Ότι μπορεί να σπουδάσει οτιδήποτε, να ακολουθήσει όποιο επάγγελμα αγαπήσει και να μην λάβει υπόψη ποτέ και κανέναν που θα της πει ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι επειδή είναι γυναίκα – ακόμα κι αν ισχύσει αυτό κανείς δεν έχει το δικαίωμα να της στερήσει την προσπάθεια. Μπορεί επίσης να αποτύχει, είναι φυσιολογικό, ανθρώπινο και εποικοδομητικό.
Γράφει ο Μαρίνος Νομικός
Ότι μπορεί να φοράει ό,τι θέλει, δεν θα κριθεί ως προσωπικότητα από ένα κομμάτι υφάσματος, ούτε το “ήθος” της από το μήκος της φούστας. Μπορεί επίσης να διασκεδάζει όπου θέλει, να μεθύσει, να φλερτάρει να κάνει συναινετικό σεξ με όποιον ή όποια γουστάρει, να έχει όσους ερωτικούς συντρόφους επιθυμεί (όπως άλλωστε κι ένας άντρας). Και φυσικά να το κόψει όποτε θελήσει η ίδια και το “όχι” να σημαίνει “όχι”.
Γενικά να ζήσει τη ζωή της ως ελεύθερος άνθρωπος και όχι ως γυναίκα-υποχείριο που θα της επιβάλλουν κώδικες συμπεριφοράς γραμμένους από ανέραστους ηλικιωμένους άντρες πριν από χιλιάδες χρόνια.
Και η Ελένη Τοπαλούδη από το Διδυμότειχο ήταν ένας τέτοιος άνθρωπος. Νεαρή, ανέμελη, χαρούμενη, φοιτήτρια στη Ρόδο, έσφυζε από ζωντάνια και ζούσε τη ζωή της όπως επέβαλλαν τα 21 της χρόνια κι όχι κάποια κοινωνικά στεγανά. Και πλήρωσε το τίμημα. Δύο “άντρακλες” που δεν χώνεψαν το γεγονός ότι δεν τους έκατσε, τη γρονθοκόπησαν, τη βίασαν, τη χτύπησαν με ένα σίδερο στο κεφάλι και την πέταξαν αναίσθητη στη θάλασσα για να πεθάνει αργά και βασανιστικά. Γυμνή. Μόνη. Φοβισμένη. Ίσως ψελλίζοντας “μαμά” και “μπαμπά” με την τελευταία της ανάσα.
Βλέπω τη μικρή καθώς απορρίπτει ακόμα ένα σκίτσο και σκέφτομαι μήπως και πρέπει να της πω τα ακριβώς αντίθετα για την προστατεύσω.
Ότι πρέπει να ντύνεται σαν καλόγρια, να μην ξενυχτάει, διασκεδάζει ή να πίνει μη τυχόν και προκαλέσει κάποιο “γόνο καλής οικογενείας” να τη βιάσει και “καταστρέψει το λαμπρό μέλλον του για ένα τσουλάκι”. Να σπουδάσει κάτι που να αρμόζει στο φύλο της αλλά και τίποτα να μην κάνει δεν πειράζει, θα παντρευτεί και θα είναι βασίλισσα της κουζίνας της. Να δέχεται αδιαμαρτύρητα τα πειράγματα, τα σεξουαλικά υπονοούμενα και τις άσεμνες χειρονομίες “γιατί άλλες παρακαλάνε για τέτοια και χάρη της κάνουν που της δίνουν σημασία”. Να χαμογελάει στον κάθε ττόπουζο που θα την πέφτει με ευφάνταστες ατάκες τύπου “εν εμένα που ψάχνεις πουρέκκα μου;” ή να δείχνει εντυπωσιασμένη με κάθε dick pick που θα της στέλνουν στο messenger, για να μην της πουν “ποια νομίζεις ότι είσαι μωρή αγάμητη ψυχρή σκύλα;”.
Και φυσικά να πάει με έναν άντε το πολύ δύο άντρες πριν παντρευτεί κάποιον που οι γονείς του τον δίδαξαν ότι “οι περπατημένες γυναίκες δεν κάνουν για σπίτι”. Κι αν αυτό το κελεπούρι την κερατώνει, τη βρίζει και τη χτυπάει (όπως έκανε ο δικός του πατέρας άρα legit) να σκύβει το κεφάλι, να είναι υπάκουη και συνεργάσιμη γιατί ο τύπος διαθέτει και G3 χορηγημένο από το κράτος.
Ξέρω όμως ότι δεν πρόκειται να της πω τίποτα από όλα αυτά γιατί πρώτον ακόμα κι αν ζήσει τη ζωή που θα της επιβάλλουν οι άλλοι κανείς δεν της εγγυάται ότι θα επιβιώσει και δεύτερον, είναι πολύ πιο σημαντικό να ΜΗΝ περάσει ο φασισμός τους. Το χρωστάμε στην κάθε Ελένη που πλήρωσε και πληρώνει καθημερινά το τίμημα του να είσαι πέρα από γυναίκα, ένα ελεύθερος άνθρωπος που δεν χρωμάτιζε πάντα μέσα στις γραμμές.
Το σκίτσο ήταν τελικά ένα καβούρι. Εύκολο. Σε αντίθεση με σχεδόν όσα συναντήσει στην ενήλικη ζωή της.
Πηγή: avant-garde.com.cy