Την επόμενη ημέρα της Ελλάδας «σκιαγραφεί» σε συνέντευξή του στην ολλανδόφωνη βελγική εφημερίδα «De Tijd» ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, που μιλά για την ελληνική οικονομία, το μεταρρυθμιστικό έργο αλλά και τα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία, όπως η ανεργία.
«Ο στόχος είναι να γίνουμε εκ νέου μια κανονική χώρα. Κάτι τέτοιο έχει αρχίσει να γίνεται σιγά- σιγά εφικτό. Θέλουμε όμως να καταστρώσουμε τη δική μας στρατηγική για την ανάπτυξη, σε συνεννόηση με τους δανειστές. Έχουμε χτίσει στο μεταξύ μια σχέση εμπιστοσύνης», εξηγεί ο Έλληνας πρωθυπουργός και προσθέτει: «Για το λόγο αυτό δεν θέλουμε έτσι στα καλά καθούμενα να αρχίσουμε να ξοδεύουμε περισσότερα ή να διακινδυνεύσουμε όλα όσα πετύχαμε μέχρι τώρα».
«Θέλουμε όμως να καταπολεμήσουμε τις ανισότητεςαυξάνοντας κάποιους μισθούς. Τονίζω όμως ακόμα μια φορά ότι κάτι τέτοιο θα γίνει σε συνεννόηση με τους δανειστές», λέει επίσης στη βελγική εφημερίδα και υπογραμμίζει:
«Η πρώτη προτεραιότητα παραμένει: Θέσεις εργασίας. Δεν θέλουμε να γυρίσουμε στις μέρες εκείνες που όλοι οι Έλληνες θέλουν να ξεχάσουν» λέει ο πρωθυπουργός, και συνεχίζει: «Επιλέξαμε να κάνουμε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αντί για επώδυνες περικοπές. Πιστεύουμε σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις. Θα κάνουν την οικονομία μας περισσότερο ανταγωνιστική. Αλλά για μας είναι σημαντικά και τα κοινωνικά μεγέθη και όχι μόνο τα “ξερά” οικονομικά στοιχεία για την ανάπτυξη, τον προϋπολογισμό και τις επενδύσεις. Θέλουμε να δούμε μια διαφορά στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Πρέπει να φέρουμε τα ποσοστά της ανεργίας ακόμα πιο χαμηλά και να δώσουμε τέλος σε αυτό το δράμα».
Ο πρωθυπουργός ενθυμείται όμως και τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ: «Το 2015 δεν υπήρξε εύκολη χρονιά για μας. Δεν είχαμε πει όμως ψέματα στο λαό. Όλοι γνωρίζουν ότι έγιναν λάθη στα δύο πρώτα προγράμματα στήριξης. Όχι μόνο η τρόικα, αλλά ούτε και οι ελληνικές κυβερνήσεις είχαν τότε τις σωστές προτεραιότητες. Είμαι περήφανος που σύντομα θα μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε με επιτυχία το τρίτο πρόγραμμα στήριξης».
Και εξηγεί: «Μεταξύ του 2010-2014 χάσαμε το 25% του πλούτου μας. Αυτό ήταν δραματικό. Η οικονομία βρίσκεται μετά από οκτώ χρόνια πάλι στο “πράσινο”. Οι ρυθμοί ανάπτυξης ξεπερνούν τις προσδοκίες. Αυτό με κάνει αισιόδοξο. Και στις αγορές δείχνει να επικρατεί καλό κλίμα. Τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων, που αποτελούν το βαρόμετρο για τις μακροπρόθεσμες προβλέψεις, είναι μόλις 3,7%, στα επίπεδα δηλαδή του 2005 και του 2006. Και οι ξένες επενδύσεις αυξήθηκαν κατά το 2017 στα επίπεδα ρεκόρ των 4 δισεκατομμυρίων ευρώ».