου και στον μαέστρο να το λέω έτσι, αλλά δεν είμαι αυτόφωτος, είμαι ετερόφωτος, έχω μια ανθολογία του Αποστολίδη και από εκεί σημειώνω και μελετώ. Μα θα σας πω ότι από όσα διάβασα, κανένας δεν έφτασε τον Μακρυγιάννη, που ήξερε δυο γράμματα, το συντακτικό του όμως κανένας δεν το έφτασε.
• Ο Καβάφης δεν μου άρεσε γιατί έγραφε ποιήματα για το πάθος του. Αισθανόμουν άσχημα, όμως μια φορά, στη Θεμιστοκλέους νομίζω, πούλαγαν βιβλία και καινούργια και μεταχειρισμένα στα σεντόνια, στον δρόμο. Ήταν φτηνά και μπορούσα να τα πάρω και τότε αγόρασα τους ψαλμούς του Δαβίδ στη δημοτική κάποιου Λάβδα –τότε, εγώ, αφού ήμουνα αριστερός, μιλούσα τη δημοτική– και ένα δοκίμιο για τον Καβάφη. Το διάβασα, διάβασα και τους «Βαρβάρους» και τον αγάπησα και κατάλαβα ότι είναι μεγάλος ποιητής και όχι εξαιτίας του πάθους του. Όπως μεγάλος ποιητής νομίζω είναι ο Μιχάλης Κατσαρός, που υπήρξα τυχερός και τον γνώρισα.
• Πριν αρχίσω να ασχολούμαι με τη μουσική, ήθελα δουλειά. Πήγα μέσω ενός γνωστού μας στο Εθνικό Ίδρυμα που ήταν κάτω από την εποπτεία της Φρειδερίκης, στη Φιλελλήνων, και με έστειλαν σε ένα καράβι, τον «Μαχητή», που ήταν για τα φτωχά παιδιά που σπούδαζαν ασυρματιστές, αρμενιστές, ηλεκτρολόγοι, μηχανικοί. Εγώ πήγα για αρμενιστής, έβγαλα και δίπλωμα και φυλλάδιο. Πριν μπαρκάρω πήγα στη Λιβαδειά, αλλά εκεί με περίμενε μια μεγάλη περιπέτεια. Ένα βράδυ σε ένα σπίτι τραγούδησα στην κιθάρα αντάρτικα και την άλλη μέρα το πρωί με έπιασαν. Πάει και το φυλλάδιο και όλα. Κλείσαν όλες οι πόρτες για πάντα, μιλάμε για το 1955. Αφού είχα μάθει λίγη κιθάρα, δεν είχα πού να πάω, και λέει η μάνα μου «πήγαινε με τον πατέρα σου και τον παππού σου». Δούλεψα με μεγάλους καλλιτέχνες σε γάμους, πανηγύρια, αυτό με σκότωνε, έκλαιγα, γιατί είχα διαβάσει δυο πραγματάκια, δεν μπορούσα τον μηχανισμό, το πατριωτικό τραγούδι, τον αμανέ, το τσάμικο.
• Ωστόσο, δούλεψα με πολλούς και σπουδαίους μουσικούς και λαϊκούς, τον Οδυσσέα Μοσχονά, τον Γαβαλά, τον Τσαουσάκη, τον Χρυσίνη, αλλά ήθελα να μαθαίνω και τραγούδια ξένα. Δεν τραγουδούσα τότε, μόνο έπαιζα, μου έκαναν εντύπωση που τα άκουγα στο ραδιόφωνο, λατινοαμερικάνικα και τζαζίστικα, από φιλμ όπως η «Καζαμπλάνκα». Και άρχισα να σκέφτομαι να γράψω δικά μου πράγματα, έγραφα όχι τραγούδια, πεζά, αλλά ήταν θυμωμένα και πικρόχολα.
• Όταν πήγα να δουλέψω στη Ρόδο με τον Μοσχονά, θυμάμαι δυο πράγματα πολύ καλά, το πρώτο είναι ότι έφαγα πρώτη φορά σε εστιατόριο, κανελόνια, πρώτη φορά έπιασα στα χέρια μου μενού, και πως ένα βράδυ, εκεί που τρώγαμε μετά το πρόγραμμα, είπα «να σας κάνω να γελάσετε;» και ανέβηκα στο πάλκο και άρχισα να τραγουδάω. Και δεν γελάσανε. Κατέβηκα κι εγώ κάτω και είπα «αφού δεν γελάσατε, σταματάω» και μου λέει ο μαγαζάτορας που ήταν μάγκας, ωραίος άνθρωπος, «ξέρεις τι έχεις εδώ;», και έδειξε το λαρύγγι του, «έχεις πετρέλαιο. Θα τραγουδάς». Έφταναν εκεί στο μαγαζί και μου βάζανε χαρτούρα και λέγανε «θέλω να τραγουδήσει ο σκούρος». Αλλά δεν το ήθελα αυτό, δεν μου άρεσε, μάλωσα και έφυγα.
