Το Κοινοβούλιο της χώρας συζητεί σχέδιο νόμου, με το οποίο ουσιαστικά νομιμοποιούνται οι γάμοι με ανήλικα κορίτσια, ακόμα και για 100 ευτώ – Χωρίς αποτέλεσμα οι διαμαρτυρίες πολλών γυναικών
Η Χαφσά είχε παντρευτεί στα 13 της χρόνια. Ο πατέρας της την παρέδωσε στον ενδιαφερόμενο γαμπρό, πολύ μεγαλύτερης ηλικίας, ο οποίος κατέβαλε το ισόποσο των 100 ευρώ για να την «αποκτήσει». Για δύο ολόκληρα χρόνια η Χαφσά πέρασε τα πάνδεινα, υπέστη βιασμούς και ξυλοδαρμούς. Τελικά κατάφερε να πείσει, μαζί με τη μητέρα της, τον γαμπρό να ακυρώσει τον γάμο και να την αφήσει ελεύθερη.
Όλα αυτά αποτελούν σύνηθες φαινόμενο στη Σομαλία, όπου ένα στα τρία κορίτσια παντρεύεται πριν τα 18, πολλές φορές στα 12 ή 13 του χρόνια. Μέχρι σήμερα δεν υπήρχε νομικό πλαίσιο για τους γάμους με ανήλικα κορίτσια. Τώρα το Κοινοβούλιο της χώρας συζητεί σχέδιο νόμου, το οποίο, με τη συγκατάθεση των γονέων, ουσιαστικά νομιμοποιεί αυτούς τους γάμους και μάλιστα από την ηλικία των …εννέα ετών όπως αναφέρει στο ρεπορτάζ της η «Deutsche Welle».
Ο Αμπντιραχμάν Χασάν Ομάρ, δικηγόρος στην πρωτεύουσα Μογκαντίσου, είναι υπέρ του νέου νόμου, γιατί όπως υποστηρίζει «όταν το κορίτσι είναι τόσο μικρό, εκκρίνει όλο και περισσότερες ορμόνες και μπορεί να έχει ερωτική ζωή. Η θρησκεία μας επιτρέπει τον γάμο στις αρχές της εφηβείας».
Ύψιστη αποστολή η τεκνοποίηση
Παρόμοια συζήτηση, για το αν και σε ποια ηλικία, μπορούν να παντρευτεί ένα ανήλικο κορίτσι, γίνεται και σε άλλες μουσουλμανικές χώρες. Για τον Αμπντιραχμάν Χασάν Ομάρ η κύρια αποστολή της γυναίκας είναι να κάνει πολλά παιδιά, αρχίζοντας από μικρή ηλικία. Από κει και πέρα, λέει ο σομαλός δικηγόρος «σε μερικές μουσουλμανικές χώρες θεωρείσαι ενήλικος στα 15, στις ευρωπαϊκές χώρες στα 18, σε κάποιες ανατολικές χώρες στα 21. Δεν υπάρχει προκαθορισμένη ηλικία γι αυτό, κάθε χώρα πρέπει να το αποφασίζει με βάση τον πολιτισμό της και τη θρησκεία της…».
Οργανώσεις για τα δικαιώματα των γυναικών εκφράζουν την οργή τους για το σχέδιο νόμου. Πρόσφατα κατέθεσαν στο Κοινοβούλιο της Σομαλίας τη δική τους αντιπρόταση, που απαγορεύει την κακοποίηση και τους βιασμούς, καθώς και τους γάμους ανηλίκων. Οι βουλευτές δεν δέχθηκαν ούτε καν να συζητήσουν για όλα αυτά. Η Ντουνίγιο Μουχαμέντ Αλί, ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των γυναικών στη Σομαλία, είναι αγανακτισμένη. «Αγνόησαν την πρότασή μας, την πέταξαν στα σκουπίδια», λέει και συνεχίζει: «Εδώ μιλάμε για βιασμούς, για γάμους ανηλίκων. Θα έπρεπε να προβλέπονται σκληρές ποινές για τους δράστες…».
Τα καλά και συμφέροντα των βουλευτών
Τα Ηνωμένα Έθνη εξέφρασαν τη στήριξή τους στις προτάσεις που κατέθεσαν οι οργανώσεις για τα δικαιώματα των γυναικών, αλλά ούτε αυτό ήταν αρκετό για να πειστούν οι Σομαλοί βουλευτές. Η Ντουνίγιο Μουχαμέντ Αλί λέει ότι γνωρίζει τον πραγματικό λόγο της απόρριψης: «Ξέρουμε βουλευτές που θέλουν κι εκείνοι να παντρευτούν ανήλικα κορίτσια. Μπορώ να σας κατονομάσω πολλούς, που ήδη το έχουν κάνει αυτό. Υπάρχουν οικογένειες πάμφτωχες, που δίνουν τα κορίτσια τους σε αυτούς της γηραιούς κυρίους…».
Η Σομαλία θεωρείται μία από τις δέκα πιο φτωχές χώρες σε όλον τον κόσμο. Επί τριάντα χρόνια σπαράσσεται από έναν ανελέητο εμφύλιο πόλεμο. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού αγωνίζεται καθημερινά για ένα πιάτο φαγητό. Για τις γυναίκες και για τα ανήλικα κορίτσια, η κατάσταση είναι ακόμη πιο απάνθρωπη. «Στους προσφυγικούς καταυλισμούς τα κορίτσια κινδυνεύουν», λέει η Ντουνίγιο Μουχαμέντ Αλί και συμπληρώνει: «Οι γονείς τους σκέφτονται ότι θα είναι πιο προστατευμένα αν παντρευτούν σε μικρή ηλικία, κάποιοι αναγκάζονται να τα δώσουν και για να γλυτώσουν από τη φτώχεια».
Η Σαντία Αλί Χατζί είναι μόλις 13 χρονών. Πηγαίνει σχολείο στο Μογκαντίσου και ονειρεύεται να ασχοληθεί με την πολιτική. Λέει ότι θέλει να τελειώσει το σχολείο, να φτιάξει πρώτα τη ζωή της και μετά να παντρευτεί. Φοβάται όμως ότι οι γονείς της αρχίζουν να ψάχνουν από τώρα γαμπρό μεγαλύτερης ηλικίας. «Πρέπει να υπακούς τους γονείς σου», είπε η μικρή Σαντία και τονίζει: «Οι δικοί μου γονείς σίγουρα θα χαρούν για τα χρήματα που θα πάρουν, αν με παντρέψουν. Και ο άντρας θα νομίζει πως, αφού έχει πληρώσει, μπορεί να κάνει ό,τι θέλει…».
Πηγή: Deutsche Welle