Παρασκευή, 26 Απριλίου 2024
διάφορα«Ξέρεις πόσες μου ζητάνε να μπούνε σε αυτό το αμάξι;» ούρλιαζε σαν...

«Ξέρεις πόσες μου ζητάνε να μπούνε σε αυτό το αμάξι;» ούρλιαζε σαν παρανοϊκός όταν βγήκα μαζί του

Το παρακάτω κείμενο αναδημοσιεύουμε από την ομάδα στο fb Thank you next, με την άδεια της συντάκτριάς του Αθηνάς Μαρίας Λαοπόδη


«Ο εφιάλτης στο δρόμο με την αμαξάρα»

Ήμουν 20. Ήταν 29 στα 30. Μέναμε πολύ κοντά- είχα μετακομίσει πρόσφατα- και τα αντικείμενα μας ήταν παρεμφερή έτσι ώστε και στα social και στους 2-3 καφέδες που είχαμε πάει να είναι το κύριο θέμα συζήτησης. Red flag κανένα, κύριος σε όλα, μια χαρά. Προχωράμε. Μετά κανένα δύο μήνες μου ζήτησε να βγούμε για δείπνο. Του είπα οκ αφού η αλήθεια ήταν ότι στριφογύριζε καιρό στο μυαλό μου.

«Θα περάσω να σε πάρω με το αμάξι» μου είπε. Στην αρχή αρνήθηκα γιατί πραγματικά ζούσε δύο τετράγωνα από μένα και ήμασταν κέντρο όμως οκ αφού επέμενε δέχτηκα ( που να ξερα η βαριομοιρη!)

Έρχεται με ένα ωραίο μικρό αυτοκίνητο πόλης- έχει λόγο η αναφορά- και με παίρνει. Πήγαμε για ένα χαλαρό ποτάκι στο οποίο συνέχιζε να μου κάνει πολύ καλή εντύπωση και ύστερα για μια βόλτα στο Πήλιο, γνωριζόμασταν άλλωστε ήδη…Κάπου στη διαδρομή γυρνάει έτσι φυσικά φυσικά και με χάρη και γλυκύτητα μου λέει:
– Μη το βλέπεις έτσι μικρό. Έχω αγοράσει ήδη ένα πολύ μεγαλύτερο.
– Για το αμάξι λες; Όχι ρε εσύ είναι μια χαρά βρήκαμε και άνετο πάρκινγκ. Άντε ωραία, να το χαρείς!
Με κοιτάει και ήδη το βλέμμα του είχε αρχίσει να είναι πιο σπινθηροβόλο να το πω; πιο έντονο να το πω; πιο παρανοϊκό θα το πώ. Αρχίζοντας να ανεβάζει τα decibel και ένω ήμασταν σε στροφές με ρωτάει:

– Ώπα! Δεν θα με ρωτήσεις τι αμάξι αγόρασα;;
– Ναι σωστά. Είναι που έχω χαλαρώσει λίγο, τι πήρες;
– Μια… (γνωστή μάρκα αυτοκινήτου σήμα κατατεθέν του Μάνθου Φουστάνου).. συνεχίζοντας να έχει τα μάτια του επάνω μου με εκείνο το βλέμμα της περηφάνιας και της αναμονής.
– Ωωω αυτό είναι πολύ όμορφο αμάξι. Καλοταξιδο!!!

Το βλέμμα έγινε πιο παρανοϊκό, τα decibel ανέβηκαν και άλλο ενώ τα χέρια του δεν καλοεπιαναν τιμόνι και ξεκίνησε ενας ας τον πούμε μονόλογος ( εν τω μεταξύ νύχτωνε και άλλο,δεν υπήρχε ψυχή ζώσα τριγύρω και εγώ άρχισα να αισθάνομαι ότι παίζω στον εφιάλτη στο δρόμο με τις λεύκες.)