• Για τη φωνή μου που λέτε ότι είναι τόσο χαρακτηριστική η βραχνάδα της, μια φορά πήγα στον Βόλο, Ιούλιο μήνα, μου είπαν «είσαι κρυωμένος», δεν με ήθελαν. Δεν ήταν και τόσο εύκολα και αποδεκτά τότε. Έγιναν έτσι τα πράγματα και μέχρι σήμερα πιστεύω πως ό,τι έχω πετύχει είναι από συμπτώσεις που συνέβησαν στη ζωή μου. Έτσι βρέθηκα και στην Αθήνα. Είχε έρθει μια κοπέλα στη Λιβαδειά, την έλεγαν Νίτσα Σαγιώρ, αδελφή του Τάκη, ήταν και όμορφη και έλεγε τραγούδια του Βέλλα, την έφεραν μέσα στα κλαρίνα, τι δουλειά είχε εκεί; Της είπαν «είναι εδώ ένας γύφτος που ξέρει κι άλλα». Δοκιμάσαμε ένα τραγούδι του Βέλλα και τρελάθηκε και μου είπε «τραγουδάς εσύ, αν πάω στην Αθήνα θα σου πω να έρθεις». Πήγα μετά από λίγο καιρό στου Ρούκουνα την ταβέρνα στην Πλάκα, όπου τραγουδούσε η Νίτσα, αλλά νόμιζαν ότι είμασταν μαζί, ζευγάρι, και με έδιωξαν.
• Στην Αθήνα πέρασα δύσκολα, έβρισκα δουλειά, με παρουσίαζαν σαν ξένο, με κρατούσαν λίγο και μετά με διώχνανε, δεν γινόταν να με κρατήσουν, για την εφορία, εγώ δεν το ήξερα τότε αυτό. Κοιμόμουνα σε παγκάκια, είχα «νοικιάσει» απέναντι από το παλάτι στον Βασιλικό Κήπο ένα παγκάκι. Ήμουνα είκοσι χρονών, αλλά πίσω δεν ήθελα να γυρίσω και μετά βρήκα ένα μέρος κάτω από μια σκάλα, Μενάνδρου 27, και κοιμόμουνα. Μια φορά έκανα να φάω δεκαοχτώ μέρες, αλλά ξέρετε τι μου είχε κάνει το διάβασμα; Πήγαινα στην πλατεία Θεάτρου, στα μανάβικα, κύλαγε ένα πορτοκάλι και αυτό με κράτησε ζωντανό, είχε όλες τις βιταμίνες. Με κράτησαν στη ζωή και αυτά που είχα διαβάσει για τον Γκάντι.
• Έψαχνα παντού δουλειά, μια φορά έφτασα μέχρι τη Βούλα, στο ΠΙΚΠΑ δίπλα, με τα πόδια, για να με ακούσει ο Λεβ Κανακάκης, μια μεγάλη φυσιογνωμία. Δεν με πήρε γιατί ήθελε τραγουδιστή ορχήστρας, αλλά μου έδωσε ένα εικοσάρικο, που ήταν μεγάλη υπόθεση, γιατί μπορούσα να πάω στο χαμάμ να πλυθώ, να φάω σε μια ταβέρνα. Με ένα τάλιρο πέρναγες τη μέρα, με δυο και είκοσι έτρωγες μακαρόνια με δυο ψωμιά και άλλα δυο είκοσι για το βράδυ και με 60 λεπτά έπαιρνες τσιγάρα, τα στούκας, ήσουνα πασάς. Ξέρετε τι με ενοχλούσε πιο πολύ; Να μην πλένομαι, να μην είμαι καθαρός.
