Συγκρίνετε τις εικόνες. Το ξύλο των trappers και τη διονυσιακή μέθεξη του Σταύρου Ξαρχάκου
Κριτές των πάντων δεν μπορούμε να είμαστε, ούτε και πρέπει. Ειδικά όταν αυτό αφορά τα γούστα του καθενός. Πώς να ντύνεται, πώς να μιλά, τι ταινίες να βλέπει, ποια μουσική να αγαπά.
γράφει ο Βασίλης Σ. Κανέλλης – in.gr
Κι αφού υπάρχουν χιλιάδες που ακούνε trap, που έχουν κάνει είδωλά τους αυτούς τους τύπους που χθες πλακώθηκαν για τη δημοσιότητα, για να ανεβάσουν τις μετοχές τους και τα κασέ τους, ποιοι είμαστε εμείς που θα τους κρίνουμε;
Αλλά στην Ελλάδα του 2022, στην πατρίδα που όλοι αγαπάμε… να μισούμε, σ’ αυτόν τον ευλογημένο τόπο που έχει άπειρα πλεονεκτήματα και ακόμη περισσότερα μειονεκτήματα, δύο εικόνες μου έκαναν περισσότερο εντύπωση.
Δύο Ελλάδες στην ουσία, κι ο καθένας επιλέγει αυτή που θέλει, δικαίωμά του.
Η μία Ελλάδα είναι αυτή του ξύλου που έπεσε στα βραβεία MAD, που για άλλους ήταν μια καλοστημένη παράσταση, για άλλους ένα αναπόφευκτο γεγονός, εξαιτίας του επιπέδου των τύπων αυτών.
Μην ξεχνάμε ότι οι λεγόμενοι trapper, ειδικά στην Ελλάδα, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, παρουσιάζουν έναν κόσμο που κανείς δεν θα ήθελε να ζει.
Η αποθέωση της «ματσίλας», του «άντρα» που χρησιμοποιεί τη γυναίκα ως αντικείμενο του σεξ, που αποθεώνει το χρήμα, τα όπλα, την παραβατικότητα, τον εύκολο πλουτισμό.
Τραγούδια με ακραίο σεξιστικό λόγο, ένα στιχουργικό σκουπιδαριό που προμοτάρει κακοποιητικές συμπεριφορές.
Προς Θεού. Δεν θα γίνουμε ό,τι οι προηγούμενες γενιές που καταδίκαζαν τη ροκ μουσική γιατί είχε… σατανικούς στίχους και σκληρή μουσική.
Δεν θα γίνουμε σαν εκείνους που έλεγαν ότι η ροκ οδηγεί τη νεολαία στην ανομία, στα ναρκωτικά, στην παρανομία και τους κάνει… τεντιμπόηδες.
Όμως, πραγματικά, καμιά σχέση η ροκ μουσική με την ελληνική trap. Και ξεχωρίζω την ελληνική trap (όχι όλη γιατί υπάρχουν και τραγούδια – διαμαντάκια) από την αμερικάνικη π.χ. η οποία ασχολείται με θέματα όπως ο ρατσισμός, η ξενοφοβία, οι κοινωνικές ανισότητες, η ζωή στις γειτονιές των μαύρων κ.λπ.
Οι trapper που πλακώθηκαν απλά είναι μιντιακά κατασκευάσματα που δεν έχουν ουσιαστική σχέση με τη μουσική, με την τέχνη. Και καλό είναι να ξέρουμε τι είναι πρότυπο στη σύγχρονη κοινωνία.
Σίγουρα δεν είναι πρότυπο οι τύποι με τους «φουσκωτούς» και τα όπλα, οι τραγουδιστές που αποθεώνουν τον μισογυνισμό και περιφέρονται σα νεόπλουτοι που έχουν θεό τους το χρήμα, τη βία, τις ουσίες και τα οινοπνεύματα.
Διάβασα δηλώσεις κάποιου από το χώρο που έλεγε: «φτύνω στα μούτρα τους έντεχνους, αυτοί είναι χειρότεροι από τους trapper».
Αυτό μας έλειπε. Πόλεμος στο χώρο της μουσικής.
Όμως, πώς να ξεφύγεις από την… άλλη Ελλάδα. Από τις φωτογραφίες και το βίντεο του σπουδαίου Σταύρου Ξαρχάκου ο οποίος κάνει μάθημα σε μικρά παιδάκια, πώς να παίξουν τη «Φραγκοσυριανή».
Και δεν είναι το μάθημα, σε μια μικρή ταβέρνα. Είναι το ασίγαστο πάθος αυτού του σπουδαίου καλλιτέχνη, ενός από τους μεγαλύτερους συνθέτες της πατρίδας μας.
Δεν χρειάστηκε ποτέ σκάνδαλα. Ποτέ τσακωμούς, όπλα, βία, ακριβά αυτοκίνητα και… ντράγκια για να επιδειχθεί.
Ο Ξαρχάκος, ο Χατζηδάκις, ο Θεοδωράκης, ο Μαρκόπουλος θα μείνουν στην παγκόσμια ιστορία για το έργο τους, για την προσφορά τους στην εξέλιξη της μουσικής, γιατί ήταν οι ίδιοι και δημιούργησαν οι ίδιοι πρότυπα ζωής που θα έπρεπε να ακολουθεί κάθε άνθρωπος.
Κι όταν βλέπεις τον Ξαρχάκο, έναν άνθρωπο 83 ετών, να τινάζεται πάνω σαν έφηβος, διευθύνοντας τα μικρά παιδιά, σαν σε μια μουσική μέθεξη διονυσιακή, ε τότε δεν μπορεί να μην τον συγκρίνεις με τα «νούμερα».
Και δεν μπορεί να μη θυμάσαι για την Ελλάδα, αυτό που είπε κάποτε ο Μάνος Χατζηδάκις:
«Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει: Πάντα μ’ απασχολούσε το γνωστό εμβατήριο όσες φορές τ’ άκουγα. Έλεγα μέσα μου, τι άραγες εννοεί; Σκέφτηκα, σαν κάτι να φωτίστηκε μέσα μου, εφόσον η Ελλάδα δεν πεθαίνει ποτέ, πάει να πει πως και ποτέ δεν θα αναστηθεί».