Ο Παναγιώτης Κόκκινος, ένα από τα πρώτα παιδιά που νοσηλεύθηκαν στην «ΕΛΠΙΔΑ» μίλησε στο ένθετο Secret και τη Σάσα Σταμάτη για την περιπέτειά του και τις αναμνήσεις που έχει από την αείμνηστη Μαριάννα Βαρδινογιάννη, που τυγχάνει κιόλας να τον έχει παντρέψει
Ο Παναγιώτης Κόκκινος ήταν από τα πρώτα παιδιά που νοσηλεύθηκαν στην «ΕΛΠΙΔΑ» και χρειάστηκε δύο μεταμοσχεύσεις, η δεύτερη έπειτα από 19 ολόκληρα χρόνια, για να θεραπευτεί πλήρως. Σήμερα είναι εθελοντής στο «Όραμα ΕΛΠΙΔΑΣ», που βοηθάει όπου και όπως μπορεί, ως ανταπόδοση των όσων προσέφερε σε αυτόν η αείμνηστη Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη.
Μίλησέ μας για τη σχέση σου με την αείμνηστη Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη.
Η σχέση μου μαζί της ήταν κάτι παραπάνω από μια απλή σχέση για μένα. Ήταν, είναι και θα είναι για πάντα η δεύτερη μητέρα μου, ο άνθρωπος που, όταν δεν μπορούσα μόνος μου να λύσω ένα θέμα, ήταν εκεί και με έναν μαγικό τρόπο, που μόνο εκείνη είχε, κατάφερνε όλα μου τα προβλήματα μέσα σε χρόνο-ρεκόρ να τα λύνει.
Tι θυμάσαι από εκείνη;
Κατ’ αρχάς, είχα την τεράστια τιμή να μου ζητήσει να γίνει κουμπάρα μου. Μάλιστα, την ημέρα του γάμου μου συνέβη κάτι που δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Όταν ήμουν στο σπίτι και με έντυναν οι φίλοι μου για να πάω στην εκκλησία, με κάλεσε στο κινητό μου. «Παναγιώτη μου», μου λέει, «θέλω να σε ενημερώσω ότι σκόνταψα και χτύπησα το γόνατό μου. Φυσικά και θα έρθω κανονικά στην εκκλησία, απλώς, σε παρακαλώ, ενημέρωσε τη μαμά σου ότι ίσως χρειαστεί για λίγο να κρατηθώ από εκείνη αν με ενοχλήσει το γόνατό μου». Και όντως μου έκανε αυτή την τεράστια τιμή και ήρθε να με παντρέψει μέχρι και με δεμένο γόνατο. Τι μπορεί να πει κανείς γι’ αυτή τη γυναίκα;
Θυμάμαι επίσης στην πρώτη μου μεταμόσχευση, το 1996, που έμπαινε στο δωμάτιο με τον γιατρό μου, τον Κ. Γραφάκο, φορώντας και η ίδια χειρουργική ποδιά. Εγώ, ένα παιδί 3 χρόνων, δεν γνώριζα ποια ήταν. Νόμιζα ότι ήταν και εκείνη κάποια γιατρός ή νοσηλεύτρια. Μπορώ να σου μιλάω αμέτρητες ώρες για πράγματα που θυμάμαι από εκείνη και που δεν θα ξεχάσω ποτέ!
Τι σου λείπει περισσότερο από εκείνη;
Τα πάντα μου λείπουν. Η ενέργειά της, η φωνή της και, πάνω απ’ όλα, η αγκαλιά της, η μόνη αγκαλιά όπου έμπαινα και χανόμουν. Ήξερα ότι ήταν αληθινή και είχε πολλή αγάπη.