«Όταν κοιτάς από ψηλά» μαζί με τον Γιώργο Κατσαρό
• Όταν έβρισκα δουλειά με ντύνανε Τσιγγάνο, με σκουλαρίκι. Τα αγόρια Τσιγγάνοι που είναι μοναχογιοί φοράνε το σκουλαρίκι για να είναι γεροί, σαν τον χρυσό, τρομερές δεισιδαιμονίες. Υπήρχαν και φορές που ο μαγαζάτορας δεν ήθελε να με πάρει και με πλήρωναν οι μουσικοί. Πήγα στο Γκριν Παρκ, ήταν εκεί ο Όμηρος Αθηναίος. Με παρουσιάζανε με διάφορα ονόματα, πότε ήμουνα Βραζιλιάνος, πότε Σπανιόλος, εγώ έκανα δικές μου μουσικές και λέγανε «ο Σπανιόλος από την Αγία Βαρβάρα». Την ίδια περίοδο γνώρισα και τον Γιώργο Κατσαρό, που δεν έχω λόγια να πω για αυτόν τον εξαιρετικό άνθρωπο, και τον Οικονομίδη με τον οποίο έχω μεγάλη ιστορία. Πήγα μέσα στην πείνα μου και του είπα «είμαι Τσιγγάνος και έχω να φάω τρεις μέρες». Τραγούδησα, στον Οικονομίδη άρεσα, στο αφεντικό όχι, και ο Οικονομίδης είπε «θα τον κρατήσω και θα τον πληρώνω εγώ» και μου έδινε ένα πενηντάρικο μεροκάματο.
• Όταν πήγα στρατό, έφευγα, την κοπάναγα τις νύχτες και πήγαινα και δούλευα σε καμπαρέ, παραλίγο από τις φυλακές που έτρωγα να μείνω για πάντα στον στρατό.
• Στα καμπαρέ, που δεν μου άρεσαν, ήξερα ότι οι γυναίκες που ήταν εκεί, που τις αγάπησα, έβγαζαν το ψωμί τους, είχαν παιδιά να θρέψουν και έπιναν ξύδια στα ποτήρια σωληνάκια. Ποτέ δεν τις ακούμπησα, ποτέ δεν πείραξα τα κορίτσια, θα ήταν τρομακτικό, θα ήταν ντροπή στον ανδρισμό μου. Εγώ είχα άλλες αρχές, δεν ξέρω καμία γυναίκα να γεννήθηκε πόρνη, η γυναίκα γίνεται πόρνη και η αιτία είμαστε οι άντρες, χειρότερο πράγμα από εμάς τους άντρες δεν υπάρχει όταν δεν έχεις παιδεία. Βλέπεις ανθρώπους μορφωμένους και μόλις δουν μια γυναίκα αρχίζουν και λένε βλακείες για να κάνουν εντύπωση, δεν έχουν αγωγή αυτοί οι άνθρωποι.
• Τότε, όπως μπαίναμε στη Σταδίου από την Ομόνοια, δεξιά, ήταν ένα καμπαρέ, το Ριτζ, και δίπλα ένα καφέ που λεγόταν Γαλλικό. Κατά τις δώδεκα πήγαιναν καλλιτέχνες που τελειώναν από τα διάφορα και εγώ καθόμουνα απέξω και τους έβλεπα. Πέρναγε ο Γιώργος Μουζάκης και τον έβλεπα με τα ξενόκουμπα και καμάρωνα, αλλά μέσα δεν θα μπορούσα να μπω, ήταν το όνειρό μου όμως. Ένα βράδυ που περίμενα τον Τζο Λο, έναν καταπληκτικό καλλιτέχνη στην Κοπακαμπάνα, και δεν ήρθε, μου είπε μια κοπέλα να πάμε για έναν καφέ, να με κεράσει, εγώ άφραγκος. Πήγαμε στο Γαλλικό και μου είπε «τι καφέ;» και εγώ είπα «δεν κάνουμε τον καφέ μια πάστα;». Και έτσι πήγα στο Γαλλικό. Ξέρετε, χαμογελάμε σήμερα με αυτές τις ιστορίες και σε κάποιους φαίνονται απίθανες, αλλά έκρυβαν μεγάλο πόνο.
Εδώ στην Ελλάδα η πολιτεία δεν έσκυψε πάνω στους Ρομ, να τιμωρούνται αν τα παιδιά τους δεν τα στέλνουν σχολείο, να μην περνάνε τόσο δύσκολα ακόμα και σήμερα τα παιδιά τους στα σχολεία. Τι έκανε η πολιτεία για αυτά τα παιδιά; Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
• Όταν δούλευα στο Μοκάμπο, ο μαέστρος λεγόταν Μίμης Καψίλης και αυτός μου είπε «γιατί δεν δίνεις εξετάσεις στη ραδιοφωνία;». Και το έκανα, πήγα στο Ζάππειο, περίμεναν απέξω κάτι καλλιτέχνες που δεν φαντάζεσαι, τσακάλια, εγώ μπροστά τους ήμουν αστεία υπόθεση. Τότε έπρεπε να τραγουδήσουμε ακαπέλα. Μπαίνω, λέω ένα τραγούδι, και περάσαμε δυο, εγώ και μια κοπέλα. Άρχισα να γνωρίζομαι με κάποιους συνθέτες. Λόγω της ραδιοφωνίας, τραγουδούσαμε στο Κεντρικόν, είχε έρθει ο Χατζιδάκις, ο Θεοδωράκης, και ήρθε ο Κατσαρός και με ενθάρρυνε, μου είπε ότι ήθελε να με γνωρίσει ο Πλέσσας. Εκεί με είδε κόσμος πρώτη φορά και έκανα εντύπωση. Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Μαρκόπουλος είναι για μένα μουσουργοί, όχι απλά συνθέτες. Όταν ξεκινούσα τα προγράμματα που έκανα τα επόμενα χρόνια, έλεγα τραγούδια τους, και του Ξαρχάκου, γιατί έπρεπε να τους τιμώ, και μετά έλεγα τα δικά μου.
