Εγώ θα επιβιώσω και το σωσίβιο μου είναι να φύγεις από πάνω μου, να σε βγάλω από τη ζωή μου. Σε μισώ γιατί δεν με ήθελες , δεν με αγκάλιασες, δε με αγάπησες, δεν με φίλησες , δεν με χάιδεψες, δεν μου είπες ποτέ ένα παραμύθι. Με κατάστρεψες με ανάγκαζες να μισώ τον πατέρα μου επειδή δεν ξεπέρασες ποτέ το οτι σε χώρισε. Δεν με σκέφτηκες ούτε για μια φορά, δεν με έβαλες ποτέ πάνω από σένα. Δεν με ρώτησες ποτέ πραγματικά τι θέλω.
Σε μισώ γιατί είσαι πουτάνα, ξεπουλημένη και χωρίς ηθική, που τις ηθικές μου αξίες τις έχω μάθει μόνη μου. Που όταν με πείραξαν μικρή δεν είχα κάποιον να με διδάξει, να με προστατέψει.Σε κατηγορώ για τις ενοχές που είχα για χρόνια που δεν με παρηγόρησες να μου πεις ότι δεν φταίω εγω. Που δεν μπορώ να αγαπήσω τον αδελφό μου γιατί απλά ζήλευες που ο πατέρας μου προχώρησε με τη ζωή του και εσύ όχι.
Σε μισώ για την φορά που έφερες έναν ξένο που γνώρισες στο καράβι να μείνει μαζί μας στην γκαρσονιέρα μας ενώ ήμουν παιδί και μου κρατούσες μούτρα επειδή δεν του μιλούσα και δεν ημουν χαρούμενο παιδί με εκείνον.
Σε μισώ για τις φορές που με γέμιζες ενοχες και με αποκαλούσες φίδι που θέλει να σου δαγκώσει το χέρι και δεν μου μιλούσες για μέρες επειδή δεν ήθελα να δεχτώ συμβουλές από τον παντρεμένο εραστή σου. Ακόμα σε μισώ που με ζήλευες και δεν χαιρόσουν με την χαρά μου, με τις επιτυχίες μου και με ζήλευες που αναπτυσσόμουν σαν γυναίκα. Σε μισώ που κάθε φορά που έδειχνα αίσθημα αγάπης για τους φίλους μου με χλεύαζες και τώρα δεν μπορώ να τη λέξη σ’αγαπώ στους φίλους μου και να τους αγκαλιάσω.
Σε μισώ που με έβαζες μετά το σχολείο να δουλεύω τα καλοκαίρια. Για το ξύλο που έτρωγα μέχρι τα δεκαεννιά.Που πίστευες ότι είμαι το εργαλείο σου, το εξάρτημα σου, και δεν με αναγνώρισες ποτέ σαν ξεχωριστό οργανισμό. Ότι όταν εγώ κρυώνω δεν χρειάζεται να μου σκίζεις την ζακέτα και να με πλακώνεις στις σφαλιάρες επειδή εσύ δεν κρυώνεις και πρέπει να είμαι φυσιολογική.
Εγώ θα επιβιώσω και το σωσίβιο μου είναι να φύγεις από πάνω μου, να σε βγάλω από τη ζωή μου.
Ντιάνα