«Χρειάζεται -κατά τη γνωστή φράση- και καρότο και μαστίγιο, δηλαδή επιχειρήματα για όσους διαθέτουν λογική και κρίση, επιβράβευση σε όσους μπορεί να διστάζουν για απόλυτα κατανοητούς λόγους αλλά και αυστηρότητα για εκείνους που λειτουργούν αντικοινωνικά στο δημόσιο χώρο».
Το μήνυμα αυτό έστειλε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ ‘Ακης Σκέρτσος, σε ομιλία του με θέμα, «Πώς μπορεί να βελτιωθεί η εμβολιαστική κάλυψη απέναντι στην πανδημία;» και σε εκδήλωση που συνδιοργάνωσαν το Εργαστήριο Τεχνολογιών Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, η Ελληνική Επιστημονική Εταιρεία Οικονομίας και Πολιτικής της Υγείας (ΕΕΕΟΠΥ) και το Ινστιτούτο Οικονομικών της Υγείας (i-Hecon).
Παράλληλα ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ παρουσίασε αναλυτικά στοιχεία για την πορεία του εμβολιασμού.
Ξεκινώντας από αυτά, έχουν κάνει μια δόση ή έχουν κλείσει το πρώτο ραντεβού για τον εμβολιασμό τους, ανά ηλικιακή ομάδα του πληθυσμού:
* 18-29 ετών: περισσότεροι από 1 στους 3 (35%) – 490 χιλ. από 1,401 εκατ. πολίτες
* 30-44 ετών: περισσότεροι από 1 στους 2 (51%) – 1,086 εκατ. από 2,133 εκατ. πολίτες
* 45-59 ετών: περισσότεροι από 2 στους 3 (66,4%) – 1,537 εκατ. από 2,316 εκατ. πολίτες
* 60 ετών και άνω: περισσότεροι από 3 στους 4 (76,2%) – 2,34 εκατ. από 3,069 εκατ. πολίτες.
Συνολικά, «5,3 εκατ. πολίτες, δηλαδή το 60% του ενήλικου πληθυσμού, συμμετέχουν έως τώρα στην εθνική εμβολιαστική εκστρατεία και 4,4 εκ. έχουν εμβολιαστεί πλήρως».
Ενώ από τις 28 Ιουνίου (ημέρα ανακοίνωσης του freedom pass) έχουν κλειστεί σε δύο εβδομάδες 433.175 νέα πρώτα ραντεβού εμβολιασμού. Μόνο χθες, 13 Ιουλίου κλείστηκαν 40.183 νέα πρώτα ραντεβού.
Σύμφωνα με τον Α. Σκέρτσο, η ομάδα που οδηγεί σήμερα τα νέα ραντεβού είναι οι ηλικίες 18-29 ετών με μερίδιο συμμετοχής στα ημερήσια νέα ραντεβού της τάξης του 34%. Τούτων δοθέντων, «οι στόχοι που τέθηκαν εξαρχής, λαμβάνοντας πάντα υπόψη την αρχικά περιορισμένη διαθεσιμότητα των εμβολίων, επιτεύχθηκαν», σημείωσε εξάλλου εξειδικεύοντας στη συνέχεια:
«Είχαμε πει ότι έως το τέλος Ιουνίου τουλάχιστον το 50% των δικαιούχων εμβολιασμού θα έχει κάνει τουλάχιστον μια δόση. Και, πράγματι, στις 30 Ιουνίου, το 56% των ενηλίκων πολιτών είχε κάνει την πρώτη δόση, ενώ εξ αυτών το 44% ήταν πλήρως εμβολιασμένο.
Είχαμε πει ότι σε πλήρη ανάπτυξη τα εμβολιαστικά κέντρα θα μπορούν να πραγματοποιούν έως και 2 εκατομμύρια εμβολιασμούς το μήνα. Και πράγματι ο στόχος αυτός υπερκαλύφθηκε κατά τον Μάιο και τον Ιούνιο, με τους ημερήσιους εμβολιασμούς να υπερβαίνουν τις 100.000.
Είχαμε πει ότι έως το τέλος του καλοκαιριού είναι εφικτό να πετύχουμε την επιδιωκόμενη ανοσία του πληθυσμού σε ποσοστό 70-75%. Και αυτό είναι πράγματι εφικτό».
Με αυτά τα δεδομένα, «η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, συγκεκριμένα στο 42% έναντι του 40% στην Ε.Ε., ως προς το μερίδιο του πληθυσμού που είναι πλήρως εμβολιασμένοι.
