Η ιστορία της Άγριας Δύσης είναι γεμάτη από συμμορίες, ληστείες και μονομαχίες υπό τη δύση του ηλίου. Παράνομοι όπως ο Τζέσε Τζέιμς και ο Μπίλι δε Κιντ άφησαν το αιματοβαμμένο σημάδι τους στην αμερικανική ιστορία, τόσο με τη ζωή τους όσο και με το βίαιο τέλος τους. Και η συμμορία των Ντάλτον δεν θα μπορούσε να αποτελεί κάποιου είδους εξαίρεση.
Παρότι όμως οι υπόλοιποι παράνομοι της Άγριας Δύσης έμειναν περισσότερο γνωστοί για τις επιτυχημένες ληστείες τους, η συμμορία των Ντάλτον έμεινε περισσότερο στην ιστορία για μια ληστεία που πήγε εντελώς λάθος.
Το 1892, επιχείρησαν να ληστέψουν, όχι μία αλλά δύο τράπεζες την ίδια στιγμή, κάτω απ’ το φως του ήλιου. Τα πράγματα όμως πήγαν τόσο άσχημα που σχεδόν ολόκληρη η συμμορία θα έπεφτε νεκρή εκείνη την ημέρα.
ΠΩΣ ΑΠΟ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΠΑΡΑΝΟΜΟΙ
Η συμμορία αποτελούνταν κυρίως από τα αδέρφια Μπομπ, Γκρατ, Μπιλ και Έμμετ Ντάλτον (ξέρουμε ότι θα περίμενες να διαβάσεις άλλα ονόματα αλλά όχι, αυτά είναι). Γονείς τους ήταν οι Τζέιμς Λιούις Ντάλτον και η Άντελιν Λι Γιάνγκερ (θεία των αδελφών Γιάνγκερ, επίσης παρανόμων που έδρασαν δίπλα στον Τζέσε Τζέιμς) και ακολουθώντας τους, πέρασαν όλη την παιδική τους ηλικία, μετακομίζοντας από το ένα μέρος της Άγριας Δύσης στο άλλο.
Ξεκίνησαν απ’ το Μιζούρι πριν μετακομίσουν στην επικράτεια της Οκλαχόμα και περάσουν και λίγο χρόνο κοντά στη μικρή πόλη Κόφιβιλ του Κάνσας. Και παρόλο που πολλοί από τους αδελφούς Ντάλτον θα έκαναν τελικά όνομα ως παράνομοι, κάποιοι απ’ αυτούς θα ξεκινούσαν από τη “σωστή πλευρά του νόμου”.
Όπως σημειώνει η “Encyclopedia of Oklahoma History and Culture”, ο μεγαλύτερος αδερφός τους, ο Φρανκ (συνολικά ήταν 15 αδέρφια, τα τρία πέθαναν πριν ενηλικιωθούν) υπηρέτησε ως βοηθός Σερίφη στο Ομοσπονδιακό Περιφερειακό Δικαστήριο του Δυτικού Αρκάνσας στο Φορτ Σμιθ, ξεκινώντας το 1884. Όταν πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε από “αλογοκλέφτες και μικροπωλητές ουίσκι” το 1887, ο Γκρατ και ο Μπομπ Ντάλτον αποφάσισαν να ακολουθήσουν τα βήματά του και να υπηρετήσουν και αυτοί ως βοηθοί Σερίφη.
Ακόμα και τότε, όμως, οι αδελφοί Ντάλτον έδειξαν ότι είχαν την παρανομία στο αίμα τους. Σε όλο το Κάνσας, την Οκλαχόμα και το Μιζούρι, ο Μπομπ θα άφηνε μία σειρά από πτώματα στο πέρασμά του. Μάλιστα, φήμες λένε ότι κάποτε ένας “ύποπτος” έφαγε μία σφαίρα στο κεφάλι επειδή προσπάθησε να την πέσει στην κοπέλα του Μπομπ.
Και το 1890 τόσο ο Μπομπ όσο και ο Γκρατ αντιμετώπισαν προβλήματα με τον νόμο. Ο πρώτος κατηγορήθηκε ότι πούλησε ουίσκι στην Ινδιάνικη Επικράτεια και ο δεύτερος ότι έκλεψε άλογα. Κατά έναν ειρωνικό τρόπο δηλαδή, κατηγορήθηκαν ακριβώς για εκείνα τα αδικήματα που κάποτε είχαν σκοτώσει τον αδελφό τους.
Από εκεί και έπειτα, ο Γκρατ, ο Μπομπ και ο Έμμετ πήραν το δρόμο για την Καλιφόρνια, όπου συνάντησαν τον νομοταγή -ακόμη- αδερφό τους, Μπιλ. Θα τον “παρέσερναν” και σύντομα θα χτυπούσαν τον πρώτο τους σημαντικό στόχο.
