Τετάρτη, 11 Δεκεμβρίου 2024
Ελλάδα«Βοήθησα επειδή αυτό λέει η συνείδησή μου»: Συγκλονίζει ο 20χρονος που έσωσε...

«Βοήθησα επειδή αυτό λέει η συνείδησή μου»: Συγκλονίζει ο 20χρονος που έσωσε συνεπιβάτες του

Σε εκπομπές μίλησε ο επιβάτης της μοιραίας αμαξοστοιχίας που συγκρούστηκε τα Τέμπη, Ανδρέας Αλικανιώτης. Πρόκειται για τον φοιτητή που έσωσε συνεπιβάτες του στο τρένο.

«Δεν έχω προλάβει να σκεφτώ καθόλου, είμαι λίγο καλύτερα, αλλά δεν έχει καταλαγιάσει», απάντησε εισαγωγικά σε σχετική ερώτηση και περιέγραψε πως όταν πέφτει να κοιμηθεί «του έρχονται όλα, αλλά περισσότερο η σκηνή του μπαμ».

Ο 20χρονος, που καθόταν στο δεύτερο βαγόνι, είπε πως, μετά την έκρηξη, «βρισκόμουν στον αέρα και κοπανιόμουν με τα άλλα παιδιά και στο τέλος της σύγκρουσης βρέθηκα ποδοπατημένος».

Για τα τραύματά του, σημείωσε πως, έχει καψίματα και μικροεκδορές.




Ο Ανδρέας Αλικανιώτης βγήκε από το τρένο σπάζοντας το τζάμι, αφού όπως είπε, από τη μεριά της πόρτας ήταν η φωτιά. «Πήδηξα από μεγάλο ύψος και ήταν επικίνδυνο», ανέφερε σχετικά και ερωτηθείς για το πότε συνειδητοποίησε τι είχε συμβεί είπε πως, «όταν βγήκα κατάλαβα πόσο μεγάλο ήταν το κακό. Με το που βγήκα, το πρώτο που είδα, ήταν άτομα στο χωράφι, όταν είδα το βαγόνι, είδα την καταστροφή. Υπήρχε φόβος και πανικός, από πολλά άτομα εκεί πέρα».

«Οι επόμενες κινήσεις μου ήταν να βοηθήσω άτομα που ήταν κάτω, να τους κρατήσω λίγο συντροφιά μέχρι να έρθουν οι διασώστες».

Όσο για το ότι ο ίδιος κι άλλοι νεαροί που βοήθησαν τους συνεπιβάτες τους χαρακτηρίστηκαν ήρωες, είπε πως, «εγώ βοήθησα επειδή αυτό λέει η συνείδησή μου».

Τέλος, απάντησε σε σχετικό ερώτημα πως δεν θα έπαιρνε ξανά τρένο, όχι επειδή φοβάται, αλλά «γιατί δεν θέλει να δώσει τα λεφτά του σε αυτούς».




Μιλώντας επίσης στην εκπομπή ο πατέρας του Ανδρέα, Διονύσης Αλικανιώτης, δήλωσε «περήφανος για τον Ανδρέα». Όμως «έσπασε» μιλώντας για τα παιδιά που χάθηκαν, λέγοντας ότι, «πονάω για όλα τα παιδιά που χάθηκαν άδικα και για τους γονείς που δεν βρίσκουν τα παιδιά τους να τα κηδέψουν».

Περιγράφοντας πώς έμαθαν για το δυστύχημα, είπε πως, «τον παίρναμε 23:30 γιατί ξέραμε ότι θα έχει φτάσει και μετά από 20 λεπτά χτυπάει το κινητό της μητέρας του από τον κολλητό του και είπε πως ’είμαι καλά, δεν ξέρω πότε θα ξαναφτάσουμε’».

«Μιλήσαμε 12 παρά και μετά ξανά στις 2:30 ώρα, φανταστείτε τι περάσαμε αυτές τις ώρες», κατέληξε.

Τα πιο σημαντικά