• Για μένα ο ανδρισμός δεν είναι στα όργανα που ξεχωρίζουν τη γυναίκα από τον άνδρα, είναι η ιδιότητα. Αυτή την ιδιότητα την είχε μόνο ο Χατζιδάκις. Μόνο καλά έχω να πω για τον Χατζιδάκι. Μου φέρθηκε πάρα πολύ αντρίκια, είχα πάει να με ακούσει, πήγα οκτώ το βράδυ και με άκουσε τέσσερις το πρωί. Όταν με άκουσε δεν είπε τίποτα, μπήκαμε στο ταξί και με άφησε στο σπίτι μου –είχα πάει στο σπίτι του, γνώρισα τη μάνα του–, λεβέντης, όχι αστεία, και είπε «όταν θα τραγουδήσει με τη δική του φωνή, θα τον ακούσω». Φαίνεται εγώ έκανα κάτι άλλο με τη φωνή μου και το κατάλαβε, ήταν πανέξυπνος. Τραγούδησα κάποια δικά του τραγούδια αργότερα και δεν μπορώ να ξεχάσω τη συμπεριφορά του, ήταν φοβερή.
• Η ιστορία μου με τις μπουάτ ξεκίνησε το 1961. Δούλευα στον Πειραιά, έλεγα τα δικά μου τραγούδια που τα έλεγαν «τρελά» και έπαιρνα μικρότερο μεροκάματο για να τα λέω, και πηγαίνοντας στο Σύνταγμα για να πάρω το πράσινο, όπως λέγαμε τότε το λεωφορείο για Πειραιά, πέρναγα από τη Ναυάρχου Νικοδήμου. Ακούω από ένα υπόγειο ήχο κιθάρας και χτυπάω, μου ανοίγει ο Γιώργος Μούτσιος και βλέπω τον Λάκη Παππά να παίζει. Τον θαύμασα και έμεινα κατάπληκτος γιατί είχα ζήσει μια ζωή στα καμπαρέ και όλα αυτά μου φάνηκαν απίστευτα, το μέρος, το περιβάλλον, η μουσική, και ήθελα να είμαι στη θέση του.
• Τον Τιπούκειτο, έτσι λεγόταν το μέρος, που ήταν προάγγελος των μπουάτ, τον είχε ο Γιώργος Μπουκουβάλας, που είχε το ταλέντο να διαμορφώνει τους χώρους και τον αγαπούσε και η υψηλή κοινωνία. Ο Λάκης όταν έπαιζε κένταγε, γιατί ήταν μαθητής του Μηλιαρέση που ήταν μαθητής του Σεγκόβια. Εγώ που δεν παίζω κλασική κιθάρα, δεν πήγα σε δάσκαλο, τον μιμήθηκα τον Λάκη, τον «έκλεψα», και όταν έφυγε, πήρα τη θέση του. Είδε το αφεντικό ότι είχα λόγο και ήμουνα ντόμπρος και μου είχε εμπιστοσύνη.
Για μένα ο ανδρισμός δεν είναι στα όργανα που ξεχωρίζουν τη γυναίκα από τον άνδρα, είναι η ιδιότητα. Αυτή την ιδιότητα την είχε μόνο ο Χατζιδάκις. Μόνο καλά έχω να πω για τον Χατζιδάκι. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
• Η δεύτερη μπουάτ που έγινε στην Ελλάδα ήταν αυτή που έφτιαξα εγώ, η Ρουλότα, στη Βουλής 21, απέναντι από τη LiFO. Ερχόταν ο καλός κόσμος και άνθρωποι της τέχνης, είχα και τρία γκαρσόνια που τα έντυνα Τσιγγάνους και σερβίραμε τραχανά. Το μπαρ ήταν με δυο τροχούς από άμαξα που είχε κάνει ο Μικές Καραπιπέρης, μια τρομερή φυσιογνωμία. Μετά πήγα και στην Καρυάτιδα, στην Μπουάτ του Τσιγγάνου, στα Κεριά στην Τσακάλωφ, ένα μαγαζί του Μπουκουβάλα όπου σύχναζε η καλή κοινωνία και καλλιτέχνες. Έβγαινα και τραγουδούσα με μια κιθάρα, δεν ήθελα ούτε λουλούδια, ούτε τέτοια πράγματα. Το ίδιο συνέβη και στον Σκορπιό, με αυτήν τη λογική κάναμε τα προγράμματα, εκεί κάναμε τα πρώτα λάιβ που έγιναν ποτέ, έμεινα πολλά χρόνια και από τότε που έφυγα δεν έχω ξαναπεράσει γιατί συγκινούμαι.
