Η νέα χρονιά μπήκε, αλλά φαίνεται ότι ούτε και φέτος θα ξεμπερδέψουμε με τον κορωνοϊό. Οι επιστήμονες παραμένουν ανήσυχοι για την εικόνα της πανδημίας στη χώρα μας και προειδοποιούν ότι απαιτείται τεράστια προσοχή για να καταφέρουμε να βγούμε από το σκοτεινό τούνελ της πανδημίας.
Μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο καθηγητής λοιμωξιολογίας και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων, Χαράλαμπος Γώγος, εκτίμησε πως θα συνεχίσουμε να φοράμε μάσκες και να τηρούμε τα μέτρα για έναν ακόμα χρόνο.
«Θα μπορούσαμε σε 1 χρόνο να βγάλουμε τις μάσκες από την άποψη ότι οι εμβολιασμοί θα γενικευτούν, θα υπάρχουν πολλές πλατφόρμες ώστε να διατεθούν, και μέχρι τότε θα έχουμε μεγάλο αριθμό εμβολίων για να εμβολιάσουμε μεγάλο αριθμό πληθυσμού και να περάσουμε σε μια νόσο που θα έχει τα επιδημικά χαρακτηριστικά μιας λοίμωξης, τύπου γρίπης», είπε και πρόσθεσε πως εννοείται ότι θα παίρνονται μέτρα όπου και όποτε χρειάζεται.
Όπως είπε, καταφέραμε να κερδίσουμε το στοίχημα για την ταχεία αναπαραγωγή εμβολίων, που ήταν η μόνη λύση για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού και μάλιστα σε πολλές πλατφόρμες παράλληλα.
Κορωνοϊός: «Ναι στο άνοιγμα των δημοτικών στις 11 Ιανουαρίου»
Ερωτηθείς για το πότε θα ανοίξουν τελικά τα σχολεία, ο κ. Γώγος απάντησε πως τη Δευτέρα θα συνεδριάσει για το συγκεκριμένο θέμα επιτροπή. Σύμφωνα με τον ίδιο, επιθυμία όλων είναι να ανοίξουν τα σχολεία με ασφαλή τρόπο, ώστε να μη χρειαστεί να ξανακλείσουν.
«Αν τα πράγματα δεν επιβαρυνθούν περαιτέρω και δεν υπάρχει αύξηση της κινητικότητας θα μπορούμε να δούμε τουλάχιστον άνοιγμα των δημοτικών από τις 11 Ιανουαρίου αλλά επειδή το άνοιγμα θα είναι οριζόντιο πρέπει να εξεταστούν και οι “δύσκολες” περιοχές π.χ Κοζάνη», είπε.
«Την Δευτέρα θα έχουμε δεδομένα από τον εορτασμό των Χριστουγέννων. Θα έχουν περάσει 10 ημέρες από τότε άρα θα ξέρουμε πως οι συμπεριφορές μας και η κινητικότητα εκείνες τις ημέρες αντανακλούν την επιδημιολογική καμπύλη που υπάρχει και επίσης θα υπάρχουν και δεδομένα από τα νοσοκομεία», εξήγησε ο κ. Γώγος.
Αναφερόμενος τέλος στο άνοιγμα των καταστημάτων, εκτίμησε ότι αυτό δε θα συμβεί άμεσα, καθώς πρέπει να υπάρξει σταθερή μείωση των κρουσμάτων και πραγματική αποφόρτιση του συστήματος υγείας.