«Με ένα ταγάρι ήρθα από το χωριό με ένα ταγάρι θα γυρίσω. Ευτυχώς που έχω κάτι γίδια. Ελπίζω όταν πεθάνω να έχω κάτι για τα παιδιά, για να μην βρίζουν τον πατέρα τους». Η ελπίδα στη ζωή σίγουρα πεθαίνει τελευταία, όμως αυτή η δήλωση του Αργύρη Παπαργυρόπουλου που ειπώθηκε χαριτολογώντας μερικά χρόνια πριν, μάλλον αποδείχτηκε προφητική, αφού σήμερα δεν έχει πια κανένα περιουσιακό στοιχείο, μετά τον πλειστηριασμό και την πώληση στις 25/10, της μυθικής βίλας του στην Γλυφάδα, έναντι του ποσού των 7.500.000 εκατομμυρίων ευρώ
Η άνοδος και η πτώση του άλλοτε ισχυρού επιχειρηματία που με θλίψη στα μάτια, κοιτάει τους κόπους της ζωής του να γίνονται συντρίμμια…
Το παλάτι του Αργύρη Παπαργυρόπουλου πέρασε σε άλλα χέρια…
«Δεν έχω που να μείνω», λέει με παράπονο πριν αφήσει σε άλλα χέρια το «παλάτι» του, εκεί όπου έζησε τις πιο σημαντικές στιγμές της προσωπικής και της επαγγελματικής του ζωής. Τον γάμο του με την Λιάνα, την γέννηση των γιων του Νάσου και Άρη, τον χωρισμό του, πιθανόν και την μοναξιά του τα τελευταία χρόνια… Εκεί όπου ο ισχυρός άλλοτε επιχειρηματίας της νυχτερινής διασκέδασης μιας περασμένης χλιδάτης εποχής, έχει να θυμάται για δυο ζωές συναντήσεις και σημαντικές συνεργασίες με προσωπικότητες από όλους τους χώρους.
Σήμερα ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος μαζεύει τα απομεινάρια μιας ζωής και αναρωτιέται εάν η οδός Τύχης 13 στα νότια προάστια, ήταν σημαδιακή και του έφερε τύχη ή τελικά αποδείχτηκε γρουσούζικη. «Η ζωή είναι ζαριά», λέει στους φίλους του και να που μετά από πολλές εξάρες, έμεινε στον άσο. Έπειτα από τόσα χρόνια σκληρής δουλειάς στον χώρο της διασκέδασης ακούγεται σαν κακόγουστο αστείο, ότι ένας τόσο ισχυρός επιχειρηματίας, όπως ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος, έμεινε άφραγκος και άστεγος και παρά τις τόσες κακοτυχίες συνεχίζει να υπερηφανεύεται ότι «ποτέ και κανένας συνεργάτης μου δεν έμεινε απλήρωτος»
Μια κοσμική υπόγα «Αθηναία»
Με σκυμμένο κεφάλι και με δάκρυα στα μάτια, τράβηξε για τελευταία φορά πίσω του το 2019, την πόρτα της «Αθηναίας» στο κέντρο της Αθήνας και παρέδωσε τα κλειδιά στην τράπεζα και στον δικαστικό κλητήρα που εκτελούσε την εντολή κατάσχεσης για χρέη περίπου 800.000 ευρώ. Στα πρόθυρα της κατάθλιψης και κυριολεκτικά εκείνος ένα ψυχολογικό ράκος, αποχαιρέτησε για πρώτη φορά, ένα δικό του δημιούργημα, την «κοσμική υπόγα» του όπως την έλεγε, κρατώντας στο χέρι του ως κειμήλια μόνο τα 20 κάδρα από το γραφείο του με τις φωτογραφίες ανθρώπων που συνεργάστηκε.
Την δοξασμένη δεκαετία του ’90, που η διασκέδαση επί καθημερινής βάσεως βρίσκεται στο peak της, ακόμα και ο περίφημος «νόμος Παπαθεμελή» άφησε ανεπηρέαστη την «Αθηναία» του. Αν και σκοπός του συγκεκριμένου νόμου ήταν ο περιορισμός της ηχορύπανσης και τα μαγαζιά λειτουργούσαν μέχρι τις 2 μετά τα μεσάνυχτα, ήταν πολλοί οι «ανυπάκουοι» Αθηναίοι που κατέβαιναν τα σκαλιά του κέντρου για «παράνομες» βραδιές μέχρι το ξημέρωμα με κεριά και με τραγουδιστές που ερμήνευαν χωρίς μικρόφωνα…
Ο πονηρός «Βλάχος» από τον Παρνασσό είχε καταφέρει να κάνει την διαφορά στον χώρο και το μόνο βέβαιο είναι ότι εάν μιλούσαν τα ντουβάρια της “Αθηναίας”, θα είχαν να πουν πολλά περιστατικά που συνέβαιναν εκεί μέσα, με ηχηρά ονόματα, εφοπλιστών, επιχειρηματιών και πολιτικών που μπαινόβγαιναν με ντύσιμο στην πένα. Στο κοσμικό στέκι του Αργύρη Παπαργυρόπουλου, από όπου πέρασε μέχρι και ο Ανδρέας Παπανδρέου για να διασκεδάσει, ενώ είχαν χορό οι Νεοδημοκράτες, όπως ακόμα και η Ορνέλα Μούτι, ο Αλέν Ντελόν, η Κλώντια Σίφερ, ο πρίγκηπας Αλβέρτος του Μονακό και η Σάρον Στόουν.
