Σχεδόν το σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού και συγκεκριμένα το 99%, αναπνέει αέρα που υπερβαίνει τα όρια ποιότητας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και απειλεί την υγεία του, σύμφωνα με σοκαριστικά στοιχεία που έδωσε προ ημερών στη δημοσιότητα ο ΠΟΥ.
Ένας αριθμός ρεκόρ από περισσότερες από 6.000 πόλεις σε 117 χώρες παρακολουθούν πλέον την ποιότητα του αέρα, αλλά οι άνθρωποι που ζουν σε αυτές εξακολουθούν να αναπνέουν ανθυγιεινά επίπεδα μικροσωματιδίων και διοξειδίου του αζώτου, με τους ανθρώπους στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος να υφίστανται τις υψηλότερες εκθέσεις.
Τα ευρήματα ώθησαν τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να τονίσει τη σημασία του περιορισμού της χρήσης ορυκτών καυσίμων και της λήψης άλλων απτών μέτρων για τη μείωση των επιπέδων ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Η επικαιροποίηση του 2022 της βάσης δεδομένων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για την ποιότητα του αέρα εισάγει, για πρώτη φορά, επίγειες μετρήσεις των μέσων ετήσιων συγκεντρώσεων διοξειδίου του αζώτου (ΝΟ2), ενός κοινού αστικού ρύπου και πρόδρομου παράγοντα των αιωρούμενων σωματιδίων και του όζοντος. Περιλαμβάνει επίσης μετρήσεις αιωρούμενων σωματιδίων με διάμετρο ίση ή μικρότερη από 10 μm (PM10) ή 2,5 μm (PM2,5). Και οι δύο ομάδες ρύπων προέρχονται κυρίως από ανθρώπινες δραστηριότητες που σχετίζονται με την καύση ορυκτών καυσίμων.
Shocking!
99% – or almost the entire world's population breathes air with unhealthy levels of fine particulate matter & nitrogen dioxide, and threatens their health.
More: https://t.co/Llaj2wHk0V #HealthierTomorrow pic.twitter.com/QlHUP4iyS4— World Health Organization (WHO) (@WHO) April 4, 2022
Η νέα βάση δεδομένων για την ποιότητα του αέρα είναι η πιο εκτεταμένη μέχρι σήμερα όσον αφορά την κάλυψη της έκθεσης στην ατμοσφαιρική ρύπανση στο έδαφος. Περίπου 2.000 περισσότερες πόλεις/ανθρώπινοι οικισμοί καταγράφουν τώρα δεδομένα παρακολούθησης στο έδαφος για τα αιωρούμενα σωματίδια – PM10 και/ή PM2,5 – σε σχέση με την τελευταία επικαιροποίηση. Αυτό σηματοδοτεί σχεδόν 6πλάσια αύξηση των αναφορών από την έναρξη λειτουργίας της βάσης δεδομένων το 2011, αναφέρει ο Οργανισμός.
Εν τω μεταξύ, η βάση δεδομένων για τις βλάβες που προκαλεί η ατμοσφαιρική ρύπανση στον ανθρώπινο οργανισμό αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς και υποδεικνύει σημαντική βλάβη που προκαλείται ακόμη και από χαμηλά επίπεδα πολλών ατμοσφαιρικών ρύπων.
Τα αιωρούμενα σωματίδια, ιδίως τα PM2.5, είναι ικανά να διεισδύσουν βαθιά στους πνεύμονες και να εισέλθουν στην κυκλοφορία του αίματος, προκαλώντας καρδιαγγειακές, εγκεφαλοαγγειακές (εγκεφαλικά επεισόδια) και αναπνευστικές επιπτώσεις. Υπάρχουν ενδείξεις ότι τα αιωρούμενα σωματίδια επηρεάζουν και άλλα όργανα και προκαλούν και άλλες ασθένειες.
Το ΝΟ2 συνδέεται με αναπνευστικές παθήσεις, ιδίως με άσθμα, που οδηγούν σε αναπνευστικά συμπτώματα (όπως βήχας, συριγμός ή δυσκολία στην αναπνοή), εισαγωγές σε νοσοκομεία και επισκέψεις στα επείγοντα περιστατικά.
Ο ΠΟΥ αναθεώρησε πέρυσι τις κατευθυντήριες γραμμές του για την ποιότητα του αέρα, καθιστώντας τες πιο αυστηρές, σε μια προσπάθεια να βοηθήσει τις χώρες να αξιολογήσουν καλύτερα την υγιεινή του αέρα τους.