• Όταν άρχισα να γράφω τα δικά μου τραγούδια, αναφερόμουν σε γεγονότα ιστορικά και αντιπολεμικά, από τους δικούς μας πολέμους μέχρι το Βιετνάμ, και στη φυλή μου με έναν τρόπο όχι άμεσο αλλά ποιητικό. Ήταν τραγούδια καταγγελτικά που δεν άρεσαν και κυνηγήθηκα, αλλά με αυτό τον τρόπο μίλησα με τους ποιητές και τους καλλιτέχνες και με ανθρώπους που θαύμαζα και με τον κόσμο που με άκουγε.
• Εγώ ντύνομαι όπως η φυλή, συνηθίζουμε να φοράμε μαντίλι, οι Ρομ, όπως τους αποκαλούμε. Διάλεξα να μιλάω για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ωστόσο ήταν κάποια πράγματα που μου φαινόντουσαν πάρα πολύ περίεργα με τη φυλή, δεν συμφωνούσα με τον τρόπο που ζούσαν. Οι Τσιγγάνοι δεν είχαν ηγέτες να τους βοηθήσουν, για μένα ήταν ατυχία αυτό. Ήρθαν σαν νομάδες, σαλτιμπάγκοι, έμποροι, χορευτές, αλλά δεν έγιναν δεκτοί, τους έσπρωξαν στην παραβατικότητα και δεν υπήρχε αντίσταση.
• Εδώ στην Ελλάδα η πολιτεία δεν έσκυψε πάνω στους Ρομ, να τιμωρούνται αν τα παιδιά τους δεν τα στέλνουν σχολείο, να μην περνάνε τόσο δύσκολα ακόμα και σήμερα τα παιδιά τους στα σχολεία. Τι έκανε η πολιτεία για αυτά τα παιδιά; Εγώ την πολιτεία τη σέβομαι και την καταγγέλλω με σεβασμό για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τους βόλευε η γυφτιά και για άλλα θέματα, έμεναν σε περιοχές που δεν άξιζαν μια δραχμή, τις αγόραζαν και όταν τους έδιωχναν άρχιζαν να τις αξιοποιούν, συνέβη αυτό και στα Πετράλωνα και στο Δουργούτι. Το λέω σε ένα τραγούδι, «βάζεις το γυφτάκι να χορεύει για να γελάς αφέντη, αν μου δώσεις και τσιγάρο θα κάτσω σαν μαϊμού να το φουμάρω». Να μη διασκεδάζεις με το παιδί, να το στείλεις σχολείο, να μάθει, να διαβάσει.
• Εγώ δεν ήθελα ποτέ να δείχνω ότι είμαι διαβασμένος, δεν κερδίζεις τίποτα με αυτό, κέρδισα όμως έναν πλούτο εσωτερικό, βγήκα ένας γύφτος χρηστός μέσα σε ένα σύστημα που μπορεί να το πει κανείς διεφθαρμένο. Με κοιτάζετε κάθε φορά που λέω «γύφτος», ωστόσο μας έμαθε ο Αριστοφάνης ότι όταν αυτοσαρκάζεσαι περνάς τα ωραιότερα μηνύματα. Κι αυτό το κάνω 68 χρόνια.
Το σπίτι της Τζένης Μπαλατσινού στην Πάτμο την εκφράζει σε κάθε γωνιά του και διακοσμητική λεπτομέρεια.
Η κόρη της, Αμαλία Κωστοπούλου, που ζει και εργάζεται στις ΗΠΑ, το καλοκαίρι πέρασε κάποιες ημέρες με τη μητέρα της και τα αδέρφια της, την Αλεξάνδρα, τον Μάξιμο και τον Παναγιώτη – Εφραίμ.