Η σταρ του Hollywood μάλιστα άφησε εποχή με την παρουσία της αφού ενώ ήταν προσκεκλημένη στην Ελλάδα για να παρουσιάσει την επίδειξη του οίκου Capo D’ Opera, μετά πήγε στην Αθηναία, ζήτησε ειδική παραγγελία να φάει τζατζίκι και σαρδέλες και έκοψε εκείνο το βράδυ με ψαλίδι τις γραβάτες όλων των αρσενικών θαμώνων του μαγαζιού αλλά και του Αργύρη Παπαργυρόπουλου!
Ιστορίες κάτω από τα «Αστέρια!»
Αναμφισβήτητα τα «Αστέρια» ήταν το βασίλειο του Παπαργυρόπουλου, όπου μέσα εκεί έζησε σημαντικές προσωπικές και επαγγελματικές χαρές όπως και πίκρες. Σίγουρα εκείνος δεν ξέρει τι να πρωτοθυμηθεί από όλα… Το αξέχαστο γλέντι του γάμου του, με την αφρόκρεμα του τραγουδιού πάνω στην πίστα, τις συνεργασίες που άφησαν εποχή, τις ζωντανές συνδέσεις στην τηλεόραση με τον αξέχαστο κουμπάρο του Τόλη να κοντράρεται με την Τζούλια;
Όλα αυτά και άλλα πολλά, το συμπέρασμα είναι πάντως ότι εάν ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος έλεγε όσα έχει ζήσει από τις συνεργασίες του με τρανταχτά ονόματα καλλιτεχνών, κάποιοι από αυτούς θα… εξαφανιζόντουσαν. Ακόμα, όμως, και στις ιδιοτροπίες τους εκείνος δεν μασούσε, είχε την ικανότητα να τους χειρίζεται με ιδιαίτερη μαεστρία… Η δική του «ιδιοτροπία» πάντως ήταν να στήνει και να ανακαινίζει σε χρόνο dt, την τεράστια αίθουσα 2000 ατόμων, επενδύοντας υπέρογκα ποσά ανάλογα με τις απαιτήσεις του καλλιτέχνη.
Τερζής, Σφακιανάκης, Βίσση- Καρβέλας, Πέγκυ Ζήνα, Αντύπας, Άντζελα Δημητρίου. Οι φωτεινές ταμπέλες που άναβαν στα «Αστέρια», έχρησαν μοιραία την παραλιακή ως number one hot spot της κοσμικής Αθήνας. «Ο επιχειρηματίας πρέπει να είναι διπλωμάτης, να λέει ψέματα στο ένα καμαρίνι ψέματα στο άλλο. Αν πεις τι σου είπε ο ένας καλλιτέχνης για τον άλλο, πάει το σχήμα το’ χασες», έχει πει σε συνέντευξή του, εξαργυρώνοντας την επιτυχία των καλλιτεχνών του και χαρίζοντάς τους πλούσια δώρα και πολυτελή αυτοκίνητα αφού ήξερε πως να φερθεί ακόμα και στον πιο «δύσκολο» με αριστοτεχνικό τρόπο.
Η τρέλα πάει στον Παρνασσό!
Η άνοδος και η πτώση συνεχίστηκε με την οικονομική καταστροφή που έπαθε όταν αποφάσισε να κάνει τον Παρνασσό… Κουρσεβέλ! Ένα όνειρο που ναυάγησε καθώς ο επίγειος Παράδεισος του Αργύρη Παπαργυρόπουλου για όσους τον ξέρουν καλά, δεν ήταν ούτε η Γλυφάδα, ούτε το Κολωνάκι, αλλά η Επάνω Σουβάλα, η Πολύδροσος, στο σπίτι των προγόνων του. «Εδώ είναι ο τόπος μου και οι ρίζες μου, δεν σκέφτομαι τον εαυτό μου πουθενά αλλού» επιμένει ακόμα ο ίδιος όταν τον ρωτάνε.
Σε μια τέτοια έκρηξη νοσταλγίας και λατρείας για τον τόπο του, μερικά χρόνια πριν, μεταξύ άλλων κυκλοφόρησε και ένα cd, με 17 αγαπημένα του δημοτικά τραγούδια, ερμηνευμένα από γνωστούς παραδοσιακούς καλλιτέχνες. Σε μια τέτοια επιχειρηματική τρέλα και συνεπαρμένος από την γοητεία της φύσης και του βουνού, επεκτάθηκε επιχειρηματικά και στον τουρισμό χτίζοντας πολυτελή σαλέ και ξενοδοχείο στον Παρνασσό.
«Χτυπημένος» όμως από την οικονομική κρίση και τα δυσβάσταχτα έξοδα των πολυτελών εγκαταστάσεων που έφτιαξε, έχασε στην συγκεκριμένη επένδυση παραπάνω από 5 εκατομμύρια ευρώ και αναγκάστηκε για άλλη μια φορά να βάλει λουκέτο. «Όλα έχουν φύγει. Δεν ζητάω οίκτο, αλλά ζητάω δικαίωση. Αισθάνομαι ότι αδικήθηκα από το κράτος», έλεγε τότε σε δηλώσεις του απογοητευμένος.