«Οι σημερινές ανησυχίες για την ενέργεια αναδεικνύουν τη σημασία της επιτάχυνσης της μετάβασης σε καθαρότερα και πιο υγιεινά ενεργειακά συστήματα», δήλωσε ο Dr Tedros Adhanom Ghebreyesus, Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ. «Οι υψηλές τιμές των ορυκτών καυσίμων, η ενεργειακή ασφάλεια και ο επείγων χαρακτήρας της αντιμετώπισης των διπλών προκλήσεων για την υγεία, της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της κλιματικής αλλαγής, υπογραμμίζουν την επιτακτική ανάγκη να προχωρήσουμε ταχύτερα προς έναν κόσμο που θα εξαρτάται πολύ λιγότερο από τα ορυκτά καύσιμα», ανέφερε.
Συναγερμός για την ποιότητα του αέρα
«Οι τωρινές ενεργειακές ανησυχίες αναδεικνύουν τη σημασία της επιτάχυνσης της μετάβασης σε ένα καθαρότερο ενεργειακό σύστημα. Οι υψηλές τιμές των ορυκτών καυσίμων, η ασφάλεια της ενέργειας και η ανάγκη επείγουσας αντιμετώπισης της ρύπανσης του αέρα και της κλιματικής αλλαγής, υπογραμμίζουν την ανάγκη να κινηθούμε ταχύτερα προς ένα κόσμο λιγότερο εξαρτημένο από τα ορυκτά καύσιμα», τόνισε ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ.
Η ίδια έρευνα έδειξε, επίσης, ότι oι χώρες με υψηλότερα εισοδήματα έχουν χαμηλότερη σωματιδιακή ρύπανση, ωστόσο, οι περισσότερες πόλεις αντιμετωπίζουν προβλήματα με το διοξείδιο του αζώτου.
«Μετά την επιβίωση από την πανδημία, είναι απαράδεκτο να υπάρχουν ακόμα 7 εκατομμύρια θάνατοι που μπορούν να προληφθούν και αμέτρητα χαμένα χρόνια καλής υγείας που μπορούν να αποφευχθούν λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Αυτό λέμε όταν εξετάζουμε το βουνό των δεδομένων, των στοιχείων και των διαθέσιμων λύσεων για την ατμοσφαιρική ρύπανση. Ωστόσο, πάρα πολλές επενδύσεις εξακολουθούν να βυθίζονται σε ένα μολυσμένο περιβάλλον και όχι σε καθαρό, υγιή αέρα», δήλωσε η Διευθύντρια του Τμήματος Περιβάλλοντος, Κλιματικής Αλλαγής και Υγείας του ΠΟΥ.
Βήματα που μπορούν να λάβουν οι κυβερνήσεις για τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα
Ορισμένες κυβερνήσεις λαμβάνουν μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα, αλλά ο ΠΟΥ καλεί σε ταχεία εντατικοποίηση των δράσεων για:
- να υιοθετήσουν ή να αναθεωρήσουν και να εφαρμόσουν τα εθνικά πρότυπα ποιότητας του αέρα σύμφωνα με τις τελευταίες κατευθυντήριες γραμμές του ΠΟΥ για την ποιότητα του αέρα,
- παρακολούθηση της ποιότητας του αέρα και εντοπισμός των πηγών ατμοσφαιρικής ρύπανσης,
- υποστήριξη της μετάβασης στην αποκλειστική χρήση καθαρής οικιακής ενέργειας για το μαγείρεμα, τη θέρμανση και το φωτισμό,
- να δημιουργηθούν ασφαλή και οικονομικά προσιτά συστήματα δημόσιων μεταφορών και δίκτυα φιλικά προς τους πεζούς και τα ποδήλατα,
- εφαρμογή αυστηρότερων προτύπων για τις εκπομπές και την αποδοτικότητα των οχημάτων- και επιβολή της υποχρεωτικής επιθεώρησης και συντήρησης των οχημάτων,
- επενδύσεις σε ενεργειακά αποδοτικές κατοικίες και παραγωγή ενέργειας,
- βελτίωση της βιομηχανίας και της διαχείρισης των δημοτικών αποβλήτων,
- μείωση της καύσης γεωργικών αποβλήτων, των δασικών πυρκαγιών και ορισμένων αγροδασικών δραστηριοτήτων (π.χ. παραγωγή ξυλάνθρακα) και
- ένταξη της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στα προγράμματα σπουδών για τους επαγγελματίες υγείας και παροχή εργαλείων για την εμπλοκή του τομέα της υγείας.
Πηγή: ethnos.gr