Η μεγαλύτερη ίσως κόντρα του Τζίμη Πανούση ήταν αυτή με τον τραγουδιστή Γιώργο Νταλάρα. Τότε όλη η Ελλάδα σχολίαζε τη δικαστική τους διαμάχη.
Το χρονικό της αντιδικίας τους
Η κόντρα κρατάει από το μακρινό 1997, τότε που ο Νταλάρας ανακοίνωνε τη μία συναυλία πίσω από την άλλη, είτε για φιλανθρωπικούς σκοπούς (και αφιλοκερδώς όπως έλεγε) είτε υπέρ της Κύπρου. Ο Πανούσης στη μουσική του παράσταση εκείνη τη χρονιά θέλοντας να σχολιάσει την στάση του Νταλάρα, τον έδειχνε, με ειδική μίξη εικόνας, να τραγουδά και ταυτόχρονα να τρέχουν χρυσές λίρες από το στόμα του. Κάτι τέτοιο, φυσικά και δε θα μπορούσε να μη φτάσει στα αυτιά του Νταλάρα, εξάλλου το σχολίαζε ολόκληρη η Αθήνα.
Η αντίδραση του Νταλάρα ήρθε στις 7 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς, κάνοντας μήνυση στον Πανούση για συκοφαντική δυσφήμιση, καταθέτοντας ταυτόχρονα ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του, τα οποία μάλιστα ίσχυσαν μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης. Ο Νταλάρας είχε απαιτήσει από τον Πανούση να σταματήσει να χρησιμοποιεί τη φωνή και την εικόνα του στις παραστάσεις ενώ κάθε φορά που θα αναφερόταν στο όνομα του θα έπρεπε να του καταβάλλει το ποσό του ενός εκατομμυρίου δραχμών.
Αυτό ήταν και το ερέθισμα του Πανούση για να πει την ιστορική ατάκα μπροστά στις κάμερες: «Μου περισσεύουν τρία εκατομμύρια δραχμές! Νταλάρας, Νταλάρας, Νταλάρας».
Στις 23 Ιουλίου, την ημέρα εκδίκασης των Ασφαλιστικών μέτρων στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών ο Νταλάρας είχε πει στους δημοσιογράφους: «Αυτός το κάνει και τα οικονομάει. Είναι αθλιότητα αυτό που κάνει και μέχρι ενός σημείου, που δεν μπορώ εγώ να το καθορίσω γιατί είμαι ενοχλημένος για τη δική μου περίπτωση, μπορεί να ισχύει η σάτιρα, αλλά από ένα σημείο και ύστερα όταν ξεπερνάει τα όρια πρέπει να σταματάει»
Τα ασφαλιστικά μέτρα συζητήθηκαν ερήμην του Τζίμη Πανούση, αφού ο ίδιος βρισκόταν στο σπίτι του στην Αντίπαρο, κάτι που ο Νταλάρας το θεώρησε ως πράξη δειλίας.
Η απόφαση
Η απόφαση (αρ. 21663/97) του τμήματος ασφαλιστικών μέτρων έγραφε, επί λέξει, πως «απαγορεύεται στον Τζίμη Πανούση να χρησιμοποιεί με τεχνικά μέσα τη φωνή και την εικόνα του Γιώργου Νταλάρα, γιατί αυτό συνιστά προσωπική επίθεση εναντίον του και προσβάλλει άμεσα την τιμή και την καλλιτεχνική του υπόσταση, ξεπερνώντας κάθε όριο της καλώς εννοούμενης σάτιρας».
Από τότε ο Τζίμης Πανούσης και θέλοντας να αποφύγει τη χρηματική ποινή που του είχε επιβληθεί όποτε ήθελε να αναφερθεί στον Γιώργο Νταλάρα, τον χαρακτήριζε «ακατονόμαστο».
Ο Γιώργος Νταλάρας όμως δεν περιορίστηκε στα ασφαλιστικά μέτρα. Στις 10 Σεπτεμβρίου του 1997, με αγωγή προς το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, ζητάει ποσό αποζημίωσης εκατό εκατομμυρίων δραχμών για ηθική βλάβη.
Το δικαστήριο, εν μέρει, δέχεται την αγωγή επιβάλλοντας στον Πανούση το πόσο των 15.000.000 δραχμών. Ο Πανούσης απαντάει με έφεση στις 27 Μαΐου του 1999, η οποία όμως απορρίφθηκε από το εφετείο Αθηνών στις 21 Δεκεμβρίου του 2000.
Στις 3 Νοεμβρίου του 2000 το 5ο τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών εξετάζει την κατηγορία της συκοφαντικής δυσφήμησης θεωρώντας την υπερβολική και μετατρέποντας την σε απλή εξύβριση κατ’ εξακολούθηση καταδικάζοντας παρ’ όλα αυτά τον Πανούση σε φυλάκιση πέντε μηνών με τριετή αναστολή.
Αυτή η απόφαση επικυρώθηκε ξανά από το Τριμελές Εφετείο Αθηνών το Μάη του 2002 στις αίθουσες του οποίου είχαν ακουστεί πολύ σκληρά πράγματα.
Ο Πανούσης είχε δηλώσει ότι ο Νταλάρας: «Ήρθε στο σπίτι μου (…) απειλούσε τη σύζυγό μου, ότι εάν δεν του δίναμε το επίμαχο βίντεο κλιπ, θα μας έκαιγε το σπίτι.».
Το οριστικό τέλος δόθηκε τον Απρίλιο του 2004 όπου ο Άρειος Πάγος καταδίκασε τον Πανούση τελεσίδικα.