ΟΙ “ΗΜΕΡΕΣ ΔΟΞΑΣ”
Η εγκληματική ζωή της συμμορίας φέρεται να ξεκίνησε στις 6 Φεβρουαρίου 1891, όταν τέσσερις μασκοφόροι λήστεψαν το τρένο “Southern Pacific” στην Αλίλα της Καλιφόρνιας. Ένας άνδρας -που πιστεύεται ότι ήταν ο Μπιλ- πυροβόλησε πάνω από τα κεφάλια των επιβατών ενώ οι υπόλοιποι ανάγκασαν έναν απ’ τους μηχανικούς να τους οδηγήσει στο βαγόνι που μετέφερε τα μετρητά. Μέσα στην αναταραχή που επικράτησε, οι ληστές πυροβόλησαν και σκότωσαν τον μηχανικό αλλά ο άνδρας που προστάτευε τα χρήματα, τους ανάγκασε να τραπούν σε φυγή.
Ο Μπομπ και ο Έμμετ κατάφεραν να ξεφύγουν αλλά ο Γκρατ και ο Μπιλ δεν είχαν την ίδια τύχη. Συνελήφθησαν και πέρασαν από δίκη. Και παρότι ο Μπιλ αθωώθηκε, ο Γκρατ κρίθηκε ένοχος τον Ιούλιο του 1891 και καταδικάστηκε σε 20 χρόνια φυλάκιση (παρόλο που δεκάδες αυτόπτες μάρτυρες κατέθεσαν ότι τον είδαν σε ξενοδοχείο του Φρέσνο κατά τη διάρκεια της ληστείας).
Σύντομα όμως ο Γκρατ θα δραπέτευε με εντυπωσιακό τρόπο. Κατά τη μεταφορά του με τρένο στη φυλακή, θα έκλεβε τα κλειδιά των χειροπέδων του και θα πηδούσε από το κινούμενο βαγόνι μέσα στον ποταμό Σαν Χοακίν. Στη συνέχεια, θα επέστρεφε στην Οκλαχόμα όπου και θα έβρισκε ξανά τα υπόλοιπα μέλη της συμμορίας.
Ακόμη όμως και πριν τους βρει, ο Γκρατ, ο Έμμετ και ο Μπομπ, παρέα με άλλους παράνομους είχαν συνεχίσει να ληστεύουν τρένα μέσα στην Ινδιάνικη Επικράτεια. Με τον Γκρατ ξανά στο πλάι τους, συνέχισαν τη δράση τους, κλέβοντας ένα ακόμη τρένο τον Ιούλιο του 1892 με λεία 17.000 δολαρίων.
Ο Νόμος είχε μάθει για τους Ντάλτον και είχε επικηρύξει το κάθε μέλος της συμμορίας με 5.000 δολάρια. Και παρότι οι αστυνομικοί όλο και τους πλησίαζαν, εκείνοι παρέμεναν απτόητοι. Αντί να προσπαθήσουν να περάσουν απαρατήρητοι έστω για λίγο καιρό, σχεδίασαν τη μεγαλύτερη έως τότε ληστεία τους. Και δυστυχώς, μοιραία.
Alamy/Visualhellas.gr ALAMY STOCK PHOTO
Ο Μπομπ Ντάλτον ήθελε να αφήσει το στίγμα του στην εγκληματική ιστορία της Άγριας Δύσης γι’ αυτό και είπε στους συντρόφους του ότι “θα ξεπεράσουν σε φήμη ακόμη και τον Τζέσε Τζέιμς” αν έκαναν κάτι που δεν είχε γίνει ποτέ ξανά: να ληστέψουν ταυτόχρονα δύο τράπεζες υπό το φως της ημέρας.
Για να κάνουν τα πράγματα ακόμα πιο ριψοκίνδυνα, θα προσπαθούσαν να ληστέψουν την C. M. Condon & Company Bank και την First National Bank στο Κόφιβιλ, δηλαδή δύο τράπεζες που βρίσκονταν στην πόλη τους.
“Η ΠΟΛΗ ΠΟΥ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΤΟΥΣ ΝΤΑΛΤΟΝ”
Στις 5 Οκτωβρίου 1892, η συμμορία των Ντάλτον -αποτελούμενη από τον Μπομπ, τον Γκρατ και τον Έμμετ, καθώς και δύο ακόμη παράνομους που ονομάζονταν Ντικ Μπρόντουελ και Μπιλ Πάουερς, έβαλαν μπροστά την παράτολμη ληστεία τους. Αλλά σχεδόν τίποτα δεν θα πήγαινε όπως το είχαν σχεδιάσει.
