Δεν ξέρω αν φταίει το βλέμμα μου ή η κοινωνία γύρω μου, αλλά κάθε μέρα συναντώ αμέτρητες όμορφες γυναίκες. Στο δρόμο, στη δουλειά, στα καφέ∙ εκατό την ημέρα, ίσως και περισσότερες. Και μετά σκέφτομαι τους άντρες. Αν βρω έναν πραγματικά όμορφο μέσα στην εβδομάδα, νιώθω τυχερή. Γιατί αυτή η άνιση αναλογία;
Ίσως επειδή οι γυναίκες έχουν μάθει από μικρές να φροντίζουν την εικόνα τους. Να χτενίζονται, να βάφονται, να ντύνονται με τρόπο που αναδεικνύει τα δυνατά τους σημεία. Η κοινωνία το απαιτεί σχεδόν. Από την άλλη, οι άντρες μοιάζουν πιο χαλαροί∙ συχνά περιορίζονται σε τζιν, μπλούζα και… άντε λίγο άρωμα. Δεν λέω, υπάρχουν κι εκείνοι που προσέχουν τον εαυτό τους, αλλά σπάνια τους συναντώ.
Μπορεί όμως να φταίει κι ο τρόπος που μας έμαθαν να κοιτάμε. Η γυναικεία ομορφιά προβάλλεται παντού: στις διαφημίσεις, στις ταινίες, ακόμα και στους τοίχους της πόλης. Έτσι, ίσως το μάτι μου να είναι πιο εκπαιδευμένο να τη διακρίνει, ενώ στους άντρες να περνά απαρατήρητη.
Γιατί, άραγε, φαίνεται να υπάρχει μια τέτοια «ανισότητα» στην αναλογία της ομορφιάς;
1. Οι κοινωνικές προσδοκίες
Η κοινωνία δίνει διαχρονικά μεγαλύτερη βαρύτητα στην εξωτερική εμφάνιση της γυναίκας. Από τη μόδα μέχρι τη διαφήμιση, το γυναικείο πρόσωπο και σώμα προβάλλεται, καλλιεργείται και περιποιείται πολύ περισσότερο. Έτσι, οι γυναίκες έχουν μάθει να φροντίζουν την εικόνα τους καθημερινά, ενώ οι άντρες συχνά επενδύουν λιγότερο σε αυτό το κομμάτι.
2. Η βιομηχανία της ομορφιάς
Κομμωτήρια, αισθητική, μακιγιάζ, ρούχα, γυμναστήρια — μια τεράστια βιομηχανία περιστρέφεται γύρω από τη γυναικεία ομορφιά. Οι άντρες δεν εκτίθενται στον ίδιο βαθμό σε αυτήν την πίεση (αν και τα τελευταία χρόνια αυτό αλλάζει), με αποτέλεσμα να φαίνεται πως «υστερούν» στον ανταγωνισμό.
3. Το βλέμμα του παρατηρητή
Υπάρχει και το υποκειμενικό στοιχείο. Ο καθένας ορίζει διαφορετικά την ομορφιά. Όταν όμως μεγαλώνουμε σε μια κουλτούρα που εξιδανικεύει το γυναικείο κάλλος, είναι φυσικό να το παρατηρούμε πιο έντονα. Οι άντρες μπορεί να περνούν απαρατήρητοι, όχι γιατί δεν είναι ελκυστικοί, αλλά γιατί δεν μας έχουν μάθει να τους βλέπουμε με την ίδια «καλλιτεχνική» ματιά.