Ο Luke Brett Moore, ένας νεαρός Αυστραλός, ανακάλυψε ότι η τράπεζα του επέτρεπε να κάνει πιστώσεις χωρίς απολύτως κανένα όριο και καθώς είχε μόλις μείνει άνεργος, αποφάσισε να εκμεταλλευτεί… την ευκαιρία.
Όπως ομολογεί, άρχισε να ξοδεύει και δεν σταμάτησε έως ότου, μία ημέρα, κάποιος χτύπησε την πόρτα του. Και δεν ήταν καλό.
Σύμφωνα με δηλώσεις που έκανε στο BBC, δεν ήταν πρόθεσή του να πάρει όλα τα χρήματα από την τράπεζα «St George» και να μην τα επιστρέψει. Περίμενε, όμως κάποιος από το τραπεζικό ίδρυμα να επικοινωνήσει μαζί του και τότε θα συνετιζόταν.
Το 2010, αναφέρει, είχα έναν συνηθισμένο τραπεζικό λογαριασμό μέσω του οποίου εξυπηρετούσε το στεγαστικό του δάνειο, το ασφάλιστρο υγείας και πλήρωνε τους λογαριασμούς του.
Μία ημέρα όμως διαπίστωσε έκπληκτος ότι είχε απεριόριστο όριο πίστωσης από την τράπεζα. Όπως είπε, είχε ένα σοβαρό ατύχημα με το αυτοκίνητό του και η πληρωμή του άρχισε να πηγαίνει σε μία άλλη τράπεζα.
Δεν θυμάται τις ακριβείς συνθήκες υπό τις οποίες συνέβη αυτό. Την πρώτη εβδομάδα, ομολογεί, πως ανησυχούσε γιατί δεν είχε χρήματα να πληρώσει την υποθήκη. Δεν ήξερε τι να κάνει.
Ωστόσο, μετά η πληρωμή έγινε μέσω του λογαριασμού του στην τράπεζα «St George» και ο ίδιος σκέφτηκε: «α, εντάξει. Λίγο αργότερα πήρε την εταιρεία που του δάνεισε τα χρήματα για την αγορά του σπιτιού του και τους ρώτησε αν θα μπορούσαν να κάνουν απευθείας χρέωση 5.000 δολαρίων από τον λογαριασμό του στην «St George».
Έζησε για δύο μήνες σαν ζάμπλουτος με… δανεικά και αγύριστα από την τράπεζα-
Μετά από δυο μέρες ανέβασε το ποσό σε 50.000 δολάρια. Και τα δύο αιτήματά του εγκρίθηκαν.
Από εκεί και πέρα, άρχισε το «πάρτι».
Αν και σοκαρισμένος, ο Αυστραλός αποφάσισε να… επενδύσει τα χρήματα που δεν ήταν φυσικά δικά του αγοράζοντας μία Alfa Romeo 156, μετά ένα Hyundai Veloster και μετά μία Maserati.
Μετακόμισε στη Χρυσή Ακτή, ξεκίνησε να ταξιδεύει και γενικά να ζει μία χλιδάτη ζωή. Όπως ομολογεί, πήγαινε συχνά σε κλαμπ στριπτίζ και έδινε εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια σε κορίτσια, αλκοόλ, κοκαΐνη και ό,τι άλλο του ερχόταν στο κεφάλι.
Μεταξύ άλλων αγόρασε και μία βάρκα για να ψαρεύει. Κάθε φορά που ζητούσε από την τράπεζα «St George» να τον δανείσει, εκείνοι ανταποκρίνονταν.
Μέχρι που μία ημέρα, το 2012, καθώς βρισκόταν στο πατρικό του σπίτι, άκουσε ένα χτύπημα στο παράθυρο. Ήταν οι αστυνομικοί, που τον συνέλαβαν.
Δύο χρόνια μετά, κρίθηκε ένοχος για εξασφάλιση οικονομικού οφέλους μέσω απάτης και του επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 4,5 ετών.
Αφού διάβασε μόνος του νομικά βιβλία όσο ήταν φυλακή, κατάφερε να ασκήσει έφεση και να αφεθεί ελεύθερος, γιατί σύμφωνα με την νομοθεσία στην Αυστραλία, που ίσχυε τότε, δεν είχε νομική υποχρέωση να ενημερώσει την τράπεζα για όσα συνέβαιναν.
Όπως ομολογεί, δεν θα ξανάκανε τα ίδια αν βρισκόταν σε παρόμοια κατάσταση, καθώς δεν αξίζει να μπαίνει κανείς φυλακή, έστω κι αν ζήσει 2-3 μήνες σαν ζάμπλουτος.