Σε ανάρτησή της από τις διακοπές της, η Αμαλία Κωστοπούλου μοιράστηκε μία εικόνα από την κουζίνα του σπιτιού στην Πάτμο που μοιάζει να έχει βγει από περιοδικό διακόσμησης. Ο χώρος έχει ξύλινη οροφή που δίνει μία ζεστασιά και μία παραδοσιακή νότα στο χώρο, τα ξύλινα έπιπλα της κουζίνας είναι στο χρώμα του ανοιχτού γαλάζιου. Η κουζίνα διαθέτει εστίες γκαζιού και τα περίτεχνα σερβίτσια και τα πιάτα διακόσμησης ολοκληρώνουν αρμονικά το χώρο. Στη μέση είναι μία βαριά παραδοσιακή ξύλινη τραπεζαρία και ξύλινες καρέκλες.
Είμαι παντρεμένη εδώ και 6 χρόνια με έναν άντρα που με πεθαίνει σε κάθε ευκαιρία στο ρέψιμο και στο κλ@νίδι. Δεν είμαι υπερβολική. Καθόμαστε να φάμε, αρχίζει κάτι γκρρρρ μακρόσυρτα, πέφτουμε για ύπνο και εκεί αρχίζουν κάτι πρρρρ λες και περνάει υπερηχητικό.
Πριν παντρευτούμε τα είχαμε για δύο χρόνια αλλά δεν είχαμε συγκατοικήσει και αυτό ήταν μάλλον το μεγάλο μου λάθος. Μείναμε μαζί μετά το γάμο και αποκτήσαμε και δύο παιδάκια.
Κατά τα άλλα δεν μπορώ να πω. Είναι ένας ωραίος άντρας που του αρέσει να ντύνεται όμορφα, να γυμνάζεται, προσέχει πολύ την εμφάνισή του αλλά αυτές τις αποκρουστικές του συνήθειες τις έχω βαρεθεί. Κατανοώ απόλυτα ότι και το ρέψιμο και οι π@ρδές είναι φυσικές ανάγκες που όλοι έχουμε αλλά πρέπει να γίνονται με τακτ και διακριτικότητα και όχι τόσο εμφανώς. Όλοι έχουμε αέρια στο στομάχι και το έντερο μας που πρέπει να βγουν αλλά ή το κάνουνε πιο διακριτικά ή πάμε πιο πέρα ή ακόμα καλύτερα τουαλέτα. Δεν είναι ανάγκη να κινδυνεύει να σκιστεί το λαρύγγι ή το αντερό μας, έτσι για να πούμε ότι ξεθυμάναμε.
Το κάνει και δεν τον νοιάζει καθόλου. Του έχω πει ένα εκατομμύριο φορές να σταματήσει να το κάνει, ότι είναι αηδιαστικό και με απωθεί ερωτικά και σεξουαλικά αλλά δεν μου δίνει καμία σημασία. Το κάνει όταν τρώμε, όταν κοιμόμαστε, όταν κάνουμε σεξ. Στην αρχή το είχαμε πάρει και λίγο ως αστείο αλλά η κατάσταση έχει ξεφύγει και πολύ απλά δεν τον νοιάζει.
Την τελευταία φορά που βγήκα εκτός εαυτού και έγινε ο χαμός στο σπίτι, μου ζήτησε με μισή καρδιά συγγνώμη και μου είπε δεν θα το ξανακάνει αλλά λίγα λεπτά μετά το ξανάκανε. Δεν τον νοιάζει που μένουμε σε πολυκατοικία και τον ακούνε όλοι, δεν τον νοιάζει αν είναι δίπλα σε ανοιχτό παράθυρο ή μπαλκονόπορτα. Έχουμε γίνει ρεζίλι των σκυλιών. Δεν σέβεται ούτε τους γονείς μου, ούτε τους γονείς του όταν έρχονται, ούτε τους καλεσμένους μας, τους κουμπάρους μας, κανέναν. Από τη στιγμή που του ήρθε θα τη ρίξει και όποιον πάρει ο χάρος.
Εκ μέρους μου προσωπικά έχει χαθεί κάθε ερωτισμός. Ούτε σεξ θέλω να κάνουμε, ούτε να φιλιόμαστε ούτε τίποτα. Ο, τι έβρισκα ελκυστικό πάνω του έχει χαθεί με αυτή την βρωμερή του συνήθεια. Και να θέλω να τον φιλήσω φοβάμαι να πλησιάσω τα χείλη μου κοντά στα δικά του μη μου ρίξει κανένα ρέψιμο και το φάω όλο στη μούρη. Είναι σιχαμένος και χυδαίος και αν δεν σταματήσει να το κάνει θα του ‘ρθει το διαζύγιο ουρανοκατέβατο. Στην τελική έχουμε και δύο παιδιά στο σπίτι, που είναι και τα δύο αγόρια. Δεν θέλω μεγαλώνοντας να πάρουν τις κακές συνήθειες του πατέρα τους και να κάνουν τα ίδια μπροστά στις γυναίκες τους. Εγώ μέχρι ενός σημείου είμαι ανεκτική, εκείνες όμως μπορεί να μην είναι και δεν θα το συγχωρήσω ποτέ του άντρα μου αν με αυτό τον τρόπο πάρει στο λαιμό του τα παιδιά μας και τους χαλάσει μελλοντικά την οικογενειακή τους ευτυχία.
