Με αφορμή της σειράς- υπερπαραγωγής του Σωτήρη Τσαφούλια στο Mega, με όνομα «17 Κλωστές», οφείλουμε να ανατρέξουμε στα αληθινά γεγονότα που ενέπνευσαν αυτό το τηλεοπτικό project.
Kαι όχι μόνο γιατί ο Πάνος Βλάχος έδωσε ρεσιτάλ ερμηνείας στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Οι δολοφονίες που σόκαραν έναν αιώνα πριν την τοπική κοινότητα των Κυθήρων φέρουν την υπογραφή της ίδιας της κοινωνίας και δείχνουν πώς η αδικία, η ζήλεια του περίγυρου μπορούν να μεταμορφώσουν έναν φιλήσυχο άνθρωπο που δεν πείραξε ποτέ κανέναν σε έναν δολοφόνο, γεμάτο εκδίκηση και οργή και στην περίπτωση μας τον πρώτο έλληνα serial killer.
Η αληθινή ιστορία ενός μαζικού εγκλήματος
Η ιστορία με την οποία η σειρά, είναι μια συγκλονιστική και αιματοβαμμένη ιστορία που διαδραματίστηκε στις 23 Αυγούστου του 1909 στο χωριό Καλοκαιρινές στα Κύθηρα. Πρωταγωνιστής αυτής της ιστορίας είναι ένας τσαγκάρης, ο Αντώνης Λ. Ένας φιλήσυχος άνθρωπος ο οποίος κοιτούσε τη δουλειά του, ήταν φίλος με όλους στο χωριό και όταν δε δούλευε φρόντιζε να διασκεδάζει όσους το επιθυμούσαν με τη λύρα του. Αν και ζούσε στο χωριό Γερακιτιάνικα των Αρωνιάδικων στα Κύθηρα ήταν τόσο φημισμένος που άνθρωποι από όλα τα χωριά του νησιού πήγαιναν για να του παραγγείλουν στιβάνια.
Ο τσαγκάρης ήταν ευτυχισμένος με όσα είχε και δε δημιουργούσε το παραμικρό πρόβλημα. Τα πάντα, ωστόσο, διαλύθηκαν όταν μια γυναίκα από ένα άλλο χωριό πήγε στα Γερακιτιάνικα για του παραγγείλει ένα ζευγάρι στιβάνια. Ο τσαγκάρης δέχθηκε την παραγγελία και είπε στη γυναίκα να πάει σε μια καθορισμένη ημερομηνία για να τα παραλάβει. Όταν η γυναίκα πήγε για να παραλάβει τα στιβάνια αρνήθηκε να πληρώσει και μετά από μια σύντομη αντιπαράθεση του ζήτησε να πάνε σπίτι της για να του δώσει τα λεφτά.
Αθώος ο τσαγκάρης, δεν είδε την παγίδα και πήγε. Όσο περίμενε για να φέρει η γυναίκα τα λεφτά, εμφανίστηκε ο σύζυγός της ο οποίος εξαγριώθηκε και τον ξυλοκόπησε. Ο τσαγκάρης χωρίς να πάρει τα λεφτά του και άσχημα χτυπημένος έφυγε. Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως άρχισε να εξαπλώνεται μια φήμη πως ο τσαγκάρης παρενοχλεί παντρεμένες γυναίκες! Οι πελάτες εξαφανίστηκαν και ο πρωταγωνιστής της ιστορίας έμεινε άνεργος. Μη έχοντας τι άλλο να κάνει και αφού το κλίμα δεν τον σήκωνε, πλέον, έφυγε για την Αθήνα όπου έπιασε δουλειά σε ένα τσαγκαράδικο.
Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα κατάφερε και εκεί να κερδίσει τους πάντες με την καλοσύνη, την εργατικότητα και το ταλέντο του. Οι ανταγωνιστές του, ωστόσο, δεν το έβλεπαν με καθόλου καλό μάτι όλο αυτό και μια ημέρα τοποθέτησαν μέσα στην τσάντα του κάποια εργαλεία, δήθεν ότι τα είχε κλέψει! Το αφεντικό του επειδή καταγόταν και αυτός από τα Κύθηρα δεν έδωσε συνέχεια και (αν και τον απέλυσε) τον άφησε να φύγει. Η γυναίκα του αφεντικού, ωστόσο, πήγε στην αστυνομία και τον κατήγγειλε. Έτσι ο τσαγκάρης βρέθηκε στη φυλακή! Όταν εξέτισε την ποινή του βγήκε από τη φυλακή και προσπάθησε να πιάσει πάλι δουλειά αλλά μετά από λίγο καιρό απολύθηκε ξανά!
Αυτό ήταν και το οριστικό χτύπημα. Ο φιλήσυχος τσαγκάρης μεταμορφώθηκε σε έναν άνθρωπο γεμάτο μίσος που το μόνο που ήθελε ήταν να πάρει εκδίκηση από τους ανθρώπους. Βυθίστηκε στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά και αποφάσισε να επιστρέψει στα Κύθηρα. Στις 23 Αυγούστου, οπλισμένος με ένα μαχαίρι πήρε τον δρόμο προς το χωριό του. Όντας μεθυσμένος, ωστόσο, μπερδεύτηκε και βρέθηκε στις Καλοκαιρινές Κυθήρων, σε μια εκκλησία όπου θα τελείτο μια βάφτιση στον Άγιο Σπυρίδωνα.
Μπήκε στην εκκλησία, χτύπησε τις καμπάνες και όταν οι χωριανοί άρχισαν να φτάνουν, αυτός κρυμμένος άρχισε να παίρνει την εκδίκησή του. Συνολικά έσφαξε 15 ανθρώπους, ανάμεσα στους οποίους δυο μικρά παιδιά και μια έγκυος γυναίκα! Όταν αποκαλύφθηκε το μακελειό ο παπάς της εκκλησίας, πήρε το ντουφέκι του και άρχισε να τον καταδιώκει. Όταν κάποια στιγμή τον πλησίασε, τον πυροβόλησε στην πλάτη, τραυματίζοντας τον σοβαρά. Ο τσαγκάρης κατάφερε να ξεφύγει και κρύφτηκε στην ταράτσα του σπιτιού του για περίπου 24 ώρες.
Εκεί τον ανακάλυψαν οι αστυνομικοί οι οποίοι τον συνέλαβαν. Ο τσαγκάρης οδηγήθηκε στο δικαστήριο όπου του επιβλήθηκε η εσχάτη των ποινών. Εν εκτελέστηκε, ωστόσο, γιατί η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια προκειμένου να του ανετέθη ρόλος δήμιου, όπως συνηθιζόταν σε εγκληματίες με τέτοιο ιστορικό.
Ο Αντώνης κατέληξε στις φυλακές Ναυπλίου και μπήκε στην κορυφή της ιεραρχίας, έχοντας τον μεγαλύτερο αριθμό δολοφονιών στο «βιογραφικό» του. Μέσα στη φυλακή διέπραξε και μια 16η δολοφονία, η οποία του προσέδωσε το παρατσούκλι «Καπετάν 16». Αναφορές της εποχής λένε πως ο 16ος ήταν ένας Μανιάτης και οι συντοπίτες του μες στη φυλακή θέλησαν να πάρουν εκδίκηση. Συνεννοήθηκαν λοιπόν, με τον κουρέα των φυλακών, ο οποίος όταν ο Αντώνης Λ. πήγε μια ημέρα να ξυριστεί, κάρφωσε το ξυράφι στον λαιμό του Κυθήριου τσαγκάρη.