Η εφορία ξεκίνησε να χρησιμοποιεί ένα νέο ψηφιακό εργαλείο σε πιλοτική λειτουργία για τους φορολογικούς ελέγχους.
Αυτό το εργαλείο πραγματοποιεί αυτόματες διασταυρώσεις δεδομένων ανάμεσα σε τραπεζικούς λογαριασμούς και δηλωθέντα εισοδήματα. Αρχικά, λαμβάνει πληροφορίες από τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες, ενώ σύντομα θα επεκταθεί η συνεργασία και με άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Με αυτόν τον τρόπο, στόχος είναι η εντοπισμός πιθανών περιπτώσεων “μαύρου χρήματος”. Προβλέπεται ότι έως τον Ιούνιο θα έχουν συνδεθεί και τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Το νέο “εργαλείο” της εφορίας ονομάζεται Ειδικό Λογισμικό Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας (ΕΛΑΕΠΠ). Με αυτό, οι φοροελεγκτές μπορούν να αποκτούν πρόσβαση σε τραπεζικούς λογαριασμούς, θυρίδες και ηλεκτρονικά πορτοφόλια των ελεγχόμενων. Μέσω αυτού του λογισμικού, λαμβάνουν λεπτομερείς πληροφορίες για τα κινητά περιουσιακά στοιχεία και τις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες των ελεγχόμενων, από πολύτιμα αντικείμενα μέχρι χρηματοοικονομικές συναλλαγές.
Τα δεδομένα που πρέπει να αποστέλλουν οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στις ελεγκτικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν ποικίλες κατηγορίες, όπως τους διάφορους λογαριασμούς και τις χρεωστικές/πιστωτικές κάρτες, καθώς και τις τραπεζικές θυρίδες και τα ηλεκτρονικά πορτοφόλια.
Ακολούθως, αυτά τα δεδομένα συγκρίνονται αυτόματα με τις φορολογικές δηλώσεις των φορολογουμένων. Στόχος είναι να διαπιστωθεί αν οι περιουσιακές και χρηματοοικονομικές δραστηριότητες τους δικαιολογούνται από τα δηλωθέντα εισοδήματα. Σε περίπτωση παραβάσεων, επιβάλλεται φόρος στο υπερβαίνον ποσό, με συγκεκριμένο ποσοστό.
Η διαδικασία αυτή, που παλαιότερα απαιτούσε αρκετό χρόνο για να ολοκληρωθεί, τώρα επιτυγχάνεται σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μέσω του νέου λογισμικού. Έτσι, η διαδικασία αυτή μπορεί να ολοκληρωθεί σε εβδομάδες, αντί για τον παλαιότερο έναν ή και περισσότερους χρόνους.