Υπάρχει κάποια άλλη γυναίκα που βρίσκεται στη θέση μου; Και αν ναι, πώς το αντιμετωπίζετε; Τι κάνετε για να περιοριστεί έστω; Έχω δοκιμάσει τα πάντα, αλλά συνεχίζει και δεν ξέρω από που θα μου ρθει την επόμενη φορά.
Το κάπνισμα είναι βλαβερό για την υγεία . Όλοι το γνωρίζουμε αυτό , αλλά για κάποιους είναι αρκετά δύσκολο να σπάσει αυτή η συνήθεια .
Η νικοτίνη προκαλεί ταχεία αύξηση της πίεσης του αίματος και σοβαρές βλάβες στους πνεύμονες. Επιπλέον , ακόμη και αν κάποιος σταματήσει το κάπνισμα , η επίδραση της νικοτίνης θα διαρκέσει για χρόνια .
Ωστόσο η υγιεινή διατροφή και κάποιες μικρές αλλαγές στον τρόπο ζωής σας θα σας βοηθήσουν να εξαλείψετε τη νικοτίνη από τον οργανισμό σας. Παρακάτω σας έχουμε μία λίστα από τις 6 καλύτερες τροφές που θα σας οδηγήσουν σε αυτό το αποτέλεσμα .
1. Μπρόκολο
Είναι πλούσιο σε βιταμίνη C και Β5. Επειδή το κάπνισμα μειώνει τα επίπεδα της βιταμίνης C στον οργανισμό θα πρέπει να τρώτε περισσότερο μπρόκολο για την εξάλειψη της νικοτίνης από τον οργανισμό σας.
2. Πορτοκάλια
Ο χυμός πορτοκάλι είναι πλούσιος σε βιταμίνη C. Η τακτική κατανάλωση πορτοκαλιών θα ενισχύσει το μεταβολισμό σας και θα σας ανακουφίσει από το στρές.
3. Χυμός καρότου
Είναι πολύ πιθανόν να γνωρίζετε ότι κάθε φόρα που ανάβετε ένα τσιγάρο, η νικοτίνη παραμένει στο σώμα σας για 3 ημέρες και προκαλεί βλάβες στο δέρμα σας. Ο χυμός καρότων κάνει καλό στο δέρμα εφόσον είναι πλούσιος σε βιταμίνες Α, C , Κ και Β , που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά όπλα στην απομάκρυνση της νικοτίνης από τον οργανισμό .
4. Σπανάκι
Το σπανάκι είναι ένα από τα πιο υγιεινά λαχανικά , όχι μόνο γιατί είναι πλούσιο σε βιταμίνες, αλλά περιέχει επίσης μεγάλες ποσότητες φυλλικού οξέος.
5. Ακτινίδια
Τα ακτινίδια είναι μια πλούσια πηγή βιταμινών Α , C και Ε. Όταν καπνίζετε , τα επίπεδα αυτών των βιταμινών μειώνονται . Το θαυματουργό αυτό φρούτο θα σας βοηθήσει να εξαλείψετε τη νικοτίνη από το σώμα σας, αυξάνοντας τα επίπεδα των βιταμινών αυτών.
6. Νερό
Το κάπνισμα αφυδατώνει το σώμα σας . Σύμφωνα με πολλούς ερευνητές , με άφθονο πόσιμο νερό μπορείτε να σταματήσετε το κάπνισμα και την εξάλειψη της νικοτίνης από το σώμα σας .
Μουτίδου: «Δεν πιστεύω στο Θεό γι’ αυτό και δε βάφτισα την κόρη μου»
Η Σοφία Μουτίδου εξήγησε την αιτία που δεν έχει βαφτίσει ακόμη την κόρη της. Η γνωστή ηθοποιός μίλησε στην κάμερα της πρωινής εκπομπής του Alpha και διευκρίνισε στους δημοσιογράφους ότι δεν έχει βαφτίσει το παιδί διότι δεν πιστεύει στο Θεό.
