Η Καίτυ Γκρέυ ήταν η κορυφαία λαϊκή τραγουδίστρια για πολλά χρόνια και η μόνη που έχει δισκογραφήσει γύρω στα 3.000 τραγούδια με μεγάλους θαυμαστές, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό, ενώ συνεργάστηκε με όλους τους μεγάλους Έλληνες συνθέτες και στιχουργούς σε αξεπέραστα τραγούδια που είπε μπροστά σε στοίβες από σπασμένα πιάτα μπροστά στα πόδια της στα λαϊκά πάλκα, σφραγίζοντας με τη φωνή της ανθρώπους, χωριά, μεγάλα πάθη, πόνο, χωρισμούς και ερωτικά εγκλήματα.
Με διάθεση και και διαυγή σκέψη σε όσα αφηγήθηκε στο πολιτιστικό ένθετο «ΦιλGood» της εφημερίδας «Ο Φιλελεύθερος», παρά τα 90 της σχεδόν χρόνια. Η συνέντευξη έγινε στο σπίτι της στη Νέα Σμύρνη, λίγες μόλις ημέρες πριν την ληστεία.
Πώς ξεκινήσατε στο λαϊκό τραγούδι; Είχα πάει στο «Αττικόν». Εκεί ήτανε ο Χρηστάκης και ο Άκης Πάνου. Εγώ μέχρι τότε τραγούδαγα ευρωπαϊκά, αλλά ό,τι λαϊκό υπήρχε εκείνοι πήγαιναν να μου το περάσουνε. Όταν με ανεβάσανε στο πάλκο, ενθουσιάστηκαν κι αυτοί και το αφεντικό. Με κοιτούσαν στα μάτια λες κι ήμουνα κανένα φαινόμενο. Όταν ξεκίνησα στο Βύρωνα, στα «Αραπάκια», οι φίρμες ήτανε η Νίνου, η Μπέλλου, η Σεβάς Χανούμ, η Χρυσάφη. Αυτές θυμάμαι τώρα. Στο «Σταθμό» που ήμουνα ο Λουκάς Νταράλας μου λέει: «Εσύ, κορίτσι μου, έχεις πολύ ωραία φωνή. Να σου περάσω ένα τραγούδι να το πεις το βράδυ;». Λέω: «Να μου το περάσετε, κύριε Νταράλα». Ήτανε το «Βουνό».
Από εκεί ξεκίνησε η μεγάλη σας καριέρα; Με μαθαίνανε. Πήγαινε από τον έναν στον άλλον. Τότες μόνο άμα είχες καλή φωνή έκανες καριέρα, δεν μετρούσαν άλλα. Ο Μπάμπης ο Βασιλειάδης με πήγε στην «Columbia», μου κάνανε εκεί ακρόαση σε διάφορα τραγούδια και ο κύριος Μηλιόπουλος με πήγε επί τόπου και κάναμε δύο χρόνια συμβόλαιο. Την άλλη μέρα πήρα το λεωφορείο και πήγα στην Πετρούπολη, στον κύριο Μητσάκη, που με περίμενε συστημένη από τη δισκογραφική. Με πήγε και μου έκανε πρόβες στο πρώτο μου τραγούδι: «Το δικό σου το μαράζι θα με φάει».
Ο Καζαντζίδης πώς μπήκε στη ζωή σας; Είναι πολύ μεγάλη ιστορία… Ήμουνα πέντε χρόνια με τον Καζαντζίδη. Ήταν ο πρώτος μου έρωτας. Μην νομίζεις ότι πέρασα καλή ζωή μαζί του…Δεν την μπορώ τη ζήλια!
Ήταν άπιστος ο Καζαντζίδης; Ναι, μου ‘κανε δυο βρωμιές. Κι όταν χώρισα με τον Στέλιο, τα είχα με τον Νίκο το Λαιμό. Πέρασα πολύ ωραία μαζί του, τρία χρόνια, δεν είχα κανένα πρόβλημα. Κύριος αυτός!
Τι έκανε; Ε, δεν έφυγε με τη Μαρινέλλα; Τότε δεν την είχε παντρευτεί. Τον αγάπησα, όμως, τον Στέλιο. Γιατί ήταν ο πρώτος άντρας, μετά τον άντρα μου, που με χάιδεψε, που μ’ έκανε να νιώσω γυναίκα. Αλλά μ’ αγαπούσε ο Θεός πολύ! Όταν αποφάσισα να πάω στον Κουλουργιώτη, στις Τζιτζιφιές -γιατί με τούμπαρε αυτός, μου έλεγε «από σένα εξαρτάται αν θα φάνε ψωμί 50 οικογένειες»-, τον πήρα τηλέφωνο και του είπα: «Θα ‘ρθω να δουλέψω μαζί σου Στέλιο, όχι ότι έχω ανάγκη από λεφτά, αλλά για να σου δείξω πόσο κυρία είμαι!». Έτσι κι έγινε και ξεκινήσαμε. Πάντα τ’ όνομα μου το έβαζε πρώτο. Ήταν: Καίτη Γκρέυ-Στέλιος Καζαντζίδης-Μαρινέλλα.
