Η Αττική βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με τη λειψυδρία καθώς οι βασικοί ταμιευτήρες της – Μόρνος και Εύηνος – εμφανίζουν σημαντική μείωση στα αποθέματά τους.
Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και η παρατεταμένη ανομβρία έχουν δημιουργήσει ασφυκτικές συνθήκες στο υδροδοτικό σύστημα της πρωτεύουσας, με τους επιστήμονες και την ΕΥΔΑΠ να κάνουν λόγο για κατάσταση «οριακή».
Η τελευταία καταγραφή στα τέλη Μαΐου 2025 δείχνει πως η λίμνη του Μόρνου καλύπτει πλέον μόλις το 65% της μέγιστης επιφάνειας κατάκλισης για την εποχή – ποσοστό αισθητά μειωμένο σε σύγκριση με προηγούμενες χρονιές. Τον Μάιο του 2024, το ποσοστό αυτό ήταν στο 79%, ενώ το 2022 είχε σχεδόν αγγίξει το 100%.
Σύμφωνα με μακροχρόνια μελέτη του Ινστιτούτου Αστρονομίας, Αστροφυσικής, Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης (ΙΑΑΔΕΤ) του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, η τάση είναι σαφής και ανησυχητική καθώς τα υδάτινα αποθέματα της Αττικής μειώνονται σταθερά.
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, η ΕΥΔΑΠ, μέσω του διευθύνοντος συμβούλου της Χάρη Σαχίνη, απευθύνει έκκληση για περιορισμό της κατανάλωσης νερού, σε εθελοντική βάση. «Προσέχουμε για να έχουμε» είναι το μήνυμα που επαναφέρει, θυμίζοντας τη γνωστή καμπάνια της δεκαετίας του ’90, όταν η Αθήνα έζησε μέρες με διακοπές νερού και αποθήκευση σε δοχεία και μπανιέρες.
Ο κ. Σαχίνης αναγνωρίζει τη σοβαρότητα της κατάστασης, αν και τη θεωρεί διαχειρίσιμη. Επισημαίνει ότι τα διαθέσιμα αποθέματα μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες για τα επόμενα δύο χρόνια – με την προϋπόθεση ότι δεν θα συνεχιστεί η ξηρασία. Τόνισε επίσης τα μέτρα που ήδη έχουν ληφθεί, όπως η ενίσχυση του δικτύου από αντλιοστάσια στη Μαυροσουβάλα και η αξιοποίηση γεωτρήσεων στη Βοιωτία.
Παράλληλα, προανήγγειλε την προώθηση μακροπρόθεσμων λύσεων, με πιο φιλόδοξο σχέδιο την αξιοποίηση της Λίμνης Κρεμαστών. Το σχετικό έργο υποδομής εκτιμάται ότι θα κοστίσει περίπου 500 εκατομμύρια ευρώ και βρίσκεται ήδη σε στάδιο ωρίμανσης μελετών.