Το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 50% αν υπολογιστεί επί των πραγματικών δικαιούχων, δηλαδή των ενηλίκων. ‘Αρα, ναι, τα έχουμε πάει καλά και ως προς τους ποσοτικούς στόχους που έχουμε θέσει αλλά και ως προς τους επιχειρησιακούς στόχους, οργανώνοντας μια άρτια εκστρατεία εμβολιασμού», σημείωσε με έμφαση.
Υπόθεση πειθούς ή υποχρεωτικότητας;
Στο ερώτημα αν το εμβόλιο είναι υπόθεση πειθούς ή υποχρεωτικότητας, ο Α. Σκέρτσος αναγνώρισε κατ’ αρχήν ότι «ο εμβολιασμός αποτελεί μια υγειονομική πράξη στο σώμα του κάθε πολίτη και αποτελεί φυσικά μια προσωπική επιλογή». Σχετίζεται, όμως, και «με την κοινωνική συνείδηση, την ωριμότητα και υπευθυνότητα που διαθέτει κάθε πολίτης».
Σε κάθε περίπτωση, «ο εμβολιασμός σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία είναι πρωτίστως, αλλά όχι μόνο, μια υπόθεση πειθούς. Και εκεί έχουμε στηρίξει την εμβολιαστική μας εκστρατεία», υπογράμμισε επίσης.
Στο σημείο αυτό όμως, επικαλέστηκε τα ποσοστά εμβολιασμού σε ειδικές ομάδες του πληθυσμού: «παρά τη συστηματική ενημέρωση στις δομές υγείας το 77% των εργαζομένων έχει εμβολιαστεί, όμως ένα 23% παραμένει ανεμβολίαστοι.
Το ποσοστό των μη εμβολιασμένων εργαζομένων είναι υψηλότερο στις δομές φροντίδας ηλικιωμένων. Προφανώς αυτό είναι ανεπίτρεπτο και το κράτος δεν μπορεί να περιμένει πότε θα πειστούν λειτουργοί δημόσιας υγείας από τα χέρια των οποίων κρέμεται η ζωή πολιτών να αποφασίσουν πότε θα εμβολιαστούν», ξεκαθάρισε.
Κατάσταση που γίνεται πιο πιεστική λόγω των μεταλλάξεων, συμπλήρωσε, ενώ για τις αιτιάσεις περί αντισυνταγματικότητας παρέπεμψε στις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και στις διατυπωθείσες θέσεις των κ. Βενιζέλου, Αλιβιζάτου και Μανιτάκη.
«Δεν υπάρχει κανένα ατομικό δικαίωμα που να επιτρέπει σε κάποιον να σκορπίζει το θάνατο», διεμήνυσε επίσης και επιχειρηματολόγησε ως εξής: «Ατομικό δικαίωμα είναι ότι είμαι κρεατοφάγος ή χορτοφάγος, ατομικό δικαίωμα είναι η σεξουαλική μου ταυτότητα, και πολλά άλλα που είναι και πρέπει να γίνονται σεβαστά σε μια δημοκρατία. Σε ένα κράτος δικαίου όμως δεν μπορεί να γίνεται σεβαστό το “ατομικό δικαίωμα” στο να συγχρωτίζεσαι με άλλους χωρίς να λαμβάνεις τα αναγκαία μέτρα ατομικής προστασίας ή να μην συμμορφώνεσαι με τους κανόνες δημόσιας υγείας που θέτει η Πολιτεία.
Στο σπίτι σου μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, όχι όμως και στο δημόσιο χώρο. Διότι αυτό συνιστά μια βαθιά αντικοινωνική συμπεριφορά και εδώ και πολλά χρόνια -αν δεν κάνω λάθος- ο άνθρωπος έχει επιλέξει να ζει σε κοινωνία, όχι σε ζούγκλα». Εξάλλου, συμπλήρωσε, όταν ένα ατομικό δικαίωμα στρέφεται κατά των δημοσίων αγαθών, τότε και η Πολιτεία έχει υποχρέωση να προστατεύσει την υγεία των πολλών
Υλικά κίνητρα
Στο κεντρικό ερώτημα, λοιπόν, αν ο εμβολιασμός είναι υπόθεση πειθούς, ενθάρρυνσης ή υποχρεωτικότητας, η απάντηση, για τον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ, είναι πως «σε συνθήκες πανδημίας είναι και τα τρία.
Χρειάζεται -κατά τη γνωστή φράση- και καρότο και μαστίγιο, δηλαδή επιχειρήματα για όσους διαθέτουν λογική και κρίση, επιβράβευση σε όσους μπορεί να διστάζουν για απόλυτα κατανοητούς λόγους αλλά και αυστηρότητα για εκείνους που λειτουργούν αντικοινωνικά στο δημόσιο χώρο».