Είχε σημασία να είναι πρώτο το όνομά σας; Δεν δούλεψα ποτέ χωρίς να είναι τ’ όνομά μου πρώτο. Πάρτο όπως θέλεις αυτό! Δεν ερχότανε ο κόσμος αν δεν ήμουνα εγώ στα μαγαζιά. Ενώ ήτανε Τσιτσάνης, Παπαϊωάννου, Διονυσίου μετά… Εγώ, λοιπόν, όταν ήμουνα με τον Καζαντζίδη, δεν ήξερα τι πάει να πει κοντό μανίκι. Και ραβόμουνα, να φανταστείς, στον καλύτερο ράφτη. Και πήγα και του είπα: «Γιώργο, κάνε μου ρούχα σεξουαλικά τώρα, ξέρεις εσύ…». Στην πρεμιέρα, όπως καθόμουνα, γυρνάει και μου λέει: «Βλέπω, τα βγάλαμε έξω…». «Κουμάντο από κει, όχι σε μένα», γύρισα και του είπα.
Με τη Μαρινέλλα υπήρξατε φίλες ποτέ; Είμαστε φίλες, αγάπη μου. Μια φορά κάτι μου ‘παν και γυρνάω και τους λέω: «Ε, και τι έγινε, ρε παιδιά; Αν δεν ήταν αυτή, ο Καζαντζίδης θα πήγαινε με μια άλλη». Κι έβγαινε η Μοσχολιού κι έλεγε: «Αν δεν ήταν η Γκρέυ, Καζαντζίδης δεν θα υπήρχε!». Πολλές ιστορίες…
Εσείς ήσασταν πάντα πιστή στις σχέσεις σας; Πάντα!
Θα λέγατε πως ζήσατε ωραία ζωή, κυρία Γκρέυ; Είμαι ευχαριστημένη από τον κόσμο που με λάτρεψε! Δεν μπορείτε να φανταστείτε! Αν με βγάλεις μια μέρα για καφέ, θα δεις τι θα γίνει… Βέβαια κουράστηκα. Έχω κάνει 3.000 τραγούδια εγώ, μάνα μου. Δεν τα ‘χει κάνει αυτά άλλος καλλιτέχνης. Σχόλαγα το πρωί απ’ τη δουλειά, πήγαινα στην πεθερά μου, άλλαζα, και μετά πήγαινα στην «Columbia» για να γραμμοφωνήσω. Οκτώμιση η ώρα άρχιζα φωνοληψίες, τέσσερις η ώρα τελείωνα, κοιμόμουνα δύο ώρες και μετά πήγαινα πάλι στηδουλειά. Ποια άλλη τραγουδίστρια τα κάνει αυτά σήμερα; Νομίζουν πως έτσι χτίζονται οι καριέρες;
Σε μία τουρνέ σας είχατε γνωρίσει και τον Έλβις Πρίσλεϊ, σωστά; Ναι. Στην Αμερική γνώρισα και τη Μελίνα Μερκούρη, τότε που παιζόταν το «Never on Sunday», τον Κούρκουλο, τον Τίτο Βανδή… Τη λάτρευα τη Μελίνα και με λάτρευε. Αν πάμε τώρα στο υπνοδωμάτιό μου, θα δεις μία φωτογραφία που βγάλαμε μαζί. Εκεί γνώρισα, λοιπόν, και τον Πρίσλεϊ, ο οποίος θυμάμαι που έβγαινε στην πισίνα μ’ ένα χρωματιστό σορτσάκι. Ήταν πολύ πιο ωραίος από κοντά απ’ ό,τι είναι στα έργα. Αλλά μαλάκας.
Γιατί μαλάκας; Ήταν ο τρόπος που μίλαγε… Γνώρισα επίσης την Μπέτυ Ντέιβις, τον Ρεξ Χάρισον, αλλά και τη Ρίτα Χέιγουορθ στο Τορόντο, όταν είχαμε πάει εκεί με τον Βοσκόπουλο. Ωραία ήταν στην Αμερική. Πέταγαν οι γουναράδες τα λεφτά, μήπως με ρίξουν. Τρελή ήμουνα; Αν πήγαιναν με έναν απ’ αυτούς, την άλλη μέρα θα το ήξερε όλη η Αμερική! Αστειεύεσαι;
Τι λείπει από τη ζωή σας σήμερα; Μου λείπει ένας σύντροφος.
Από πότε έχετε να ερωτευτείτε δυνατά; Από 45 χρονών εγώ έκλεισα τη ζωή μου σ’ αυτό το κεφάλαιο.
Τι εννοείτε; Δεν ξαναερωτεύτηκα. Ο Κώστας Καρράς ήταν ο τελευταίος μου σύντροφος. Τον αγάπησα τον Κώστα. Ήμασταν μαζί τρία χρόνια. Σπουδαίο πλάσμα. Πολύ καλό παιδί. Μέχρι 45 χρονών δεν ήμουνα ποτέ μόνη. Αλλά έχω το γνώθι σαυτόν, αγάπη μου. Να ‘χεις δυο παλικάρια και να ‘χεις και γκόμενο; Δεν γίνεται. Η μάνα μου έφυγε μ’ αυτό τον καημό. «Παντρέψου, κορίτσι μου», μου έλεγε. «Οι γιοι σου θα αγκαλιάζουν τις γυναίκες τους κι εσύ θα αγκαλιάζεις το μαξιλάρι. Πάρε έναν άντρα, παιδάκι μου, μην κάθεσαι έτσι».
[tlife]