Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους μπορεί να “φουσκώσουν” οι δαπάνες των επαγγελματιών και να οδηγήσουν ακόμη και σε ζημιογόνο αποτέλεσμα. Μια κακή χρονιά, μια μεγάλη επένδυση, μια ατυχία, ο ανταγωνισμός από ένα κατάστημα που άνοιξε δίπλα κλπ.
Όταν όμως ολόκληροι κλάδοι στους οποίους δραστηριοποιούνται πολλές χιλιάδες επαγγελματίες, εμφανίζουν μέσο μηνιαίο κέρδος που υποχωρεί ακόμη και στα 129 ευρώ τον μήνα, τότε οι υποψίες ότι τα στοιχεία δεν αποτυπώνουν την πραγματικότητα πολλαπλασιάζονται.
Από τις φορολογικές δηλώσεις τουλάχιστον 650.000 επαγγελματιών που κατατάσσονται σε περίπου 550 κλάδους τα ευρήματα είναι εντυπωσιακά:
Μέσο μηνιαίο εισόδημα 129 ευρώ σε 3500 επαγγελματίες που δραστηριοποιούνται στον χώρο της εστίασης,
162 ευρώ τον μήνα σε 16.100 επαγγελματίες που έχουν κουρεία ή κομμωτήρια,
181 ευρώ τον μήνα το μέσο εισόδημα στο λιανικό εμπόριο τροφίμων και ποτών
188 ευρώ το μέσο μηνιάτικο σε πάνω από 25.000 επαγγελματίες που έχουν μπαρ.
Κάτω από τα 300 ευρώ και οι φούρνοι κάτω από τα 300 ευρώ και οι μαγαζάτορες με είδη ένδυσης. Περίπου 300 ευρώ δηλώνουν οι οδηγοί ταξί, περίπου 320 ευρώ και οι απασχολούμενοι με τη συντήρηση αυτοκινήτων. Στους 50 κλάδους στους οποίους δραστηριοποιούνται οι περισσότεροι επαγγελματίες της χώρας, οι 27 εμφανίζουν μέσο εισόδημα κάτω από 500 ευρώ τον μήνα.
Το 1.000άρικο τον μήνα, το υπερβαίνουν μόνο οι δικηγόροι, οι μηχανικοί, οι προγραμματιστές ηλεκτρονικών υπολογιστών, οι επιχειρηματικοί σύμβουλοι, οι γιατροί και οι φαρμακοποιοί.
Από τη στιγμή που θα ενεργοποιηθεί ο νέος μηχανισμός φορολόγησης, όσο χαμηλότερο είναι το “μηνιάτικο” που εμφανίζουν αυτή τη στιγμή οι επαγγελματίες, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η επιβάρυνση που θα έχουν με το εκκαθαριστικό του 2024.
Και αυτό διότι το “μηνιάτικο” θα αυξηθεί υποχρεωτικά (υπάρχει δεν υπάρχει), κατ’ ελάχιστο στα 910 ευρώ και κατά μέγιστο στα 4166 ευρώ (σ.σ είναι τα όρια των 10920 ευρώ έως και 50.000 ευρώ εντός των οποίων θα κινούνται τα ετήσια κέρδη με βάση τον μηχανισμό).
Όσοι λοιπόν δεν έχουν ειδικούς λόγους για τους οποίους θα πρέπει να μειωθεί το ελάχιστο εισόδημα (π.χ πολύτεκνοι, μονογονεϊκές, νέοι επαγγελματίες, κάτοικοι χωριών και νησιών με πληθυσμό έως 3100 κατοίκους) και όσοι δεν θα μπουν στη διαδικασία να αμφισβητήσουν το εισόδημα μέσω του ελέγχου, θα φορολογηθούν για τα κέρδη που προαναφέρθηκαν και θα πληρώσουν τον ανάλογο φόρο.
Στη δημοσιότητα θα δίνει κάθε χρόνο η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων τους τζίρους των επαγγελματιών ανά κλάδο καθώς από το συγκεκριμένο μέγεθος θα εξαρτάται στο εξής και το τελικό ύψος του φόρου που θα πληρώνει καθένας από τους 700.000 επιτηδευματίες.
Η αρχή θα γίνει φέτος το καλοκαίρι ενώ θα στοιχεία θα επικαιροποιούνται σε ετήσια βάση. Στο υπουργείο Οικονομικών ελπίζουν ότι με την διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS αλλά και τα υπόλοιπα μέτρα καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, θα αρχίσει να καταγράφεται αύξηση στους μέσους τζίρους. Βέβαια, από τη στιγμή που το ύψος του φόρου επηρεάζεται πλέον και από το ύψος των εσόδων -και για την ακρίβεια πόσο μεγαλύτερο είναι σε σχέση με τον μέσο όρο του κλάδου όπου δραστηριοποιείται η κάθε επιχείρηση- δημιουργείται ισχυρό κίνητρο για τους επαγγελματίες να αποκρύπτουν τα έσοδά τους.