Στη συνέχεια, επικαλούμενος το γεγονός ότι τις τελευταίες δύο εβδομάδες τις κρατήσεις για ραντεβού για εμβόλια τις οδηγούν οι νέοι 18-30 ετών, οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι «αυτό είναι μια απάντηση των ίδιων των νέων κυρίως προς την αντιπολίτευση που έσπευσε να επικρίνει τα μέτρα ενθάρρυνσης εμβολιασμού τους, όπως το freedom pass, σαν μέτρα εξαγοράς ή εκμαυλισμού τους».
Στο σημείο αυτό επικαλέστηκε εξάλλου τον επικεφαλής της επιτροπής βιοηθικής της κυβέρνησης Ομπάμα, Εζέκιελ Ιμάνιουελ, και βασικό εισηγητή του Obamacare, που έχει ταχθεί αναφανδόν υπέρ και των υλικών κινήτρων στον εμβολιασμό ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με την ενθάρρυνση μη προνομιούχων ομάδων του πληθυσμού.
Ταυτοχρόνως, ο υφυπουργός απάντησε αρνητικά στο ερώτημα αν είναι διχαστικά τα τελευταία μέτρα, άλλωστε, πρόσθεσε «η Ελλάδα δεν πρωτοτυπεί.
Την ίδια πολιτική με τα μέτρα δημόσιας υγείας στους χώρους ψυχαγωγίας εφαρμόζουν η Γαλλία, η Γερμανία, η Δανία, η Αυστρία και άλλες χώρες, σε αυτή τη νέα φάση της πανδημίας όπου το οριζόντιο κλείσιμο της οικονομίας δεν αποτελεί πλέον επιλογή λόγω του εμβολιασμού της πλειονότητας των ενηλίκων πολιτών».
Ως εκ τούτου, οι χώροι διασκέδασης «ή θα λειτουργούν με συγκεκριμένα υγειονομικά πρωτόκολλα ή δεν θα λειτουργούν καθόλου», επεσήμανε θυμίζοντας και το μέτρο της καθολικής απαγόρευσης του καπνίσματος.
«Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για την COVID-19. Η ελευθερία μου και τα δικαιώματά μου σταματάνε στην ελευθερία και τα δικαιώματα του άλλου».
Πρόσκληση προς αντιπολίτευση, Εκκλησία, Τ.Α. κ.α.
Συμπερασματικά, «αυτό που πρέπει να κάνουμε επομένως τώρα είναι να χρησιμοποιήσουμε κάθε θεμιτό μέσο πειθούς, ενθάρρυνσης αλλά και υποχρεωτικότητας, όπου αυτό είναι αναγκαίο και βιοηθικά θεμιτό, ώστε να καλύψουμε την απόσταση που απομένει για την επιθυμητή ανοσία του πληθυσμού», ανέφερε ο Α. Σκέρτσος και απηύθυνε πρόσκληση στήριξης της καμπάνιας προς:
-την αντιπολίτευση και τις κομματικές της νεολαίες που «δεν έχουν κάνει έως σήμερα καμία ενεργητική καμπάνια υπέρ του εμβολιασμού και είναι επιτέλους καιρός να το πράξουν, να απομονώσουν ή να αποπέμψουν τους αρνητές – μεγαλοστελέχη εντός των κομμάτων τους».
-την Εκκλησία «να μιλήσει πιο συστηματικά στους πιστούς για την ανάγκη εμβολιασμού».
-την Τοπική Αυτοδιοίκηση «να πάει πόρτα πόρτα και να μιλήσει με όσους έχουν ακόμη αμφιβολίες για το εμβόλιο».
-τους ανθρώπους του πολιτισμού «να λάβουν δημόσια θέση».
-τις επιχειρήσεις, «ειδικά από το χώρο της εστίασης και των κέντρων διασκέδασης που λόγω του συνωστισμού μπορεί να λειτουργούν ως χώροι υπέρ-μεταδότες του ιού, να φροντίσουν να εφαρμόζουν με υπευθυνότητα τα υγειονομικά πρωτόκολλα δίνοντας το μήνυμα υπέρ του εμβολιασμού στους πελάτες και τους εργαζομένους τους».
Και, στο «δια ταύτα», «με την πλειονότητα των ενήλικων πολιτών να έχει πλέον εμβολιαστεί και το εμβόλιο καθολικά και δωρεάν διαθέσιμο, προφανώς δεν τίθεται ξανά ζήτημα οριζόντιων περιοριστικών μέτρων στην οικονομία και την κοινωνία. Το μήνυμα, συνεπώς, ενόψει και των νέων μεταλλάξεων είναι ένα: δεν χρειάζεται πανικός, αρκεί ο εμβολιασμός».