Ο πρωθυπουργός σε συνέντευξή του η οποία θα κυκλοφορήσει αύριο στο «Πρώτο Θέμα» αναφέρθηκε και στις κυβερνητικές συνεργασίες.
Συνέντευξη στο «Πρώτο Θέμα» που θα κυκλοφορήσει αύριο παραχώρησε ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης ο οποίος ζήτησε την ανανέωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το πρόσωπό του.
Ο κ. Μητσοτάκης είπε ότι είναι ένας προοδευτικός κεντροδεξιός πολιτικός ο οποίος έχει αλλάξει το κόμμα του. «Δεν νομίζω ότι μοιάζει πολύ σήμερα με τη Νέα Δημοκρατία άλλων δεκαετιών» ανέφερε. Όπως ξεκαθάρισε ο στόχος του είναι η αυτοδυναμία, αλλά δεν αποκλείει το ενδεχόμενο συνεργασίας.
«Αν οι πολίτες με την ψήφο τους μας κατευθύνουν προς μια κυβέρνηση συνεργασίας, θα σεβαστούμε τη βούλησή τους».
Την ίδια στιγμή αποκλείει κατηγορηματικά κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας τόσο με τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και με την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου, ανοίγει ωστόσο παράθυρο προς το ΠΑΣΟΚ μετά από τις δεύτερες κάλπες.
Σχετικά με το κόμμα του Ηλία Κασιδιάρη είπε ότι «το πολιτικό σύστημα οφείλει να εξαντλεί τα συνταγματικά περιθώρια ώστε να μην εκπροσωπούνται στη Βουλή εγκληματικές οργανώσεις».
Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι η το κυβερνών κόμμα ακολούθησε μια πολιτική η οποία δεν περιορίζεται σε ιδεολογικά στεγανά και έχει σκοπό να ενώσει και όχι να διχάσει. Με αυτόν τον τρόπο απάντησε στο γιατί ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος δε θα κηδευτεί με τιμές αρχηγού κράτους σχολιάζοντας ότι «δεν έπρεπε να δοθούν αφορμές για νέους διχασμούς».
Ξεκαθάρισε βέβαια ότι η κυβέρνηση επικοινωνεί με την οικογένειά του έτσι ώστε να αποδοθούν «οι τιμές που πρέπει».
Μάλιστα, σε μια κίνηση-απάντηση στις προσωπικές επιθέσεις που δέχεται από τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο κ. Μητσοτάκης αναγνωρίζει ένα «εντυπωσιακό πολιτικό ένστικτο» στον Αλέξη Τσίπρα, ενώ δηλώνει ότι υπάρχουν αξιόλογοι άνθρωποι στον ΣΥΡΙΖΑ, τους οποίους -σε μια επίδειξη χιούμορ- αρνείται να κατονομάσει για να μην… τους κάψει στις εκλογές!
Για το ποια ήταν τα σφάλματα της κυβέρνησης, ο πρωθυπουργός μίλησε για την παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του Νίκου Ανδρουλάκη τονίζοντας ότι ήταν ένα «ξεκάθαρο λάθος» το οποίο δε θα έπρεπε να συμβεί ποτέ. Τόνισε για άλλη μια φορά βέβαια ότι ο ίδιος δεν γνώριζε απολύτως τίποτα.
«Στην πορεία αναδείχθηκε μια συστημική αδυναμία, ένα πλαίσιο παρακολουθήσεων το οποίο ξέφυγε από τον αρχικό του σκοπό, άνθρωποι ανέλαβαν τις ευθύνες τους και έφυγαν από τις θέσεις τους», σημειώνει, ενώ για περιπτώσεις όπως αυτές των Πάτση και Χειμάρα αναφέρει ότι πρόκειται για «δυσάρεστες εξαιρέσεις στον κανόνα», προσθέτοντας ότι αυτό που αναδεικνύεται είναι η ανάγκη να υπάρχουν συστήματα ελέγχου και αυστηρές τιμωρίες αποτροπής.
Για το ποια θα είναι η μεγάλη πρόκληση της επόμενης κυβέρνησης είπε ότι είναι το μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, των γιατρών και των εκπαιδευτικών.
«Ζητάμε πολλά από τους καθηγητές και τους δασκάλους μας και δίνουμε λίγα», αναφέρει.