Καθώς η συμμορία βάδιζε στην πόλη, ένας ντόπιος τους αναγνώρισε και λίγο αργότερα, όταν τα μέλη χωρίστηκαν -ο Μπομπ και ο Έμμετ Ντάλτον κατευθύνονταν προς τη μία τράπεζα και οι υπόλοιποι τρεις προς την άλλη-, αυτός ο ντόπιος είδε την λάμψη ενός όπλου και φώναξε: “Ληστεύουν την τράπεζα!”.
Η C. M. Condon & Company Bank. AFP
Όσο η συμμορία επιχειρούσε τη διπλή ληστεία, η είδηση είχε διαδοθεί σε όλη την πόλη. Στην Condon Bank, ένας ταμίας είπε ψέματα στον Γκρατ και στους συνεργούς του ότι το θησαυροφυλάκιο λειτουργούσε με ρολόι και ότι ως κλειδωμένο που ήταν, δεν θα άνοιγε για τα επόμενα δέκα λεπτά. Την ίδια στιγμή, στη First National Bank, ένοπλοι κάτοικοι περίμεναν στην είσοδο της τράπεζας καθώς ο Μπομπ και ο Έμμετ Ντάλτον έβαζαν τα χρήματα μέσα σε σάκους.
Όταν ο Μπομπ και ο Έμμετ προσπάθησαν να το σκάσουν, ήρθαν αντιμέτωποι με μία βροχή από σφαίρες. Έτσι επέστρεψαν μέσα στην τράπεζα και βγήκαν από την πίσω πόρτα, για να βρεθούν τελικά παγιδευμένοι σε ένα δρομάκι. Εν τω μεταξύ, οι Μπρόντουελ και Πάουερς, βρέθηκαν επίσης αντιμέτωποι με ένοπλους ντόπιους. Και αυτοί έτρεξαν στο δρομάκι -και περικυκλώθηκαν γρήγορα από οπλισμένους και εξοργισμένους κατοίκους και απ’ τις δύο πλευρές.
Η συμμορία πλέον ήταν καταδικασμένη. Ο Μπομπ και ο Γκρατ σκοτώθηκαν, όπως και οι Μπρόντγουελ και Πάουερς, καθώς και τέσσερις από τους ντόπιους. Ο Έμμετ Ντάλτον πυροβολήθηκε 20 φορές αλλά κατάφερε να επιβιώσει.
Science History Images/Alamy/Visualhellas.gr ALAMY STOCK PHOTO
“Η συμμορία των Ντάλτον δεν υπάρχει πια και οι ταξιδιώτες στην Ινδιανική Επικράτεια μπορούν να ταξιδέψουν χωρίς φόβο”, έγραψε θριαμβευτικά η Coffeyville Journal στις 7 Οκτωβρίου. “Η χώρα, και ειδικά οι σιδηρόδρομοι και οι σιδηροδρομικές εταιρείες, μπορούν να αναπνεύσουν ευκολότερα τώρα που οι Ντάλτον έχουν εξαφανιστεί. Η χώρα έχει απαλλαγεί από τη συμμορία αλλά η απαλλαγή κόστισε στην Κόφιβιλ μερικούς από τους καλύτερους άντρες της”.
Η ΣΥΜΜΟΡΙΑ ΖΕΙ ΑΚΟΜΗ
Οι νομοταγείς πολίτες σε όλη την Άγρια Δύση γιόρτασαν το τέλος των αδερφών Ντάλτον αλλά η ιστορία τους δεν τελείωσε στο Κόφιβιλ.
Το 1893, ο Μπιλ Ντάλτον ένωσε τις δυνάμεις του με τον παλιό του φίλο, Μπιλ Ντούλιν, σχηματίζοντας τη συμμορία Ντούλιν-Ντάλτον, γνωστή και ως “Wild Bunch”. Συνέχισε να τρομοκρατεί τη Δύση έως ότου ένα απόσπασμα που τον κυνηγούσε θα τον πυροβολούσε και θα τον σκότωνε στις 8 Ιουνίου 1894.
Εν τω μεταξύ, ο Έμμετ Ντάλτον, ο οποίος είχε επιζήσει από την αποτυχημένη ληστεία τράπεζας στο Κόφιβιλ, έλαβε χάρη από την ισόβια κάθειρξη του το 1907. Στη συνέχεια, έκανε μια νέα αρχή στο Χόλιγουντ ως συγγραφέας και σεναριογράφος(!), μέχρι την ημέρα που θα τον έβρισκε κι αυτόν ο θάνατος στα 66 του χρόνια.