«Οι γονείς που δεν βαφτίζουν τα παιδιά τους δεν το κάνουν για να επιλέξουν τα παιδιά τους τη θρησκεία. Ούτε εγώ το έχω βαφτίσει και ο λόγος δεν είναι αυτός. Ο λόγος είναι ότι δεν ήθελα, δεν πιστεύω στον Θεό. Το αν η Δήμητρα θα διαλέξει ή όχι είναι δικό της θέμα», ανέφερε χαρακτηριστικά η Σοφία Μουτίδου.
Όσα δήλωσαν η Κλέλια Ρένεση και η Ασημένια Βουλιώτη για τους ρόλους τους ως Καίτη Γκρέυ και την Μαρινέλλα στην ταινία “Υπάρχω”
Όσα δήλωσαν η Κλέλια Ρένεση και η Ασημένια Βουλιώτη για τους ρόλους τους ως Καίτη Γκρέυ και την Μαρινέλλα στην ταινία “Υπάρχω”
Στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο και την εκπομπή “Watch Next” μίλησαν η Κλέλια Ρένεση και η Ασημένια Βουλιώτη, που θα υποδυθούν την Καίτη Γκρέυ και την Μαρινέλλα, αντίστοιχα, στην ταινία “Υπάρχω” που αφορά τη ζωή του Στέλιου Καζαντζίδη
Για την συνύπαρξή τους με τον Χρήστο Μάστορα, ο οποίος έχει αναλάβει να ενσαρκώσει τον μεγάλο λαϊκό τραγουδιστή, η Κλέλια Ρένεση αποκάλυψε πως “Μας τον έφερε ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος και είπε ότι θα τραγουδήσουμε οι ηθοποιοί και θα τραγουδήσει και ο Χρήστος. Ξεκινάει να τραγουδάει Καζαντζίδη και είπα (εντυπωσιασμένη): Εγώ φεύγω, δεν κάνω τον ρόλο. Αν τραγουδάει ο Χρήστος έτσι τον Καζαντζίδη, πώς πρέπει να τραγουδήσουμε εμείς; Τι θα κάνουμε;”.
Στο σχόλιο του Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλου ότι οι δύο γυναίκες υπερτερούσαν στο υποκριτικό κομμάτι, η Ασημένια Βουλιώτη σημείωσε πως “Βοηθούσαμε ο ένας τον άλλο. Ακραίο, νομίζαμε ότι ακούγαμε τον Στέλιο” με την Κλέλια Ρένεση αν προσθέτει: “Ανάθεμά τον μας διέλυσε. Τον άκουσα την πρώτη φορά και είπα: Τι λέτε; Κάπου έχετε κρύψει το κασετόφωνο”.
“Με έπαιρνε μια φίλη μου και με ρωτούσε ποιος τραγουδάει στην ταινία. Της απάντησα ο Χρήστο και με ρωτούσε ξανά” ανέφερε η Ασημένια Βουλιώτη. Επιπλέον, για τον ρόλο της Μαρινέλλας, που υποδύεται, η ηθοποιός ανέφερε πως “Το μελέτησα, τον προσπάθησα. Η Μαρινέλλα έχει μια εξωστρέφεια με τον τρόπο που τραγουδάει αλλά ακόμα και στη Μαρινέλλα βλέπουμε διαφορές. Αλλιώς ξεκινάει α τραγουδάει στα 18 και αλλιώς διαμορφώνει την τοποθέτησή της, τον τρόπο έκφρασής της, με τα χρόνια. Έπρεπε και αυτό να μελετήσω, γιατί δεν τραγουδάω μια φορά στην ταινία. Υπήρχαν και αλλαγές σε αυτές τις φορές. Αυτό που έκανα εγώ με την καθοδήγηση του Γιώργου – και ο Χρήστος με βοήθησε πολλές φορές- ήταν να μην προσπαθήσω να μιμηθώ την Μαρινέλλα. Να παίρνω στοιχεία από τον τρόπο που τραγουδάει και να το φτιάξω εγώ”.
Με τη σειρά της, η Κλέλια Ρένεση, που θα υποδυθεί την Καίτη Γκρέυ δήλωσε πως “Για το τραγούδισμα καταπιαστήκαμε τους τελευταίους μήνες. Τώρα τραγουδήσαμε. Δεν είναι απλό πράγμα Σαν έμπειρη ηθοποιός το να παίξω στην κάμερα την Καίτη Γκρέυ είναι ok. Είναι μια παραγωγή, έχουν και αυτοί την ευθύνη σε σχέση με το πώς ήταν η Καίτη Γκρέυ και πόσο κοντά είμαι εγώ. Το τραγούδισμα όμως είναι ένα ιδιαίτερο στοιχειό, γιατί ο ψυχισμός φαίνεται πολύ στα τραγούδια.