– «Μόνο αυτό έχεις να πείς;; Ξέρεις πόσες μου ζητάνε να μπούνε μέσα σε αυτό το αμάξι, μόλις το ακούνε,ξέρεις;;; Και εγώ που ήθελα να σε κυκλοφορήσω αχάριστο πλάσμα! Δούλευα από τα 16 μου, άνοιξα δικιά μου επιχείρηση, πήρα την αμαξαρα μου και έρχεσαι εσύ, εσύ ένα 20σαχρονο ***το να μου το περιφρονήσεις! Αλλά θα δεις τι θα πάθεις! Το όνομα μου θα λες και θα κλαίς. Να δούμε ποιός θα ξαναβρεθεί να σου προτείνει να βγείς με τέτοια αμαξάρα!!!!Με τέτοια αμαξάρα αχάριστο πλάσμα»
Είχε κοκκινησει, ούρλιαζε εγώ ήμουν σε μια κατασταση να ΨΕΛΛΙΖΩ μόνο «Το τιμόνι!! Το τιμόνι!! »

«Δεν θα μου πείς εσύ πώς θα οδηγώ! Κατάλαβες;;;;;;» και συνέχισε να ωρύεται για την…αχαριστία μου.
Σε κάποια στιγμή και ενώ ανέβαινε (μπρος σκοτάδι, δίπλα χαράδρες) κάνει έναν ελιγμό και παίρνει ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ τον δρόμο της επιστροφής. Στη διαδρομή συνέχισε ο μονόλογος απλώς, πλέον, σχεδόν υποτονθόρυζε «Το όνομα μου θα λέτε όλες οι «ανες» και θα κλαίτε! Αχ όλες σας! ».

Εγώ είχα καταφέρει να μείνω παντελώς σιωπηρή και να κοιτάω το υπερπέραν, αν και από μέσα μου πρέπει να είχα κατεβάσει καμία 20αρια «πατερημα» ( κατάλαβα γιατί λένε ότι και άθεος να σαι όταν πέφτει το αεροπλάνο Παναγία μου φωνάζεις ε μόνο που εγώ το έπαθα με αμάξι σε χαράδρες)

Με τα πολλά, με τα πάρα πολλά, με έφτασε σπίτι.Κατεβαίνω από το αμάξι λέω ένα τυπικό καληνυχτα – αφού είχα βγεί- και μου απαντά
– Τι μόνο αυτό;;;;!!!
– Όχι! Και ένα ακόμη! Είχες δίκιο! Το όνομα σου λέω και κλαίω που έφτασα σώα σπίτι μου! Μην με ξαναενοχλησεις!
Δεν είπε λέξη. Μάρσαρε και έφυγε προς άγνωστη κατεύθυνση.

Εννοείται πως το Next ( thank you, όχι με τίποτα) ήταν αστραπιαίο και καθολικό, τον μπλοκαρα από παντού και φροντισα να αλλάξω διαδρομές.
Και όμως! Μετά από κανένα δίμηνο έφτιαξε νέο προφίλ και έστειλε μήνυμα χαλαρός, ωραίος, σαν να μη συνέβη ποτέ τίποτα:

«Κουκλί συγγνώμη για τότε, πάμε μια βόλτα με την αμαξάρα μου;» !!!!
Δεν απάντησα ποτέ. Τις ελάχιστες φορές που τον πέτυχα στο δρόμο τον Μάνθο Φουστάνο της κακιάς ώρας, την μια όταν έμπαινε μάλιστα στο περίφημο αμάξι του, έφυγα με βήμα ταχύ προς την αντίθετη πορεία.

ΥΓ1 : Τώρα το διακωμωδώ, εκείνη η μέρα όμως ήταν από τις τρομακτικότερες στη ζωή μου και γνωρίζω ότι θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί πολύ χειρότερα. Να προσέχετε.
ΥΓ2: Λίγα χρόνια μετά έμαθα ότι παντρεύτηκε σε άλλη πόλη και μάλλον- ελπίζω να- ηρέμησε.
ΥΓ3: Έκανα να πάω στο Πήλιο 2 χρόνια.

Τα πιο σημαντικά